«Πιείτε για μένα… εγώ δεν μπορώ να πιω πια». Τα λόγια αποδίδονται στον ζωγράφο Πάμπλο Πικάσο που πέθανε στις 8 Απριλίου 1973.
Μύθοι και νεράιδες, οπτασίες και αόρατα πλάσματα, μυστήριοι κόσμοι κι αλλόκοσμες διαστάσεις, έχουν χαρακτηρίσει αυτό το θρυλικό, μυθικό, αλκοολούχο, καταπράσινο, πικρό ποτό. Εξάλλου, οι αναφορές του είτε ως «πράσινη νεράιδα» είτε ως «πράσινο φίδι» μας βάζουν απευθείας σε ένα μυστηριακό κλίμα.
Η Αρτεμισία το αψίνθιο ή Αψιθιά (Artemisia absinthium) είναι το πρωταρχικό συστατικό στο αψέντι που του δίνει αυτήν την αξιοσημείωτη «βοτανική» πικράδα του που έχει συσχετιστεί από την βαθιά αρχαιότητα με θεούς και μαγεία. Το αψέντι είναι επίσης ένα από τα μόνα αλκοολούχα που είχαν απαγορευτεί από τις κυβερνήσεις στις αρχές του 1900 εξαιτίας της αύξησης της δημοτικότητάς του σε μια εποχή όπου τα κινήματα ενάντια στο αλκοόλ γινόντουσαν όλο και πιο αυστηρά στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αξίζει να αναφέρουμε πως το 1912 απαγορεύτηκε στις ΗΠΑ, ενώ επέστρεψε το 2007. Γύρω στο 1990 επιστρέφει και στην Ευρώπη. Μπορεί, λοιπόν, το αψέντι να έχει αντιμετωπιστεί ως θεϊκό μαγικό φίλτρο, αλλά και ως σατανικό, ωστόσο υπάρχει και η αλήθεια κάπου στην μέση. Πρόκειται για ένα συναρπαστικό ποτό που αξίζει να γνωρίσουμε, άλλωστε το λάτρεψαν όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες.
Η ακριβής προέλευση του αψεντιού είναι ασαφής. Η ιατρική χρήση της αρτεμισίας χρονολογείται από την αρχαία Αίγυπτο, και αναφέρεται στον πάπυρο του Έμπερς, c. 1550 π.κ.ε. Εκχυλίσματα αρτεμισίας και το κρασί εμποτισμένο με φύλλα αρτεμισίας χρησιμοποιήθηκαν ως θεραπεία από τους αρχαίους Έλληνες. Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη ενός κρασιού με γεύση αψινθιάς στην αρχαία Ελλάδα, τον αψινθίτη οίνο.
Η πρώτη σαφής ένδειξη ύπαρξης του αψεντιού με την σύγχρονη έννοια του αποσταγμένου αλκοολούχου που περιέχει πράσινο γλυκάνισο και μάραθο, ωστόσο, χρονολογείται στον 18ο αιώνα. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση, το αψέντι ξεκίνησε ως μία για κάθε χρήση ιατρική ευρεσιτεχνία που δημιουργήθηκε από τον Δρ Πιέρ Ορντιναίρ, ένα Γάλλο γιατρό που ζούσε στο Κουβέ, Ελβετία, περίπου το 1792 (η ακριβής ημερομηνία διαφέρει ανάλογα με τις καταγραφές). Η συνταγή του Ορντιναίρ δόθηκε στις αδελφές Ανριόντ από το Κουβέ, που πουλούσαν το αψέντι ως φαρμακευτικό ελιξήριο.
Με άλλες εκδοχές, οι αδελφές Ανριόντ μπορεί να είχαν φτιάξει το ελιξίριο πριν από την άφιξη του Ορντιναίρ. Σε κάθε περίπτωση, ο Μαζόρ Ντυμπιέ απέκτησε την συνταγή από τις αδελφές και το 1797, και με το γιο του Μαρσελέν και το γαμπρό του Ανρί-Λουί Περνό, άνοιξε το πρώτο αποστακτήριο αψέντι, το Dubied Père et Fils, στο Κουβέ. Το 1805, έχτισαν ένα δεύτερο αποστακτήριο στο Πονταρλιέ, Γαλλία, με νέο όνομα εταιρείας Maison Pernod Fils. Η Pernod Fils παραμείνει ένα από τα πιο δημοφιλή εμπορικά σήματα του αψεντιού μέχρι που το ποτό απαγορεύτηκε στην Γαλλία το 1914.
Το αψέντι εξήχθη ευρέως από την Γαλλία και την Ελβετία, και επέτυχε δημοτικότητα σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία, η Μεγάλη Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Τσεχία. Το αψέντι δεν απαγορεύτηκε ποτέ στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία, και η παραγωγή και η κατανάλωσή του δεν έπαψαν ποτέ. Απέκτησε μια προσωρινή κορυφή στην δημοτικότητα εκεί κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα, που αντιστοιχεί με τις γαλλικές επιρροές του Αρ Νουβώ και του Μοντερνισμού.
Η Νέα Ορλεάνη έχει βαθιά πολιτιστική συσχέτιση με το αψέντι, και πιστώνεται ως η γενέτειρα του Sazerac, ίσως το πρώτο κοκτέιλ αψέντι. Το μπαρ Old Absinthe House, που βρίσκεται στην οδό Bourbon, χρησιμεύει ως εξέχον ιστορικό ορόσημο. Αρχικά ονομαζόμενο The Absinthe Room, άνοιξε το 1874 από ένα Καταλανό μπάρμαν που ονομαζόταν Καγιετάνο Φερρέρ. Το κτίριο επισκέπτονταν συχνά πολλοί διάσημοι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου των Μαρκ Τουέιν, Όσκαρ Γουάιλντ, Φραγκλίνο Ρούσβελτ, Άλιστερ Κρόουλι (αλίμονο) και Φρανκ Σινάτρα.
Ωθούμενο από το κίνημα για την εγκράτεια και τις ενώσεις των οινοποιών, το αψέντι συνδέθηκε δημοσίως με τα βίαια εγκλήματα και την κοινωνική αναταραχή. Ένας κριτικός υποστήριξε:
“Το αψέντι σας κάνει τρελούς και εγκληματίες, προκαλεί επιληψία και φυματίωση κι έχει σκοτώσει χιλιάδες Γάλλους. Κάνει ένα άγριο θηρίο από έναν άνθρωπο, έναν μάρτυρα από μια γυναίκα και έναν εκφυλισμένο από ένα βρέφος, αποδιοργανώνει και καταστρέφει την οικογένεια και απειλεί το μέλλον της χώρας”.
Η απαγόρευση του αψεντιού στην Γαλλία οδήγησε τελικά στην αύξηση της δημοτικότητας του παστίς, και σε μικρότερο βαθμό, του ούζου κι άλλων αλκοολούχων ποτών με γλυκάνισο, που δεν περιέχουν αψιθιά. Μετά την ολοκλήρωση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η παραγωγή της μάρκας Pernod Fils, συνέχισε στο αποστακτήριο Banus στην Καταλονία της Ισπανίας (όπου το αψέντι ήταν ακόμη νόμιμο), αλλά η βαθμιαία μείωση των πωλήσεων, οδήγησε στην παύση της παραγωγής την δεκαετία του 1960.
