Topics:

Η Φύση των Πραγμάτων

Ὅπως πάντα θὰ εἶχα πολλὰ νὰ γράψω γιὰ τὶς σκέψεις σου ποὺ δείχνουν στ ̓ ἀλήθεια συντομευμένες, κάτι πού εἶναι μὲ τὴ σειρά του ἀπόλυτα κατανοητό, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους μας ὅτι οἱ διαθέσεις...

Η Φύση των Πραγμάτων

Ὅπως πάντα θὰ εἶχα πολλὰ νὰ γράψω γιὰ τὶς σκέψεις σου ποὺ δείχνουν στ ̓ ἀλήθεια συντομευμένες, κάτι πού εἶναι μὲ τὴ σειρά του ἀπόλυτα κατανοητό, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους μας ὅτι οἱ διαθέσεις μας ἐκκινοῦν μία διαδικασία μὲ σκοπὸ νὰ ἐκφράσουν τὸ κῦμα ἐνέργειας πού ψάχνει νὰ βρῇ διέξοδο ἀπὸ τὸ βασανισμένο σῶμα μας, ἐνῷ στὴν πορεία ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ τὴν μεταφυσικὴ εἰκόνα τῆς πραγματικότητός μας ἡ ὁποία θυμίζει ἡφαίστειο στὰ κέφια του, ἀλλὰ τότε, εἶναι ποὺ δεχόμαστε τὸ πλῆγμα τῆς μετριότητος ποὺ μᾶς ὑποχρεώνει νὰ κόψουμε δρόμους, νὰ κόψουμε λόγια, νὰ μικρύνουμε τὸ κείμενο, νὰ τὸ κάνουμε προσιτὸ στοὺς φίλους, νὰ μὴν τοὺς κλέψουμε τὸ βράδυ μὲ τὰ ἐσώψυχά μας.

Οχι ὅτι δὲν ἔχουν τὴν διάθεση, ἀλλὰ ἐπειδὴ μᾶς διακρίνει μία ἔμφυτη εὐγένεια, τοὐλάχιστον σὲ ὅσους ἔχουν κατορθώσει νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ῥοὴ τοῦ ἀέρα μερικὰ ἑκατοστὰ μακρύτερα ἀπὸ τὸ ὄργανο τῆς ὀσφρήσεώς τους- μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γινόμαστε εἰδικοὶ στὴν σύμπυξη νοημάτων καὶ ἀκολουθῶντας τὴν διαδικασία, ἤδη φανταζόμενοι τὴν ἔκφρασή μας μὲ μία μάσκα μοιρολατρίας, καὶ ἐν ὅσῳ ἔχουμε τὸν ἐσωτερικό μας διάλογο νὰ συμφωνῇ κάθε φορὰ στὰ ἴδια λόγια: «δὲν πειράζει, οὕτως ἢ ἄλλως ἀπευθύνομαι σὲ ἀνθρώπους πού καταλαβαίνουν, ὅσοι δὲν τὰ καταλαβαίνουν … ἁπλᾶ δὲν εἶναι εἶναι ἕτοιμοι γι ̓ αὐτά, ἐὰν ξέρουν νὰ σκέφτονται θὰ τὰ ἀποθηκεύσουν καὶ θὰ ἐπανέλθουν ὅταν νοιώσουν τὴν ἀνάγκη τους.

Κὶ ἀκόμη: «ποιός ξέρει, μπορεῖ ἡ ἀναπόφευκτη χριστιανικὴ ἀνατροφή μας πού βρίθει κλεμμένων νοημάτων καὶ ἀληθειῶν ἀπὸ τὴν Ἀρχαῖα Ἑλληνικὴ παράδοση νὰ προστατεύῃ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους ὅταν βρισκόμαστε σὲ αὐτὴν τὴν ἀπόγνωση μὲ ἕναν ἀμυντικὸ μηχανισμὸ πού δόθηκε σὰν προτροπὴ καὶ καταγράφηκε στὸ ἕβδομο κεφάλαιο τοῦ Ματθαίου: «Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶν μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσουσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς».