Οι περισσότερες χώρες δεν έχουν νομικό ορισμό για το αψέντι, ενώ η μέθοδος της παραγωγής και του περιεχομένου των αλκοολούχων ποτών, όπως το ουίσκι, το κονιάκ και το τζιν, ορίζονται και ρυθμίζονται παγκοσμίως. Οι παραγωγοί νόμιμου αψεντιού χρησιμοποιούν μίας από τις δύο, ιστορικά καθορισμένες διαδικασίες για την δημιουργία του τελικού ποτού: απόσταξη ή ψυχρή ανάμιξη. Στην μοναδική χώρα που έχει νομικό ορισμό του αψεντιού, την Ελβετία, η απόσταξη είναι η μόνη επιτρεπόμενη μέθοδος παραγωγής.
Το αψέντι παραδοσιακά παρασκευάζεται από την απόσταξη ουδέτερης αλκοόλης, διάφορων βοτάνων, μπαχαρικών και νερού. Το παραδοσιακό αψέντι, προέρχεται από επαναπόσταξη λευκών σταφυλιών, ενώ άλλες ποικιλίες πιο συχνά προέρχονται από το αλκοόλ σιτηρών, τεύτλων ή πατατών. Τα κύρια βότανα είναι η αρτεμισία το αψίνθιο, ο πράσινος γλυκάνισος και το μάραθο, που συχνά αποκαλούνται «η αγία τριάδα». Πολλά άλλα βότανα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν, όπως η αρτεμισία η ποντιακή (Artemisia pontica), ο ύσσωπος, το μελισσόχορτο, ο αστεροειδής γλυκάνισος, η αγγέλικα, η μέντα, το κόλιανδρο και η βερόνικα.
Το αψέντι στο παρελθόν θεωρήθηκε ότι είχε διαφορετικές επιδράσεις απ’ ό,τι άλλα αλκοολούχα ποτά και ότι μπορεί να βελτιώσει την λειτουργία του εγκεφάλου, να βοηθήσει στην έμπνευση και στην φαντασία και ότι είναι αφροδισιακό. Θεωρούνταν μάλιστα ότι η υπέρμετρη κατανάλωση αψεντιού, μπορούσε να προκαλέσει διαφορετικές επιδράσεις από αυτές των άλλων αλκοολούχων ποτών, με αποτέλεσμα την δημιουργία του όρου «αψεντισμός». Πολλές φορές, το αψέντι περιγράφεται ως παραισθησιογόνο. Δύο διάσημοι καλλιτέχνες που βοήθησαν στην δημοσιότητα της άποψης ότι το αψέντι είναι ισχυρό ψυχοδραστικό, ήταν ο Τουλούζ-Λωτρέκ και ο Βίνσεντ βαν Γκογκ. Ο Όσκαρ Ουάιλντ περιέγραψε μια αίσθηση-φάντασμα, ότι νιώθει τουλίπες στα πόδια όταν έφευγε από το μπαρ αφότου είχε καταναλώσει αψέντι. Σήμερα είναι γνωστό ότι το αψέντι πράγματι προκαλεί παραισθήσεις σε υπερβολική δόση.
Το αψέντι έχει ιδιαίτερη γεύση: Για τους περισσότερους ανθρώπους η κυρίαρχη πολύ πικρή γεύση των συστατικών του είναι τουλάχιστον μυστηριακή. Θα χρειαστεί χρόνο κάποιος για να την συνηθίσει. Έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε αλκόολ, 60-70%, οπότε χρειάζεται αραίωση. Μια καλή πρόταση για να ξεκινήσει ένας αρχάριος είναι να επιλέξει το Pernod. Ένα άλλο κλασικό αψέντι είναι το Vieux Pontarlier.
Το αψέντι προκαλεί παραισθήσεις; Αυτή η φήμη ξεκίνησε από το γεγονός ότι η αψιθιά περιέχει μια χημική ουσία που ονομάζεται thujone (θυϊόνη) που μπορεί να προκαλέσει όντως σπασμούς σε υψηλές δόσεις. Αλλά για να φτάσει κάποιος σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να έχει πιει πάρα πολύ αλκοόλ. Επιπλέον, η θυϊόνη υπάρχει και σε ροφήματα όπως το φασκόμηλο, το οποίο είναι τελείως ακίνδυνο σε φυσιολογικές ποσότητες.
Η θυϊόνη είναι κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου της αψινθιάς, το οποίο χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, στην παρασκευή του αψεντιού. Η θυϊόνη είναι μια νευροτοξίνη, η οποία σε μεγάλες δόσεις μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, μυϊκούς σπασμούς και επιληπτικές κρίσεις, όπως δείχθηκε σε πειράματα σε αρουραίους. Γι’ αυτόν τον λόγο η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει από το 2008 ανώτερο όριο για την θυϊόνη α και β που δεν παράγονται από αρτεμισία, τα 35 mg/kg σε αλκοολούχα ποτά που παράγονται από αρτεμισία, 10 mg/kg στα υπόλοιπα και 0,5 mg/kg σε μη αλκοολούχα ποτά που παράγονται από αρτεμισία, σε αντικατάσταση παλαιότερης οδηγίας του 1988.
Η παρατηρούμενη, όπως βρέθηκε σε ζωικά πειράματα του 19ου αιώνα, επιληπτική δράση της θυϊόνης οφείλεται στην αναστολή των υποδοχέων GABAA και την απευαισθητοποίηση των υποδοχέων σεροτονίνης 5-ΗΤ3. Επίσης είχε προταθεί ότι η θυϊόνη μπορεί να δρα στους υποδοχείς των κανναβιδοειδών, θεωρία όμως η οποία στη συνέχεια απορρίφθηκε. Η LD50 της θυϊόνης, όταν αυτή εισέλθει στον οργανισμό από το στόμα, είναι περίπου 45 mg/kg. Παρ’ όλα αυτά, αμφισβητείται ότι το αψέντι περιέχει θυϊόνη σε τόσο μεγάλες ποσότητες και αν καταναλωθούν τέτοιες ποσότητες του ποτού είναι πιο πιθανό ο θάνατος να προέλθει ταχύτερα εξ’ αιτίας των μεγαλύτερων ποσοτήτων οινοπνεύματος που περιέχει το αψέντι.
Οι μόνες περιπτώσεις δηλητηριάσεως από θυϊόνη από χορήγηση από το στόμα, δεν αφορούν την κατανάλωση αψεντιού, αλλά άλλων προϊόντων, όπως αιθέριο έλαιο της αψινθιάς, το οποίο περιέχει πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις θυϊόνης. Παρά τις αναφορές του 19ου αιώνα ότι το αψέντι μπορεί να έχει μέχρι και 350 mg/kg θυϊόνης, στην πραγματικότητα η περιεκτικότητα θυϊόνης σε αυτά τα ποτά δεν ξεπερνούσε τα σημερινά ευρωπαϊκά όρια.
Το αψέντι περιέχει 3 βασικά συστατικά: αψιθιά, γλυκάνισο και μαραθόσπορο. Το αψέντι φτιάχνεται από την απόσταξη ουδέτερης αλκοόλης με την «ιερή τριάδα»: την αψιθιά, τον γλυκάνισο και τον μαραθόσπορο. Άλλα συστατικά που προστίθενται συνήθως μπορεί να είναι: ύσσωπος, μελισσόχορτο και αστεροειδής γλυκάνισος.
Το αψέντι είναι vintage: Το αψέντι το συναντάμε στην Βίβλο, αλλά και σε αρχαία βαβυλωνιακά, αιγυπτιακά και συριακά κείμενα. Τότε, το αψέντι ήταν μια απλούστερη συνταγή, αποτελούμενη απλώς από κρασί με αψιθιά. Χρησιμοποιήθηκε για την θεραπεία ενός μεγάλου φάσματος ασθενειών: όπως ίκτερος, εμμηνορροϊκός πόνος, αναιμία και κακή αναπνοή. Με την πάροδο των αιώνων, το αψέντι σταδιακά άλλαξε από ιατρικό σε αναψυκτικό, με την συνταγή που τώρα θεωρούμε ως σύγχρονο αψέντι να εμφανίζεται σε φαρμακεία στην Ελβετία από τα τέλη του 1700.
Μέθοδοι παρασκευής του αψεντιού.
Η Γαλλική μέθοδος, παραδοσιακά, το αψέντι προετοιμάζεται τοποθετώντας ένα κύβο ζάχαρης πάνω σε ένα τρυπητό κουτάλι κατασκευασμένο γι’ αυτό το σκοπό (κουτάλι για αψέντι) και μετά τοποθετώντας το κουτάλι πάνω από ένα ποτήρι με μία μεζούρα αψέντι. Παγωμένο νερό χύνεται ή στάζει πάνω στο κύβο ζάχαρης ώστε να αναμειχθεί το νερό με το αψέντι. Το τέλος της προετοιμασίας περιλαμβάνει ένα μέρος αψέντι και 3-5 μέρη νερό. Καθώς το νερό διαλύει το ποτό, συστατικά τα οποία έχουν μικρή διαλυτότητα στο νερό (κυρίως ο γλυκάνισος) απελευθερώνονται από το διάλυμα, με αποτέλεσμα να το κάνουν πιο αδιαφανές, με αποτέλεσμα μια γαλακτώδη αδιαφάνεια, ένα φαινόμενο που αποκαλείται φαινόμενο του ούζου. Η απελευθέρωση αυτών των ουσιών αυξάνει επίσης το άρωμα και την γεύση του ποτού. Αυτή η μέθοδος παρασκευής είναι παλαιότερη και αποκαλείται η Γαλλική μέθοδος.
Η Μποέμικη Μέθοδος, η οποία περιλαμβάνει φωτιά, είναι μία σύγχρονη εφεύρεση και δεν γινόταν την εποχή της μέγιστης δημοφιλίας του ποτού κατά την Μπελ Επόκ. Όπως και στην γαλλική μέθοδο, ένας κύβος ζάχαρης τοποθετείται πάνω σε ένα τρυπητό κουτάλι, πάνω από ένα ποτήρι αψέντι. Η ζάχαρη έχει βραχεί προηγουμένως με αλκοόλ (συνήθως και άλλο αψέντι), και στην συνέχεια της βάζουν φωτιά. Ο φλεγόμενος κύβος ζάχαρης στην συνέχεια πέφτει μέσα στο ποτήρι, με αποτέλεσμα το αψέντι να πάρει φωτιά. Τέλος, στο ποτό προστίθεται νερό, ώστε να σβήσει η φωτιά. Αυτή η μέθοδος έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή δυνατότερου ποτού απ’ ό,τι της γαλλικής μεθόδου. Οι πιο έμπειροι πότες αψεντιού δεν συνιστούν την Μποέμικη Μέθοδο και την θεωρούν ένα σύγχρονο τέχνασμα, καθώς μπορεί να καταστρέψει την γεύση του αψεντιού και δημιουργεί κίνδυνο πυρκαγιάς εξ’ αιτίας της μεγάλης περιεκτικότητας του αψεντιού σε αλκοόλ.
Οι περισσότερες συνταγές σήμερα χρειάζονται λίγες σταγόνες αψέντι. Για να φτιάξουμε ένα τέτοιο κοκτέιλ βάζουμε 1 σταγόνα αψέντι σε ένα παγωμένο ποτήρι κοκτέιλ coupe και το γυρνάμε μέχρι να επικαλύψει όλο το εσωτερικό του ποτηριού. Στην συνέχεια, το αφήνουμε στην άκρη ή το βάζουμε ξανά στο ψυγείο. Βάζουμε 45 ml ρούμι, 15 ml Lillet Blanc, 15 ml φρέσκο χυμό γκρέιπφρουτ, 15 ml φρέσκο χυμό λεμονιού και 1 κουταλιά της σούπας πορτοκάλι μαρμελάδα σε ένα σέικερ και χτυπάμε για μερικά δευτερόλεπτα. Το αδειάζουμε στο ποτήρι και γαρνίρουμε με μια φλούδα γκρέιπφρουτ, απολαμβάνοντας όλα τα αρώματα.
Louis-Marie Homberg “La buveuse d’absinthe”
Τι έπινε ο Πικάσο; Αψέντι. Το πράσινο ποτό «χρωμάτισε» έντονα τους καμβάδες του νεαρού Πάμπλο Πικάσο. Όπως πολλοί καλλιτέχνες της γενιάς του, ο Ισπανός ζωγράφος, ιδρυτής του κυβισμού, εμπνεύστηκε ιδιαίτερα από τις παραισθήσεις που του προκαλούσε η «πράσινη νεράιδα», όπως αποκαλούνταν το αψέντι.
Βρισκόμαστε στο Παρίσι στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου. Ένας μικρόσωμος άντρας κάνει ποδήλατο στους δρόμους της πόλης. Μερικές φορές φωνάζει και πέφτει κάτω… Είναι επειδή αρχίζει να μεθάει από το αψέντι, την αγαπημένη του Θεά, την «πράσινη νεράιδα». Ένα ποτό που το καταναλώνει σε μεγάλες ποσότητες, αγνό, χωρίς να το αραιώνει με νερό και να προσθέτει ζάχαρη, όπως έκαναν άλλοι.
Είναι ένας φοβερός τύπος που κουβαλάει περίστροφο το οποίο χρησιμοποιεί για να ανοίγει μπουκάλια και έχει γράψει ένα θεατρικό έργο που παίχτηκε μόνο μια φορά, δεδομένου του σκανδάλου που προκάλεσε.
Αυτός ο άνθρωπος είναι ο Γάλλος συγγραφέας Alfred Jarry, 23 ετών τότε. Το έργο, το περίφημο Ubu Roi παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι στις 10 Δεκεμβρίου 1896, και προκάλεσε τεράστια εντύπωση στο κοινό αλλά και αρνητικές κριτικές καθώς ανέτρεπε πολιτιστικούς κανόνες και συμβάσεις. Σε μερικούς από τους θεατές, όπως ο WB Yeats και ο Catulle Mendès, το έργο συνιστούσε ένα γεγονός επαναστατικής σημασίας. Και πράγματι το έργο άνοιξε τον δρόμο γι’ αυτό που έγινε γνωστό ως μοντερνισμός. Πρόδρομος του Νταντά , του Σουρεαλισμού και του Θεάτρου του Παραλόγου. Είναι το πρώτο από τα τρία στυλιζαρισμένα μπουρλέσκ στα οποία ο Jarry σατιρίζει την εξουσία, που γεννά η επιτυχία, την απληστία και την αισχρή στάση της αυτάρεσκης αστικής τάξης.