Ἡ ἐπιλογὴ ἔχει γίνει δὲν θὰ μποροῦσε ἄλλωστε νὰ ἦταν διαφορετικὰ – καὶ συνεχίζουμε τὸ γράψιμο ἀποδεχόμενοι τὸ θλιβερὸ σὲ ἀριθμὸ κοινό μας ἐπαναλαμβάνοντας στὸν ἑαυτό μας τὴν ἴδια πρόταση, σὰν ὑπνωτισμένοι, διαπιστώνοντας τὴν μοιραῖα κατάληξη: «δὲν γίνεται ἀλλιῶς, δεχθεῖτε ὅ,τι σᾶς προσφέρεται, τὸ ἀνθρώπινο ὄν βρίσκεται ἀκόμη σὲ αὐτὸ τὸ στάδιο …».

Μὲ αὐτὰ νὰ τριγυρίζουν στὸ μυαλό μου μπορῶ μόνο ἐπιδερμικὰ νὰ ἀκουμπήσω σὲ δύο ἀρτηρίες τοῦ λόγου σου καὶ τοῦτο διότι διατηρῶ τὴν αἴσθηση πὼς μπορεῖ νὰ δείξουν ἀκόμη μία κατεύθυνση στὶς ἀπειροδιάστατες ἀπόψεις πού ἀναφύονται ἀπὸ ἕνα μεστὸ λόγο ποὺ συγκρατημένος, ἀγκομαχάει κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῶν νοημάτων πού κουβαλάει καὶ μὲ δυσκολία δὲν διαρρηγνύει τὸν παρα-γεμισμένο ἀσκὸ τῶν πνευματικῶν ὁρίων πού τοῦ ἔχεις ἐπιβάλλει.

Ἡ ἀπελπιστικὴ διαπίστωση καὶ πάλι εἰσβάλλει στὸν χῶρο πομπώδης καὶ σίγουρη γιὰ τὸν ἑαυτό της, εἶναι πάντοτε νικήτρια, πρόκειται γιὰ win–win case καὶ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι οὔτε ἄσπρη οὔτε μαύρη ἀλλὰ κάπου στὴν μέση καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφταναν ὅλα αὐτά οἱ ἀποχρώσεις μεταξύ τους ποικίλουν κατὰ παραδοχὴν ἀπὸ 50 ἔως 500, χωρὶς βέβαια κάποιος νὰ κάτσῃ ποτὲ νὰ τὶς μετρήσῃ.

Ἔτσι τὰ «δάκτυλά μου» ἄγγιξαν πρῶτα τὸν γάμο καὶ θὰ ἔκανα μεγάλη προσπάθεια γιὰ νὰ συμφωνήσω μὲ τὸν κατὰ τὰ ἄλλα συμπαθῆ «Μανώλη» ἀπὸ τὴν Πρωσσία πού σὰν φιλόσοφος δείχνει ὅτι δὲν φοβᾶται νὰ χώσῃ τὰ χέρια του καὶ νὰ ἀναμοχλεύσῃ τὸ Σύμπαν στὴν προσπάθειά του νὰ τὸ καταλάβῃ ἀλλὰ καὶ νὰ ἐπινοήσῃ μία τρόπον τινὰ ἐξίσωση πού νὰ τὸ περιγράφῃ, προβάλλοντας ἕνα εὔηχο καὶ πομπώδη ὁρισμὸ ὅπως «ὑπερβατικὸ ἰδεαλισμό».

Θὰ ἤμουν ἐξ ἴσου ἄδικος στὴν κρίση μου ἀφοῦ δὲν ξέρω τὰ κίνητρα πού εἶχε καὶ τί σκεπτόταν λέγοντας, ἀντιγράφω: «Ο Καντ θεωρούσε ότι ο ελεύθερος ‘’έρωτας’’ εκτός γάμου είναι πράξη μη αποδεκτή ηθικά επειδή επιδιώκει μόνο την ικανοποίηση της σεξουαλικής επιθυμίας και ακόμα και όταν είναι αυτή αμοιβαία χρησιμοποιούνται οι άνθρωποι ως όργανα και αντικείμενα των ορέξεών τους». Τί θὰ μποροῦσε νὰ ἐννοῇ; Ἴσως ἤθελε νὰ ἀφήσῃ λίγο στὴν σκιὰ μία ἀλήθεια, ὅπως τόσες καὶ τόσες ἔχουν μείνει στὴν σκιὰ διὰ μέσου τῶν αἰώνων γιατὶ ὁ κόσμος δὲν μπορεῖ νὰ ἀφομιώσῃ τὴν ἀλήθεια πού εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸν φυσικὸ νόμο καὶ ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ φαίνεται εἶναι πικρός, ἀλλὰ ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε … αὐτὸς εἶναι.

Θὰ πρέπῃ ὁ κόσμος νὰ ἀφεθῇ στὸν φυσικὸ νόμο καὶ εἴτε νὰ ἐξομοιωθῇ πρὸς τὴν ἁπλοποίηση εἴτε νὰ δημιουργήσῃ πολιτισμὸ καὶ τεχνολογία ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τὴν φυσικὴ ἐξέλιξη καὶ βυθιζόμενος στὸ χάος τῆς ἀπώλειας τοῦ νοῦ του μέσα σὲ ἕναν τεχνολογικὸ κόσμο πού βλέπουμε στὶς ταινίες ἐπιστημονικῆς φαντασίας πού μᾶς προσφέρουν πλουσιοπάροχα οἱ ἑταιρεῖες τῶν κινηματογραφικῶν ταινιῶν.

Μπῆκε λοιπὸν ὁ Κάντ ἀνάμεσα στὸν ἥλιο καὶ σκιάζει τὴν ἀλήθεια ἢ προστατεύει τὴν κοινωνία ἐπιδιώκοντας τὴν ἀνέφικτη καὶ συνεχῶς μεταβαλλόμενη ἰσορροπία μεταξὺ ζωῆς καὶ ἀπωλείας; Γνωρίζει ὅτι τὸ Γὶν καὶ τὸ Γιάνγκ θὰ ἀντιπαλεύουν πάντοτε δίνοντας σὰν ὄψη κάτι πού μόνο στιγμιαῖα ἐπιτυγχάνεται, καὶ εἶναι αὐτὸ πού ὅλοι μας ξέρουμε καὶ βλέπουμε καὶ δεχόμαστε σὰν σταθερό, ταμποῦ, ἀλήθεια, σὰν θεϊκὴ παρουσία, ἀμετάβλητο, εἰκόνα σταθερότητος πού ὅμως δὲν εἶναι. Τὰ δύο αὐτὰ σὲ ἀπόλυτη ἰσορροπία … πού δὲν εἶναι ποτέ. Αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο, ἡ ἰσορροπία τὴν ὁποία ποτὲ δὲν θὰ ἔχουμε παρὰ στιγμιαῖα, τὸ ἴδιο πού ποτὲ δὲν θὰ ἔχουμε, τὴν θέωση, ἀφοῦ ὅταν αὐτὴ ἐπιτευχθεῖ θὰ συνεπάγεται τὴν ἰσορροπία, ἀκινησία, στάση, θάνατο. Τί ἐννοῶ;

Οἱ κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ πολὺ ἐνωρίς, θαρραλέα ὑποθέτω, ἀντελήφθησαν τὸ συμφέρον τῆς ἐπιβιώσεώς τους καὶ τὴν βελτίωση τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς τους, τὴν ἀλήθεια τῆς ἐπιβολῆς τῆς δυνάμεώς τους σὲ συνάρτηση μὲ τὸν ἀριθμό τους καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς δημιουργίας κοινωνίας πρὸς ἐπίτευξιν τῶν σκοπῶν τους μιᾶς καὶ ἡ ἰσχὺς ἐν τῇ ἑνώσει δὲν ἐπιδέχεται ἀμφισβητήσεως. Ἔτσι διαπίστωσαν ὅτι ὅπως συμβαίνει σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς ὅτι ἡ διαφορετικότητα εἶναι ὁ κανόνας ἐνῷ ἡ ἰσότητα δὲν ὑπάρχει παρὰ μόνο σὲ τυχαῖες καταστάσεις ποὺ συντηροῦνται γιὰ πολὺ μικρὸ χρονικὸ διάστημα, ἄλλωστε θυμόμαστε ὅτι ἰσορροπία καὶ τὰ συναφῆ τῆς προκαλοῦν ἐντροπία.