Ο Jarry δεν έζησε πολύ: όπως συμβαίνει συχνά με τους θρύλους, θα πεθάνει νέος. Στα 34 του είναι ήδη ένα πτώμα, πραγματικό, όχι σαν αυτό που είχε μιμηθεί λίγες μέρες πριν για να φωτογραφηθεί.
Είναι εικασία ότι ο Πάμπλο Πικάσο γνώριζε προσωπικά τον Jarry κατά την διάρκεια των πολλών παραμονών του στο Παρίσι. Όπως εξηγεί ο δοκιμιογράφος Inocente Soto σε ένα άρθρο με τίτλο «Ubú Picasso» ο Πικάσο είχε παρακολουθήσει παραστάσεις έργων που είχαν επηρεαστεί από το Ubu roi. Φαίνεται επίσης ότι μόλις πέθανε ο Jarry, ο Πικάσο κληρονόμησε το περίστροφό του, τα χειρόγραφα και μερικά άλλα υπάρχοντά του. Ίσως αυτή η μυστική κληρονομιά, σε συνδυασμό με το αψέντι, οδήγησε τον νεαρό ζωγράφο σε μια παραμόρφωση χρωμάτων και σωμάτων, σε κατακερματισμό επιφανειών και επιπέδων…
Ως πότης αψέντι, ο Πικάσο έβλεπε τους ανθρώπους μπλε και τους ζωγράφιζε έτσι. Μετά θα τους δει ροζ και θα τους αναπαραστήσει σε αυτούς τους τόνους. Τελικά, θα τα δει παράξενα, σαν να είναι σπασμένα σε πολλά επίπεδα ή σε γεωμετρικά σχήματα, και έτσι θα τα ζωγραφίσει.
Πριν από μερικά χρόνια, η συγγραφέας και πολιτιστική κριτικός Jane Ciabbatari ανέφερε σε ένα άρθρο για το BBC ότι το μυθικό ποτό:
«Γεννούσε οράματα και ονειρικές καταστάσεις που αντανακλώνταν στο καλλιτεχνικό έργο, και ότι ήταν η αφορμή για τον Συμβολισμό, τον Σουρεαλισμό, τον Μοντερνισμό, τον Ιμπρεσιονισμό, τον Μετα-Ιμπρεσιονισμό και τον Κυβισμό».
Ήταν το αψέντι η μεγάλη δημιουργική κινητήρια δύναμη πίσω από όλα αυτά τα ρεύματα. Ο Μανέ, ο Μονέ, ο Ντεγκά, ο Βαν Γκογκ και ο Τουλούζ-Λωτρέκ, που θεωρούνται πλέον μεγάλοι δάσκαλοι της εποχής, ζωγράφιζαν αμέτρητα πορτρέτα πίνοντας αψέντι, απεικόνιζαν μάλιστα το ίδιο το ποτό στους πίνακές τους. Ο Πικάσο δεν αποτελεί εξαίρεση.
Μια βουβή ταινία του 1914, το Absinthe πρωταγωνίστησε στον King Baggot ως έναν Παριζιάνο καλλιτέχνη που εθίζεται στο αψέντι και οδηγείται σε ληστείες και φόνο.
Στην ταινία Madame X του 1966, η σταρ της ταινίας Λάνα Τέρνερ εθίζεται στο αψέντι ενώ ζούσε στο Μεξικό, μια από τις λίγες χώρες στις οποίες το αψέντι ήταν νόμιμο τον 20ό αιώνα.
Μια σειρά από ταινίες όπως EuroTrip, Girls Trip και Moulin Rouge! έχουν παρουσιάσει ακολουθίες παραισθήσεων μετά από χαρακτήρες που πίνουν αψέντι, σε σχέση με τις μυθικές παραισθησιογόνες ιδιότητες του ποτού. EuroTrip και Moulin Rouge! περιλαμβάνουν προσωποποιήσεις της «πράσινης νεράιδας» σε αυτές τις σεκάνς, που υποδύονται οι Steve Hytner και Kylie Minogue, αντίστοιχα.
Στον πίνακα La Buveuse d’absinthe (La Buveuse accoudée), 1901.
Η γυναίκα κοιτάζει το κενό, τα χείλη της είναι πολύ κόκκινα και το ποτό στο ποτήρι της, πολύ πράσινο. Το όνομά της δεν αναγράφεται στον πίνακα, αλλά το πρόσωπο της γυναίκας βρίσκεται σε πολλά άλλα έργα της ίδιας περιόδου. Όλα δείχνουν ότι είναι η Οντέτ, η πρώτη Παριζιάνα φίλη του Πικάσο… Ο Πικάσο απεικόνισε το αψέντι σε διάφορα έργα του, συμπεριλαμβανομένων των πινάκων Woman Drinking Absinthe (1901), Bottle of Pernod and Glass (1912) και το γλυπτό Absinthe Glass (1914)
“Η πράσινη νεράιδα” στην Κλασική λογοτεχνία.
Όσο εξέχουσα κι αν ήταν η επιρροή του αψέντι στην εικαστική τέχνη, είναι ίσως ακόμη πιο αξιοσημείωτη στο πλαίσιο της λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Παρακάτω είναι μια σύντομη λίστα σημαντικών συγγραφέων που πιστώνουν ένα μέρος της λογοτεχνικής τους επιτυχίας στο ποτό.
Ο Alfred Jarry είναι κυρίως ο συγγραφέας του γαλλικού παραλόγου θεατρικού έργου, Ubu Roi. Ο Jarry ανέφερε ότι χρησιμοποιούσε αψέντι για να «συνδυάσει το όνειρο και την πραγματικότητα, την τέχνη και τον τρόπο ζωής». Το ποτό θεωρήθηκε από τον συγγραφέα ότι ήταν βασικό μέρος της δημιουργικής του διαδικασίας.
Ο Arthur Rimbaud ήταν ένας νεαρός Παριζιάνος ποιητής που είχε εμπλακεί σε ομοφυλοφιλική σχέση με τον Paul Verlaine, έπιναν μαζί μεγάλες ποσότητες αψέντι. Η σχέση τους έληξε όταν ο Ρεμπό πυροβολήθηκε στο χέρι από τον Βερλαίν, ο οποίος στην συνέχεια καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Αργότερα στην ζωή ο Ρεμπώ σταμάτησε να πίνει αψέντι και να γράφει ποίηση κι αντ’ αυτού ασχολήθηκε με στρατιωτικά κατορθώματα και όπλα. Εξακολουθεί να θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της Γαλλίας.
Ο Μπωντλαίρ ήταν μανιώδης πότης αψέντι. Αν και ποτέ δεν έγραψε συγκεκριμένα για το αψέντι, το ανέφερε στο διάσημο ποίημά του “Get Drunk”.
Ο Έρνεστ Ντάουσον ήταν ένας σημαντικός Άγγλος ποιητής που έγραψε κυρίως ένα ποίημα αφιερωμένο στο αψέντι με το όνομα «Absinthia Taetra».
Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ παρουσιάζει το αψέντι στο διήγημα “Hills Like White Elephants” (1927) και στο For Whom the Bell Tolls (1940), απογοητευμένος από την ποιότητα του ποτού, ο Robert Jordan στρέφεται στο αψέντι ενώ πολεμά με τους πιστούς αντάρτες. Ο ίδιος ο Χέμινγουεϊ έπινε συχνά αψέντι και προμηθεύτηκε το αψέντι του από την Ισπανία και την Κούβα μετά την απαγόρευση.