Παρέκβαση: Ἐὰν σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο συνδυάζετε τὸ ῥεῦμα τῆς ἐποχῆς μας μὲ τὴν ἰσότητα, τὴν ἀλληλεγγύη καὶ τὴν διαφορετικότητα τότε ὀρθῶς ἀντιλαμβάνεστε ὅτι οἱ λεγόμενοι νεοταξίτες ἐπιδιώκουν ἐπανεκκίνηση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς στὸν πλανήτη μας, δηλαδὴ προσπαθοῦν νὰ κάνουν αὐτὸ πού θὰ λέγαμε Master reset, Reboot, etc. Θὰ ἔχετε ἀκούσει ὅτι ὑπάρχουν ἀρσενικὰ τύπου Α, Β κ.λ.π. τὰ ὁποῖα ἐνεργοῦν μὲ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τὰ ὁδηγεῖ ἡ φύση τους, δηλαδὴ νὰ ζευγαρώνουν μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα θηλυκὰ καὶ ὄχι ἀντίστοιχα πάντοτε τύπου Α.

Ποιό εἶναι τὸ πρόβλημα λοιπόν;

Ἐὰν αὐτὸ συνέβαινε τὰ ἀρσενικὰ τύπου Α θὰ ἦταν οἱ ἀποκλειστικοὶ ἀναπαραγωγεῖς ἐνῷ τὰ Β θὰ μποροῦσαν νὰ ζευγαρώνουν μόνο κατὰ περίπτωσιν ἢ ἀπὸ ἔλλειψη διαθεσίμων.

Α. Αὐτὸ θὰ δημιουργοῦσε τεράστια κοινωνικὴ ἀνισορροπία καὶ οἱ κοινωνίες θὰ διελύοντο. Μὲ τὴν ἐπινόηση τοῦ γάμου καὶ κάποιων δῆθεν θρησκευτικῶν μουρμουρισμάτων, τὴν ἐπίκληση μεταφυσικῶν μπουρδολογιῶν καὶ φοβέρας κατόρθωσαν νὰ πείσουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ συντηρήσουν τὶς κοινωνίες οὐσιαστικὰ γιὰ τὸ δικό τους ὄφελος, διότι ἀλλιῶς θὰ χάνοντας ὅλοι μαζί. Ἔτσι Α καὶ Β κουτσοὶ στραβοὶ στὸν Ἅγιο Παντελεήμονα πού λέει καὶ ἡ λαϊκὴ ἔκφραση ἄρχισαν νὰ παντρεύονται Α καὶ Β καὶ Γ καὶ ὁ θεὸς βοηθός.

Ἀκόμη καὶ μέχρι σήμερα βλέπουμε σὲ ὅλον τὸν πλανήτη καὶ σὲ ὅλες τὶς παραδόσεις τὸν ἀγῶνα τῆς μίξεως τῶν ἀνθρώπων ἀλλὰ πάντοτε ὑπὸ τὸ πρίσμα πού ἔβγαλε σὰν λαγὸ ἀπὸ τὸ καπέλλο ὁ Immanuel Kant ἐνθουσιάζοντας τὰ πλήθη μὲ τὸν ὑπερβατικὸ λογισμὸ πού μπορεῖ νὰ μὴν τὸν καταλάβαιναν καὶ πολὺ ἀλλὰ δὲν πειράζει … ὡραῖα ἀκουγόταν … καὶ δίκαιο … γιατὶ βλέπεις αὐτοὶ οἱ καταραμένοι οἱ Α εἶναι λίγοι ἀλλὰ ἔχουν ὅ,τι θέλουν καὶ ὅποτε τὸ θέλουν, ἐνῷ ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι κάνουμε τοῦμπες νὰ μᾶς πέσει κανένα «καλό» καὶ πῶς νὰ τὸ κάνουμε;

Εἶναι πιὸ δίκαιο νὰ γίνεται κάτι πού συμφέρει τοὺς πολλοὺς καὶ ὄχι τοὺς λίγους· καὶ πᾶρε καὶ τὰ δίκαια καὶ πᾶρε καὶ τὶς ἰσότητες καὶ πᾶρε τὶς δημοκρατίες καὶ πᾶρε καὶ τὶς ἀλληλεγγῦες καὶ τοὺς
σοσιαλισμοὺς καὶ τὰ κουμμούνια καὶ τὰ παιδιὰ τῶν λουλουδιῶν καὶ σταματημὸ δὲν ἔχει. ἃν καὶ τὸ θέμα μας ἔχει πολὺ μεγαλύτερες προεκτάσεις πρέπει νὰ μείνω συνεπής στὰ ἀρχικά μου λόγια καὶ νὰ περιορίζω τὴν ἔκταση – εἶναι κρῖμα – ἀλλὰ …

Κάπου ἐκεῖ βλέπω τὴν ἱστορία νὰ ἐξελίσσεται καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὸν κόσμο σωρηδόν νὰ αὐτο-βασανίζεται γιὰ τὸ ἐὰν εἶναι σωστὸ ἢ λάθος καὶ ἐὰν εἶναι δίκαιο γιὰ Θεοὺς καὶ ἀνθρώπους καὶ τί νὰ κάνουμε γιὰ νὰ μὴν πληγώνονται οἱ ἄνθρωποι καὶ κάθε λογῆς δικαιολογίες γιὰ νὰ ξεχνιόμαστε στὴν ἀπελπιστικὴ μιζέρια τῆς ἀκατανόητης ζωῆς μας γυρνῶντας στὴν κυριολεξία σὰν τοὺς συμπαθέστατους μικροὺς μας φίλους πού μερικὲς φορὲς ἀπολαμβάνουμε νὰ το ͂ὺς βλέπουμε νὰ κυνηγοῦν μὲ μανία τὴν οὐρά τους.

Τὸ δεύτερο θέμα πού θὰ μαγαρίσω μὲ τὶς σκέψεις μου εἶναι αὐτὸ τῆς μονογαμικῆς συμπεριφορᾶς ἐντὸς ἐκτὸς καὶ ἐπὶ τὰ αὐτὰ πού λένε, ἀνεξαρτήτως τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καὶ σὲ μία θεώρηση ἡ
ὁποία ἐσκεμμένα θὰ ἀπέχῃ ἀπὸ τὴν μεταφυσικὴ μπουρδολογία τῶν πνευματικῶν μεταφραστῶν τοῦ τίποτα πού κάνουν «κουμάντο» μέχρι σήμερα στὴν συντριπτικὴ πλειοψηφία τοῦ πληθυσμοῦ τῆς γῆς.

Πρόκειται γιὰ τὴν συνεύρεση δύο ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ταυτίζονται καλύτερα ἐναρμονίζονται σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς τους ἔχοντας δυνάμει τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπιλέξουν ἢ τύχουν σχεδὸν ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ φάσμα τῆς ἀνθρωπότητος ἐξαιρουμένων τῶν ἄκρων τῆς κωδωνόσχημης καμπύλης (Bell Curve), ὅπου ἡλικιακὰ ἀνήκουν παιδιὰ καὶ ὑπέργηροι – ἂν καὶ δὲν θὰ ἔπαιρνα ὅρκο στὶς ἡμέρες τοῦ Ἀρμαγεδδῶνος πού διατρέχουμε – μιᾶς καὶ ἡ ἀνθρώπινη φυσιολογία ἐν τῇ σοφίᾳ της μπορεῖ νὰ ἐξυπηρετήσῃ ὁποιαδήποτε κατατομὴ αἰδοίου ἢ μέγεθος πέους ἔχοντα τὰ βασικὰ αἰσθητήρια ἡδονῆς στὰ μόλις τρία πρῶτα ἑκατοστὰ τῶν γεννητικῶν ὀργάνων ὥστε ὁ κάθε συνδυασμὸς νὰ μπορῇ νὰ ἀποβῇ ἱκανοποιητικὸς γιὰ τὰ πρὸς σύζευξιν μέρη, ἔχοντας σὰν ἀντικειμενικὸ σκοπὸ τὴν αὐξημένη δυνατότητα ἀναπαραγωγῆς ἀκόμη καὶ σὲ θεωρούμενες ἀκραῖες καταστάσεις πού ἀφήνουν τὴν φαντασία ὅλων μας νὰ καλπάσῃ καὶ νὰ μᾶς προσφέρῃ ἀπὸ ἀνατρίχιασμα μέχρι τρόμο ὥστε νὰ ἐπιστρέψουμε τὴν ἀφηνιασμένη προοπτική μας ἐκεῖ ὅπου θὰ ψιθυρίζαμε μὲ ἀνακούφιση: “Home sweet Home”