Ο Guy de Maupassant ήταν ένας νατουραλιστής Γάλλος συγγραφέας. Θεωρείται γενικά ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους διηγηματογράφους. Σε ένα διάσημο έργο πεζογραφίας, «A Queer Night in Paris», περιγράφει τις μυρωδιές και τις αισθήσεις του αψέντι στους δρόμους του Παρισιού και κάνει μια απροκάλυπτη αναφορά στην «ώρα να πάρεις αψέντι».
Ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν άπληστος καταναλωτής αψέντι και συχνά έγραφε για το ποτό σε σχέση με την δημιουργική διαδικασία. Ο Wilde είπε,
“Τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα σε ένα ποτήρι αψέντι και ένα ηλιοβασίλεμα; Μετά το πρώτο ποτήρι αψέντι βλέπεις τα πράγματα όπως θα ήθελες να ήταν. Μετά το δεύτερο, βλέπεις τα πράγματα όπως δεν είναι. Τέλος, βλέπεις τα πράγματα όπως είναι πραγματικά, και αυτό είναι το πιο φρικτό πράγμα στον κόσμο”.
Ο Paul Marie Verlaine ήταν ένας διάσημος Παριζιάνος ποιητής του ύφους της Βοημίας. Αν και έγραψε εκτενώς για τα οφέλη του αψέντι στα πρώτα του χρόνια, αργότερα ισχυρίστηκε ότι είχε συναναστραφεί με πόρνες και άνδρες ενώ το έπινε και κατηγόρησε το ποτό για τις πτώσεις του. Ακόμη και όταν βρισκόταν στο κρεβάτι του θανάτου του, οι φίλοι του έλεγαν ότι του έκρυβαν μπουκάλια κάτω από το μαξιλάρι του.
Το Wormwood: A Drama of Paris (1890) της Marie Corelli ήταν ένα δημοφιλές μυθιστόρημα για έναν Γάλλο που οδηγήθηκε σε φόνο και καταστροφή αφού μυήθηκε στο αψέντι. Ο Κορέλι σκόπευε σε μια ηθική ιστορία για τους κινδύνους του ποτού, με έναν σύγχρονο μελετητή να το συγκρίνει με την ταινία προπαγάνδας κατά των ναρκωτικών Reefer Madness. Το βιβλίο συνέβαλε σε επακόλουθες απαγορεύσεις του αψέντι στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Dennis Wheatley συμπεριέλαβε μια συνεδρία αψέντι στο μυθιστόρημά του για το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου το 1914, The Second Seal (1950). Ο Wheatley ήταν έμπορος κρασιού για πολλά χρόνια, με μεγάλο απόθεμα οινοπνευματωδών ποτών και λικέρ επίσης και πάντα έγραφε πολλές πληροφορίες για το θέμα της πράσινης νεράιδας στα βιβλία του. Ο ήρωάς του, ο Δούκας ντε Ρισλό, έχει σταλεί από την βρετανική υπηρεσία πληροφοριών σε μια αποστολή στην Βιέννη. Πρέπει να ματαιώσει μια συνωμοσία του Μαύρου Χεριού για να διαταράξει την ειρήνη της Ευρώπης, και έτσι φυσικά πρέπει να συγκεντρώσει τις σκέψεις του:
“Ενστικτωδώς περπάτησε πίσω από το Ring προς τον Sachers. Εκεί ανέβηκε στο δωμάτιό του, κάθισε στο κρεβάτι του για λίγο, μετά χτύπησε τον σερβιτόρο και παρήγγειλε ένα διπλό Αψέντι. Όταν έφτασε, πρόσθεσε ζάχαρη και νερό και ήπιε σιγά σιγά το υγρό οπάλιο. Δεν είχε πιο αντιληπτό λάκτισμα από το χυμό λάιμ, ή ένα αραιωμένο μείγμα παρηγορικού βήχα που έμοιαζε με γεύση, αλλά ήξερε ότι είχε κρυφές ιδιότητες που θα λειτουργούσαν σαν ναρκωτικό για να καθαρίσει και να επιταχύνει τον εγκέφαλό του.”
Το αψέντι συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό στην πλοκή του μυθιστορήματος The Basic Eight (1999), του Ντάνιελ Χάντλερ, το οποίο παρουσιάζει χαρακτήρες από την Βοημία που παρασύρονται στο αψέντι από την επικίνδυνη ιστορία του.
Μια παραίσθηση από αψέντι ενέπνευσε έναν φόνο στο The Second Glass of Absinthe (2003), ένα μυθιστόρημα μυστηρίου της Michelle Black, που διαδραματίζεται το 1880 στο Leadville του Κολοράντο.
Η Asinthe δανείζει το όνομα στο μυθιστόρημα του Kyell Gold Green Fairy. Η πράσινη νεράιδα είναι η κινητήρια δύναμη στο Dangerous Spirits, στο οποίο πολλοί πρωταγωνιστές την χρησιμοποιούν για να επικοινωνούν με πνεύματα.
Η Gemma Doyle, ο κύριος χαρακτήρας του σίκουελ της Libba Bray το 2007, Rebel Angels (που διαδραματίζεται το 1895), πίνει αψέντι με τις φίλες της σε μια χριστουγεννιάτικη χοροεσπερίδα και βιώνει παραισθήσεις.
Το I Hope They Serve Beer in Hell (2006) περιέχει μια ιστορία στην οποία ο συγγραφέας, Tucker Max, βιώνει το αψέντι για πρώτη φορά.
Το Absinthe Cloud (LePage/Dupuy 2012) είναι ένα κατασκοπευτικό θρίλερ του Τίμοθι Έβερχαρτ.
Οι χαρακτήρες του διηγήματος της Poppy Z. Brite, “His Mouth Will Taste of Wormwood”, ανακαλύπτουν ένα τελάρο αψέντι, η κατανάλωση του οποίου αποτελεί το σκηνικό στο οποίο συμβαίνουν οι παραβατικές γελοιότητες τους. Το διήγημα βρίσκεται στο Έμβρυο Βάλτου. Οι χαρακτήρες στο βιβλίο της Lost Souls πίνουν επίσης αψέντι.
Ο χαρακτήρας των Douglas Preston and Lincoln Child, Aloysius Pendergast, δείχνει μια συγγένεια για το αψέντι σε πολλά μυθιστορήματα.
Το αψέντι αναφέρεται επανειλημμένα στην ιστορία του Andrei Gusev The Writer’s Wife Likes BDSM (2016).
Στο εικαστικό μυθιστόρημα Umineko no Naku Koro ni, το αψέντι είναι το ποτό που προτιμά ο Kinzo. Μπορεί να τον οδήγησε στην τρέλα λόγω των υποτιθέμενων παραισθησιογόνων ιδιοτήτων του.
Ο Don and Mike Show με έδρα την Ουάσιγκτον DC έχει μια παράδοση κάθε δύο χρόνια να κάνει μια ολόκληρη τετράωρη εκπομπή πίνοντας αψέντι, με συμμετοχή κοινού, συνεντεύξεις και ένα τμήμα ειδήσεων.