… ἢ τί ὡραῖο συναίσθημα νὰ γυρνᾶς στὸ σπίτι σου καὶ νὰ σὲ περιμένῃ ζεστὸ κάτω ἀπὸ τὴν κουβέρτα. Ἐνῷ φαίνεται μία πολύπλοκη ὑπόθεση, ἐν τούτοις εἶναι ἁπλὸ φτάνει νὰ προσεγγίσῃ κάποιος τὴν θέασή του ἀπὸ μία – ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση – «ὀρθή» ὀπτική γωνία. Ποιά εἶναι αὐτὴ; Οἱ ἄνθρωποι εἶναι αὐτόνομες μονάδες, ἐνεργειακοὶ μηχανισμοί, ἀνεξάρτητοι μεταξύ τους καὶ παράγονται σὲ δύο εἴδη:

Θέσις Πρώτη: Ὑπάρχουν δύο φῦλα,τὸ ἀρσενικὸ καὶ τὸ θηλυκό. Ὁποιαδήποτε ἄλλη ἔκδοση πρόκειται γιὰ σφάλμα τοῦ ἐργοστασίου καὶ κακῶς ὑφίσταται. Οἱ ἀντίθετοι αὐτῆς τῆς θέσεως μπορεῖτε νὰ ἀποχωρήσετε καὶ κακῶς παραμείνατε μέχρι τώρα ἀλλὰ καὶ κακῶς ὑφίστασθε.

Θέσις Δευτέρα: Δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μεταξύ τους ὥς πρὸς τὴν λειτουργικότητά τους δεδομένου τοῦ ὅτι εἶναι ἀνόμοια εἴδη καὶ ὥς γνωστὸν δὲν μποροῦμε νὰ συγκρίνουμε ἀνόμοια εἴδη διότι …εἶναι διαφορετικά. Τυχαῖο παράδειγμα γιὰ κατανόηση. Ἕνα μῆλο καὶ ἕνα πορτοκάλι εἶναι καὶ τὰ δύο φροῦτα, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν διότι εἶναι ἀνόμοια, ἔτσι καὶ τὸ ἀρσενικὸ καὶ τὸ θηλυκὸ εἶναι ἄνθρωποι ἀλλὰ δὲν συγκρίνονται. Σαφῶς τὸ παράδειγμα εἶναι τραγικὰ ὑποδεέστερο τῆς ἀληθείας ἀλλὰ εἶναι μόνο ἐνδεικτικό.

Ὁποιαδήποτε περαιτέρω ἐξήγηση θὰ πυροδοτήσῃ χιονοστιβάδα πληροφοριῶν καὶ θὰ ἀποπροσανατολίσῃ τὴν ἀπάντηση. Γνωρίζουμε περίπου τὴν ἔννοια τῆς συχνότητος. Ἐπιγραμματικὰ ἀναφέρω ὅτι: «Συχνότητα» εἶναι ὁ ἀριθμὸς ἐπαναλήψεων κάποιου συμβάντος μετρούμενο στὴν μονάδα τοῦ χρόνου. Ἐπιπλέον ὁποιοδήποτε φυσικὸ μέγεθος ὑπόκειται σὲ συχνότητα.

Ἐὰν ὑποθέσουμε τὰ φῦλα τῶν ἀνθρώπων σὰν φυσικὰ μεγέθη κινούμενα στὸν χρόνο μποροῦμε νὰ τὰ φανταστοῦμε σὰν παλμικὲς καμπύλες ἠμιτονοειδοῦς μορφῆς καὶ ἂς τὶς φαντασθοῦμε διάσπαρτες στὸν χῶρο ὅπου ἡ κάθε μία μὲ τὴν δική τῆς συχνότητα ἢ ἀλλιῶς ἰδιο-συχνότητα περνοῦν τὴν ζωή τους δίπλα πλάϊ καὶ γύρω ἀπὸ ἄλλες σὲ ἕνα ἀτελείωτο συνονθύλευμα ὅπου μὲ δυσκολία κάποιος μπορεῖ νὰ ξεχωρίσῃ τὶς διαφορές τους καὶ ἀναγκάζεται νὰ «ὁλοκληρώσῃ» τὴν εἰκόνα ὀνομάζοντάς την ζωή.

Ἂς σκεφτοῦμε τώρα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μας στὴν ζωή μία ἄλλη εἰκόνα πού ἔχει τύχει σὲ ὄλους μας, συνήθως ὅταν ἤμασταν παιδιά καὶ βρισκόμασταν μέσα σὲ ἕνα αὐτοκίνητο ὅπου κάποιοι ἄλλοι ὁδηγοῦσαν ἀφήνοντάς μας νὰ ἐξερευνοῦμε τὰ θαύματα τῆς φύσεως καὶ τῆς τεχνολογίας πού μᾶς περιέβαλλαν. Τότε κάποια στιγμή, πιθανῆς σὲ κάποιο φανάρι πού ἔστριβε πρὸς τὴν κατεύθυνση πού εἴχαμε μαγεμένοι κολλήσει τὴ μύτη μας στὸ τζάμι συνεπαρμένοι ἀπὸ τὴν πληθώρα τῶν πληροφοριῶν τοῦ δρόμου καὶ τῆς κινήσεως ἔτυχε νὰ συλλάβῃ ἡ προσοχή μας τὸ φλάς τοῦ αὐτοκινήτου ποὺ ἤμασταν μέσα ἀφοῦ τὸ συνδυάσαμε μὲ τὸν σχεδὸν ὑπνωτικὸ ἦχο τῆς ἐναλλαγῆς τοῦ φλάς μὲ τὸ κάθε ἄναμμα καὶ σβήσιμο σὲ αὐτὴν τὴν στιγμὴ πού ὁ ὁδηγὸς εἶχε στραμμένη τὴν προσοχή του στὸν δρόμο καὶ ἦταν σιωπηρὸς καὶ σὲ ἑτοιμότητα, ἐνῷ κάθε ἄλλος ἐνήλικας συν-επιβάτης σεβόμενος τὴν συγκέντρωση τοῦ ὁδηγοῦ δὲν μιλοῦσε.

Καὶ τὰ δύο αὐτοκίνητα μπροστά εἶχαν κι αὐτὰ ἀναμμένα τὰ φλάς καὶ μὲ τὰ διαδοχικά τους ἀνάμματα καὶ σβησίματα ἔμοιαζε νὰ προσπαθοῦσαν νὰ ποῦνε κάτι ἦ νὰ δώσουν κάποιον ῥυθμό, ὅταν
κάποια στιγμὴ ἐκεῖ πού ἦταν ἀκανόνιστα τὰ παρατηρήσαμε μὲ ἔκπληξη ὅτι συγχρονίστηκαν μὲ τοῦ δικοῦ μας αὐτοκινήτου ἢ μὲv τὸ δεύτερο μπροστινό μας αὐτοκίνητο καὶ ἄναβαν κι ἔσβηναν
μαζί, σὲ ἕνα «θαῦμα», ποὺ ὅμως δὲν κράτησε πολύ, γιατὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ἄρχισαν πάλι τὸ καθένα νὰ ἀνάβῃ καὶ νὰ σβήνῃ στὸν δικό του τὸν ῥυθμὸ καὶ ἦταν τότε πού εἴπαμε ἄθελά μας, ἂς ξαναγίνει αὐτὸ νὰ τὸ δῶ καὶ πάλι, τί ἔγινε;