Σε ένα επεισόδιο της σειράς του GSN Late Night Liars, ο παρουσιαστής Larry Miller παρουσιάστηκε να παρουσιάζει την Νυφίτσα στο αψέντι, σχολιάζοντας την παρανομία και την παραισθησιογόνο φύση του. Μετά από μία μόνο γουλιά, ο Weasel τρομοκρατημένος φώναζε ότι το παπιγιόν του προσπαθούσε να τον «πνίξει».
Στις 4 Μαΐου 2012, το επεισόδιο του Eastenders, ο Derek αποκτά πολλά μπουκάλια με αψέντι και στην συνέχεια προσλαμβάνει τον Tyler Moon και τον Billy Mitchell για να τα διανείμουν στην πλατεία Albert Square. Αργότερα, κατά την διάρκεια του επεισοδίου, μετά από καυγά με την οικογένειά της, η Lauren δείχνει στους φίλους της Whitney και Lucy ένα μπουκάλι Absinthe (το οποίο είχε αγοράσει νωρίτερα) από την τσάντα της και το ανοίγει, από εδώ το επεισόδιο τελειώνει σε άλλο cliffhanger.
Η κορυφαία τηλεοπτική σειρά του The Thirsty Traveler του The Fine Living Channel αφιέρωσε ένα ολόκληρο επεισόδιο στο αψέντι το 2004. Ο οικοδεσπότης ταξίδεψε σε πολλά αποστακτήρια σε διάφορες χώρες και παρατήρησε τη διαδικασία και τις γεύσεις του σύγχρονου αψέντι.
Το επεισόδιο της 8ης Ιανουαρίου 2013 του New Girl, “Cabin”, περιλαμβάνει χαρακτήρες που πίνουν ένα μπουκάλι αψέντι ενώ μένουν σε μια καμπίνα.
Το επεισόδιο των Simpsons “The War of Art” περιλαμβάνει μια παροδική εκδοχή του αψέντι από κάπαρη που ονομάζεται “strupo”.
Οι Damned ηχογράφησαν ένα τραγούδι με τίτλο “Absinthe” στο άλμπουμ τους Grave Disorder που κυκλοφόρησε το 2001. Ήταν δείγμα της γραμμής που έλεγε ο Gary Oldman στην ταινία Dracula αναφερόμενος στην πράσινη νεράιδα.
Το τραγούδι των Ghost “Spirit” από το άλμπουμ Meliora αναφέρεται ευθέως στο αψέντι. Οι στίχοι περιλαμβάνουν το “Your green muse”.
Το βίντεο των Nine Inch Nails για το ” The Perfect Drug ” δίνει στον Τρεντ Ρέζνορ τον θλιμμένο πατέρα που πίνει αψέντι ως απόδραση.
Ο Marilyn Manson ήταν φανατικός λάτρης του αψέντι από την ηχογράφηση του άλμπουμ Holy Wood (In the Shadow of the Valley of Death). Έχει επίσης αναπτύξει την δική του επωνυμία του ποτού, με τίτλο Mansinthe.
Ο Mayer Hawthorne έχει ένα τραγούδι με τίτλο “Green Eyed Love” στο πρώτο του άλμπουμ A Strange Arrangement. Αν και οι στίχοι του τραγουδιού φαίνεται να αντανακλούν την σχέση του με ένα κορίτσι με πράσινα μάτια, το μουσικό βίντεο βάζει τους στίχους σε διαφορετικό πρίσμα, όπου μπορούμε να δούμε τον Mayer Hawthorne να ετοιμάζει ασυνήθιστα ένα ποτήρι αψέντι και να υποφέρει από παραισθήσεις μετά.
Ο Vincent van Gogh δεν ήταν άνθρωπος με μέτρο και έπινε μεγάλες ποσότητες αψέντι ενώ δημιουργούσε το χαρακτηριστικό του στυλ ζωγραφικής. Το επεισόδιο αφαίρεσης του αυτιού του αποδίδεται στην υπερκατανάλωση αψέντιου όπως και η άπλετη χρήση του κίτρινου χρώματος στα έργα του. Ειδικά η “Έναστρη Νύχτα” είναι επηρεασμένη από την “πράσινη νεράιδα”. Η “Έναστρη Νύχτα” είναι ελαιογραφία σε καμβά. Φιλοτεχνημένος τον Ιούνιο του 1889, απεικονίζει την θέα από το δυτικό παράθυρο του δωματίου του στο άσυλο Σεν Ρεμί ντε Προβάνς, μόλις πριν την ανατολή του ηλίου, με την προσθήκη ενός εξιδανικευμένου χωριού. Εκτίθεται στην μόνιμη συλλογή του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στην Νέα Υόρκη από το 1941 και αποκτήθηκε μέσω του κληροδοτήματος Λίλι Π. Μπλις. Θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του Βαν Γκογκ και είναι ένας από τους πιο γνωστούς κι ακριβότερους πίνακες στην ιστορία του Δυτικού πολιτισμού.
Ο Vincent van Gogh υπέφερε από ψυχωσικά επεισόδια και παρόλο που ανησυχούσε για την ψυχική του σταθερότητα, συχνά παραμελούσε την σωματική του υγεία, δεν έτρωγε σωστά και έπινε πολύ, ειδικά την πράσινη νεράιδα. Η φιλία του με τον Γκωγκέν τελείωσε μετά από μια αντιπαράθεση με ένα ξυράφι, όταν έξαλλος έκοψε μέρος του αριστερού του αυτιού. Πέρασε χρόνο σε ψυχιατρικά νοσοκομεία, συμπεριλαμβανομένης μιας περιόδου στο Saint-Rémy. Αφού πήρε εξιτήριο και μετακόμισε στο Auberge Ravoux στο Auvers-sur-Oise κοντά στο Παρίσι, τέθηκε υπό την φροντίδα του ομοιοπαθητικού γιατρού Paul Gachet. Η κατάθλιψή του παρέμεινε και στις 27 Ιουλίου 1890, ο Βαν Γκογκ αυτοπυροβολήθηκε στο στήθος με περίστροφο, πεθαίνοντας από τα τραύματά του δύο ημέρες αργότερα.
Ο Vincent van Gogh ήταν εμπορικά ανεπιτυχής κατά την διάρκεια της ζωής του και θεωρήθηκε τρελός κι αποτυχημένος. Καθώς έγινε διάσημος μόνο μετά την αυτοκτονία του, έγινε αντιληπτός ως μια παρεξηγημένη ιδιοφυΐα στην φαντασία του κοινού. Η φήμη του μεγάλωσε στις αρχές του 20ου αιώνα καθώς στοιχεία του στυλ του ενσωματώθηκαν από τους Fauves και τους Γερμανούς Εξπρεσιονιστές. Απέκτησε ευρεία κριτική και εμπορική επιτυχία τις επόμενες δεκαετίες και τον θυμούνται ως σημαντικό αλλά τραγικό ζωγράφο του οποίου η ταραγμένη προσωπικότητα χαρακτηρίζει το ρομαντικό ιδεώδες του βασανισμένου / πότη καλλιτέχνη. Σήμερα, τα έργα του Βαν Γκογκ συγκαταλέγονται στους πιο ακριβούς πίνακες στον κόσμο που έχουν πουληθεί ποτέ, και η κληρονομιά του τιμάται από ένα μουσείο στο όνομά του, το Μουσείο Vincent van Gogh στο Άμστερνταμ, το οποίο διαθέτει την μεγαλύτερη συλλογή έργων ζωγραφικής και σχεδίων του στον κόσμο.