Αὐτὸ ποὺ ἔγινε εἶναι τὸ ὅτι τὸ κάθε flasher – ὁ μηχανισμὸς πού ἀνάβει καὶ σβήνει τὸ φλάς – ἔχει μία δική του ἰδιο-συχνότητα, παρόμοια μὲ τοῦ ἄλλου φλάς ἀλλὰ ὄχι ἀπόλυτα τὴν ἴδια. Αὐτὸ πού συμβαίνει εἶναι ̔́τι ἀφοῦ αὐτὲς οἱ ἰδιο-συχνότητες ἔχουν πολὺ κοντινὲς σχεδὸν ἴδιες καμπύλες συχνοτήτων, κάποια ἀπὸ τὶς δύο εἶναι λίγο πιὸ γρήγορη ἀπὸ τὴν ἄλλη· τότε αὐτὴ προλαβαίνει τὴν ἰδιο-συχνότητα τῆς ἀργῆς καὶ ὅσο τὴν περνάει «μοιάζει» νὰ ταυτίζεται ἀπόλυτα μαζί της γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.

Στ ̓ ἀλήθεια δὲν ἦταν ποτὲ μαζί, ὅμως ἀπὸ τὴν  πλευρὰ τοῦ παρατηρητοῦ ἔμοιαζε νὰ εἶναι ἡ ἴδια … γιὰ λίγο … ὅσο κρατοῦσε τὸ θαῦμα στὰ παιδικά μας μάτια. Αὐτὸ εἶναι πού συμβαίνει καὶ μὲ τὸ ἀρσενικὸ καὶ τὸ θηλυκό, σὲ κάποια στιγμὴ στὴν ζωή τους βρίσκονται σὲ μία παράλληλη πορεία σὲ μία ταύτιση συχνοτήτων, σὲ μία παράλληλη ζωή, ἐπιτελοῦν τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς καὶ μετὰ ἀπομακρύνονται ὅπως εἶναι φυσικό· ἀλλὰ ὄχι πάντοτε.

Ἡ ἐξήγηση αὐτὴ θὰ ἀπαιτοῦσε περισσότερο γράψιμο ἀπὸ αὐτὴν τὴν περιγραφὴ πού κάνω ἐδῶ καὶ γι ̓ αὐτὸ δὲν θὰ ἐπεκταθῶ περισσότερο. Ἡ δημιουργία ἀποστάσεως εἶναι κάτι τὸ φυσιολογικὸ καὶ δὲν εἶναι ἀπαραίτητες οἱ ἀνούσιες ἐνοχὲς πού ἐπιβάλλονται καλοπροαίρετα ἢ ὄχι ἀπὸ τὶς «πνευματικὲς elite» ἢ τοὺς μισθωτοὺς ἑρμηνευτὲς τοῦ μεταφυσικοῦ. Οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ εἶναι εὐχαριστημένοι ὅταν ἔχουν τὴν εὐκαιρία νὰ βιώσουν τὰ συναισθήματα πού συνοδεύει ἡ δημιουργία ζωῆς καὶ νὰ ἀποδέχονται τὴν ἀπόκλιση σὰν φυσικὸ καὶ ἀναμενόμενο γεγονὸς ἐὰν δὲν θέλουν νὰ τροποποιήσουν τὴν συμπεριφορά τους ἀλλὰ μὲ ἀμοιβαιότητα. Ἐκεῖ τὰ πράγματα μπερδεύονται λίγο ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ ἄλλο κεφάλαιο.

Ἐπιπλέον εἶναι φυσικὸ νὰ ὑπάρχῃ ἐναρμόνιση σὲ ὅλες τὶς φάσεις τῆς ζωῆς μὲ διαφορετικοὺς ἀνθρώπους καὶ αὐτὸ πάλι νὰ μὴν ἀποτελεῖ πηγὴ ἐνοχῶν διότι εἶναι ὅσο φυσικὸ ὅσο καὶ ἡ ἴδια μας ἡ ἀνάσα. Εἶναι ἁπλᾶ ἡ φύση τῶν πραγμάτων. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι μπορέσουν καὶ ἀνοίξουν τὰ μάτια τους καὶ ἀντιληφθοῦν τὴν ζωὴ μὲ ἁπλοὺς ὄρους θὰ γίνουν κατὰ πολὺ εὐτυχέστεροι καὶ ἐλεύθεροι φυσικὰ ἐὰν τὸ ἐπιθυμοῦν.

@Τάσος Πατεράκης /terrapapers.com