Edgar Degas “L’Absinthe” (The Absinthe Drinker or Glass of Absinthe)
Είναι ένας πίνακας του Edgar Degas, ζωγραφισμένος μεταξύ 1875 – 1876. Ο αρχικός του τίτλος ήταν Dans un Café, ένα όνομα που χρησιμοποιείται συχνά σήμερα. Άλλοι πρώτοι τίτλοι ήταν “Σκίτσο ενός γαλλικού καφέ” και “Φιγούρες στο καφενείο”. Στην συνέχεια, όταν εκτέθηκε στο Λονδίνο το 1893, ο τίτλος άλλαξε σε L’Absinthe, το όνομα με το οποίο ο πίνακας είναι πλέον ευρέως γνωστός. Βρίσκεται στην μόνιμη συλλογή του Musée d’ Orsay στο Παρίσι.
Το έργο απεικονίζει μια γυναίκα και έναν άνδρα να κάθονται δίπλα-δίπλα, να πίνουν ένα ποτήρι αψέντι. Εμφανίζονται ληθαργικά και μοναχικά. Ο άνδρας, φορώντας ένα καπέλο, κοιτάζει προς τα δεξιά από την άκρη του καμβά, ενώ η γυναίκα, ντυμένη πιο επίσημα με μοντέρνο φόρεμα και καπέλο, κοιτάζει κενά προς τα κάτω. Ένα ποτήρι γεμάτο με αψέντι είναι στο τραπέζι μπροστά της. Τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται στον πίνακα είναι η Ellen Andrée, μια ηθοποιός που εμφανίστηκε επίσης στους πίνακες του Édouard Manet Chez le père Lathuille and Plum Brandy, και Marcellin Desboutin, ζωγράφος και χαράκτης. Το καφέ όπου παίρνουν το “πράσινο φίδι” είναι το Café de la Nouvelle-Athènes στο Παρίσι.
Κατά την πρώτη προβολή του το 1876, το έργο έγινε κόκκινο πανί από τους κριτικούς, οι οποίοι το χαρακτήρισαν άσχημο και αποκρουστικ’ο. Αποθηκεύτηκε μέχρι να εκτεθεί ξανά το 1892, αλλά αντιμετωπίστηκε και πάλι με χλευασμό. Ο πίνακας παρουσιάστηκε ξανά στην Γκαλερί Grafton στην Αγγλία το 1893, αυτή την φορά με τίτλο L’Absinthe, όπου πυροδότησε ακόμη μεγαλύτερη διαμάχη. Οι άνθρωποι και το αψέντι που αναπαριστώνται στον πίνακα θεωρούνταν από τους Άγγλους κριτικούς συγκλονιστικά ταπεινωμένα και άτεχνα.
Πολλοί θεώρησαν τον πίνακα ως πλήγμα στην ηθική τους, αυτή ήταν η γενική άποψη τέτοιων βικτοριανών όπως ο Sir William Blake Richmond και ο Walter Craneόταν όταν παρουσιάστηκε ο πίνακας στο Λονδίνο. Αυτή η αντίδραση ήταν χαρακτηριστική της εποχής, αποκαλύπτοντας την βαθιά καχυποψία με την οποία η βικτωριανή Αγγλία αντιμετώπιζε την τέχνη στην Γαλλία από τις πρώτες μέρες της Σχολής Barbizon, και την επιθυμία να βρει ένα ηθικά ανυψωτικό μάθημα στα έργα τέχνης.
Ο ίδιος ο Ντεγκά δεν αποκάλεσε ποτέ τον πίνακα “L’ Absinthe”, ήταν είτε ο έμπορος έργων τέχνης του είτε ένας μεταγενέστερος ιδιοκτήτης που του έδωσε το όνομα. Χρόνια αργότερα, πυροδότησε αναταραχή στον κόσμο της τέχνης του Λονδίνου κι ο ζοφερός ρεαλισμός του “L’ Absinthe” (ένα θέμα δημοφιλές στους μποέμ καλλιτέχνες) έγινε αντιληπτός από τους κριτικούς τέχνης του Λονδίνου ως μάθημα κατά του αλκοόλ και των Γάλλων γενικότερα. Το σχόλιο του Τζορτζ Μουρ για την γυναίκα που απεικονίζεται ήταν: “Τι πόρνη !” και πρόσθεσε, «το παραμύθι δεν είναι ευχάριστο, αλλά είναι ένα μάθημα». Ωστόσο, στο βιβλίο του Modern Painting, ο Moore μετάνιωσε που έδωσε ένα ηθικό δίδαγμα στο έργο, υποστηρίζοντας ότι «Ο πίνακας είναι απλώς ένα έργο τέχνης και δεν έχει καμία σχέση με το ποτό ή την κοινωνιολογία».
Viktor Oliva’s “Absinthe Drinker” («Αψέντι Πότης» του Βίκτορ Ολίβα).
Οι θεατές του έργου θα δουν και θα ακούσουν την οπτασία μιας πράσινης νεράιδας. Ο Viktor Oliva ήταν ένας Nouveau καλλιτέχνης που ερωτεύτηκε τον μποέμ παριζιάνικο τρόπο ζωής στα τέλη της δεκαετίας του 1880 και είχε αγάπη για το αψέντι. Το πιο γνωστό του έργο είναι το «Αψέντι Πότης». Ο πίνακας παρουσίαζε έναν πότη αψέντι και μια πράσινη γυναίκα. Βασίστηκε στο φαινόμενο γνωστό ως «Η πράσινη νεράιδα», από τις παραισθησιογόνες επιδράσεις του αψεντιού.
Όταν κάποιος κοιτάζει τον πίνακα και στην συνέχεια καταναλώσει αψέντι μέσα στις επόμενες τρεις ώρες, θα εμφανιστεί μια πράσινη γυναίκα. Μόνο οι πότες αψεντιού θα μπορούν να την δουν και να την ακούσουν. Είναι πραγματικά πολύ ωραία, είναι πολύ μυστήρια. Αλλά, δεν θα εξαφανιστεί μέχρι να περάσουν τρεις ώρες. Ο Artie και ο James πήραν το έργο από το Café Slavia στην Πράγα, αφήνοντας πίσω τους ένα πιστό αντίγραφο. Ενημερώθηκαν γι’ αυτό το τεχνούργημα από συνεχείς αναφορές για μια «πράσινη σερβιτόρα» την οποία κανείς άλλος δεν μπορούσε να δει. Ο Artie περιστασιακά ενεργοποιεί αυτό το τεχνούργημα και αναπολεί την Πράσινη Νεράιδα όταν νιώθει μοναξιά.
Édouard Manet “The Absinthe Drinker”
Ο Πότης Αψέντι (γαλλικά: Le Buveur d’absinthe ) είναι ένας πρώιμος πίνακας του Édouard Manet, που δημιουργήθηκε το 1859, και θεωρείται ο πρώτος σημαντικός πίνακας και το πρώτο πρωτότυπο έργο του. Τώρα βρίσκεται στη συλλογή της Ny Carlsberg Glyptotek στην Κοπεγχάγη, Δανία. Ο Manet έγινε μαθητής στο στούντιο του Thomas Couture από το 1850, αλλά με την πάροδο του χρόνου αντιπαθούσε το στυλ του master’s Salon και στην συνέχεια δημιούργησε το δικό του στούντιο το 1856. Ελάχιστα από τα πρώτα έργα του Manet σώζονται και πολλά μπορεί να έχουν καταστραφεί από τον ίδιο τον Manet.
Το Absinthe Drinker είναι ένα ολόσωμο πορτρέτο ενός αλκοολικού σιφονιέ (κουρελοσυλλέκτη) ονόματι Collardet που σύχναζε σε εκείνη την περιοχή γύρω από το Λούβρο στο Παρίσι. Το Collardet είναι βαμμένο κυρίως σε καφέ, γκρι και μαύρους τόνους. Το θέμα είναι όρθιο, φορά μαύρο καπέλο και είναι τυλιγμένο με καφέ μανδύα, σαν αριστοκράτης. ακουμπάει σε μια προεξοχή με το άδειο μπουκάλι πεταμένο στο πάτωμα από τα πόδια του.
Ο Μανέ πρόσθεσε αργότερα ένα μισογεμάτο ποτήρι αψέντι στην προεξοχή. Επηρεασμένος από τον ρεαλισμό του Gustave Courbet, το έργο δείχνει ένα εγκόσμιο θέμα σε μεγάλη κλίμακα, με διαστάσεις 180,5 εκατοστά (71,1 ίντσες) ύψος και 105,6 εκατοστά (41,6 ίντσες) πλάτος. Ο Μανέ μπορεί να εμπνεύστηκε από το ποίημα Le Vin des chiffonniers (“Το κρασί των κουρελιών”) στην συλλογή του Charles Baudelaire του 1857 Les Fleurs du mal, από πίνακες απλών ανθρώπων του Ντιέγκο Βελάσκεθ (ιδιαίτερα τους πίνακές του του Αισώπου και του Menippus ), και από το L’Indifférent του Watteau.
Κοντά στην ολοκλήρωση του πίνακα, ο Μανέ έδειξε το έργο στον πρώην αφέντη του. Ερωτηθείς για την γνώμη του, ο Couture φέρεται να απάντησε: “Ένας αψέντι! Και ζωγραφίζουν έτσι αηδίες! Καημένε μου φίλε, εσύ είσαι το αψέντι. Εσύ είσαι που έχεις χάσει την ηθική σου αίσθηση”. Το έργο “Ο πότης Αψέντι” ήταν το πρώτο έργο που υπέβαλε ο Μανέ στο Σαλόνι του Παρισιού το 1859. Απορρίφθηκε μόνο με τον Eugène Delacroix να ψηφίσει υπέρ του. Μέρος του λόγου της απόρριψής του είναι το αντικείμενό του. Το αψέντι θεωρήθηκε εθιστικό και θεωρήθηκε ηθικά εκφυλισμένο, και αυτή ήταν μια από τις πρώτες απεικονίσεις του αψέντι στην τέχνη. Ο πίνακας πουλήθηκε στον τραγουδιστή της όπερας Jean-Baptiste Faure το 1906 και εκτέθηκε στο Statens Museum for Kunst στην Κοπεγχάγη το 1914 όταν αποκτήθηκε για το Ίδρυμα Ny Carlsberg. Ήταν ένα από τα πρώτα μοντέρνα έργα που προστέθηκαν στην συλλογή στο Ny Carlsberg Glyptotek, όπου διατηρείται ακόμα.
Ο Henri de Toulouse-Lautrec “Monsieur Boileau au café”
Ο καλλιτέχνης ήταν διαβόητος για την κατανάλωση της “πράσινης νεράιδας”. Συχνά ζωγράφιζε ιμπρεσιονιστικές σκηνές από τους οίκους ανοχής και τα νυχτερινά σημεία της Μονμάρτρης του 19ου αιώνα. Ο Λοτρέκ ήταν ακόμη γνωστός ότι κουβαλούσε ένα κούφιο καλάμι γεμάτο με αψέντι κατά την διάρκεια μεγάλων νυχτών στο Παρίσι. Ένα παράδειγμα του έργου του Λωτρέκ με το αψέντι είναι ο πίνακας Monsieur Boileau au café.
Léon Spilliaert “Ο Πότης Αψιθιάς” (Ολλανδικά: De absintdrinkster)
Eίναι ένας πίνακας του ζωγράφου της Léon Spilliaert. Το έργο, επηρεασμένο από συμβολισμούς, ζωγραφίστηκε κατά την πιο δημιουργική περίοδο της καριέρας του, μεταξύ 1899 και 1912. Επιστρέφοντας στην Οστάνδη, την πατρίδα του, το 1904, μετά από μια σύντομη παραμονή στο Παρίσι, ο Spilliaert δημιούργησε την διάσημη σειρά των δεκαπέντε αυτοπροσωπογραφιών του. Το 1907, ο Spilliaert ζωγράφισε το La drinker d’absinthe, το οποίο σχετίζεται υφολογικά με αυτή την σειρά αυτοπροσωπογραφιών. Το 2015, το King Baudouin Foundation Heritage Fund απέκτησε τον πίνακα σε πώληση στον οίκο Sotheby’s στο Παρίσι για 483.000€. Ο πίνακας έχει κατατεθεί στο Μουσείο Καλών Τεχνών στην Γάνδη.
Ο πίνακας αναπαριστά μια νεαρά. Είναι ζωγραφισμένη με το πρόσωπο, έτσι ώστε ο θεατής να μπορεί να δει καθαρά τις καταστροφικές συνέπειες του αλκοολισμού της. Η φυσιογνωμία του προσώπου είναι έντονα στυλιζαρισμένη και αναδεικνύει ιδιαίτερα τις μαύρες κόρες βαθιά κολλημένες στις κοιλότητες των ματιών. Το θέμα καταλαμβάνει σχεδόν όλο τον εικαστικό χώρο, χωρίς αναφορά στο περιβάλλον στο οποίο κάθεται. Το ίδιο το αψέντι δεν φαίνεται στην εικόνα. Ο πίνακας δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας μια ποικιλία τεχνικών, όπως ακουαρέλα, ινδική μελάνη και χρωματιστό μολύβι σε χαρτί.
Axel Torneman, “Absinthe”, 1902
Ο Johan Axel Gustaf Törneman (1880 – 1925) ήταν ένας από τους πρώτους μοντερνιστές ζωγράφους της Σουηδίας. Γεννημένος στο Persberg, Värmland, στην Σουηδία, μεγάλωσε για να εργαστεί σε πολλά μοντερνιστικά στυλ, ήταν ένας από τους πρώτους Σουηδούς εξπρεσιονιστές καλλιτέχνες και έγινε μέρος της διεθνούς πρωτοπορίας στην τέχνη αφού αγκάλιασε πιο αφηρημένα στυλ τέχνης στην Γερμανία και την Γαλλία. Εξελίσσονταν εκεί στις αρχές του 1900. Δημιούργησε τους πιο διάσημους πίνακές του, Night Café I and II, και Trait, στην Γαλλία το 1905. Αυτοί οι πίνακες του νυχτερινού καφέ, φτιαγμένοι από μελέτες στην Place Pigalle, και σε άλλα νυχτερινά κέντρα που είναι δημοφιλή σε καλλιτέχνες όπως το Café du Rat Mort (Dead Rat Café), θεωρούνται δύο από τα πιο σημαντικά έργα του σουηδικού μοντερνισμού και θεωρούνται πρωτοποριακό έργο του σουηδικού μοντερνισμού.
***
@Eos Anagnostou /edwhellas.gr / 2017













