Topics:

Αναξαγόρας Περί του Νου

«Σ’ αυτόν το μικρό λαό εναπόκειτο να δημιουργήσει την αρχή της προόδου και, με εξαίρεση τις τυφλές δυνάμεις της φύσης, δεν υπάρχει τίποτε στον κόσμο που να μην έχει ελληνική καταγωγή». Summer Maine -1875 -Αγγλος...

Αναξαγόρας Περί του Νου

«Σ’ αυτόν το μικρό λαό εναπόκειτο να δημιουργήσει την αρχή της προόδου και, με εξαίρεση τις τυφλές δυνάμεις της φύσης, δεν υπάρχει τίποτε στον κόσμο που να μην έχει ελληνική καταγωγή». Summer Maine -1875 -Αγγλος νομικός και κοινωνιολόγος.

ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ Ο ΚΛΑΖΟΜΕΝΙΟΣ

Ο Αναξαγόρας γεννήθηκε στις Κλαζομενές το 500 περίπου π.κ.ε. από πλούσια κι αριστοκρατική οικογένεια. Σε πολύ νεαρή ηλικία αφιερώθηκε στις φιλοσοφικές σπουδές με υπέρμετρο ζήλο και αγώνα, παραμελώντας τελείως την εποπτεία της περιουσίας του. Ουσιαστικά, έχασε την περιουσία του για χάρη της φιλοσοφίας και της αναζήτησης της αλήθειας.  Ασχολήθηκε πολύ όχι μόνο με την φιλοσοφία, αλλά και με την γεωμετρία και με την αστρονομία, και θεωρείται ο αστέρας της αστρονομίας. Ο Φιλόστρατος μαρτυρεί ότι ο Αναξαγόρας τις νύχτες έκανε αστρονομικές παρατηρήσεις από την κορυφή του μικρασιατικού όρους Μίμαντος, απέναντι από την Χίο, και από την κορυφή εκείνου του βουνού «επισκεπτόταν τα ουράνια»: «Κλαζομένιον Αναξαγόραν από του κατά την Ιωνίαν Μίμαντος επεσκέφθαι τα εν τω ουρανώ».

Ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στις σκιές της Μικράς Ασίας κι έφτασε στην Αθήνα σε ηλικία 44 ετών, καλεσμένος από τον στρατηγό Ξάνθιππο, πατέρα του Περικλή, για να αναλάβει την διδασκαλία του γιου του. Ο Περικλής έμαθε από τον Αναξαγόρα ότι ήξερε. Από τότε, οι δυο τους ήταν οι καλύτεροι φίλοι, ο Αναξαγόρας ήταν ο σύμβουλος του Περικλή· κι ο Περικλής τον αγαπούσε με πάθος και τον τιμούσε σε όλη του την ζωή.

Πηγαίνει στην Αθήνα γύρω στο 462 π.κ.ε. και γίνεται ο πρώτος της φιλόσοφος· έτσι η φιλοσοφία, χάρη σ’ αυτόν, περνά από την Ιωνία στην Ελλάδα. Προκαλούσε την γενική δυσπιστία και επονομαζόταν ως ο Νους. Ο Περικλής, του στάθηκε φίλος και προστάτης, όπως άλλωστε κι ο Αρχέλαος κι ο Ευριπίδης. Οταν ξεσπά ο Πελοποννησιακός Πόλεμος κι ο Περικλής αρχίζει να δέχεται σφοδρές κριτικές, ο Αναξαγόρας κατηγορείται πως δεν πιστεύει στους Θεούς της πόλης. Θα εγκαταλείψει τότε την Αθήνα για να εγκατασταθεί στην Λάμψακο, όπου και θα πεθάνει, γύρω στο 428 π.κ.ε. Είχε μαθητές τον Μετρόδωρο και τον Αρχέλαο· ο τελευταίος μάλιστα ίσως ήταν κι ο διάδοχός του στην Λάμψακο.

Ο Αναξαγόρας ήταν σύγχρονος του Εμπεδοκλή και του Λεύκιππου και είναι δύσκολο να διακρίνουμε ποιος επηρέασε ποιον. Αν αφήσουμε κατά μέρος τις αμφίβολες θρησκευτικές επιδράσεις των ανατολικών δοξασιών ή του μυθικού θαυματουργού Ερμότιμου, αυτό που απομένει είναι ότι γνώριζε οπωσδήποτε την φυσική των Ιώνων φιλοσόφων, δια μέσου του Εμπεδοκλή και του Λεύκιππου. Αντίθετα με τους Ατομικούς, ο Αναξαγόρας ορίζει πως δεν υπάρχουν στοιχεία που μπορούν να θεωρηθούν τα μικρότερα δυνατά: το ελάχιστο δεν υπάρχει (απ. 3) και η ύλη είναι τμήσιμη στο άπειρο. Η απόλυτη ακινησία του Είναι, που δίδασκαν οι Ελεάτες, του φαίνεται αδιανόητη:

“Το πώς γεννιέται και χάνεται κάτι, για τούτο δεν έχουν σωστή γνώμη οι Ελληνες, γιατί κανένα πράγμα δεν γεννιέται ή χάνεται, αλλά συσμίγει και διαλύεται από πράγματα που υπάρχουν και θα ονόμαζαν έτσι σωστά το να γεννιέται κάτι, λέγοντας ότι σμίγει, και το να χάνεται, λέγοντας ότι διαλύεται. Πώς θα μπορούσε να γίνει τρίχα από μη τρίχα και σάρκα από μη σάρκα;” (απ. 17).

Αυτό που υπάρχει, είναι ανάμειξη (συμμιγνύσθαι) και διάλυ­ση (διακρίνειν).

Τα στοιχεία αυτού του μείγματος είναι τα χρήματα -ο Ζαφειρόπουλος το αποδίδει «fluides-qualites» (υγρές ποιότητες)- και εί­ναι πολυάριθμα. Συνίστανται σε σπέρματα, απειροελάχιστους φορείς μιας μοναδικής ποιότητας -ο Ζαφειρόπουλος αποδίδει τον όρο αυτό ως «points-qualites» (ποιοτικά σημεία). Στην αρχική τους κατάσταση τα σπέρματα είναι αναμεμειγμένα σ’ ένα ομοιογενές σύνολο: Τα πάντα ομού. Στην συνέχεια, καθώς το όμοιο έλκει το όμοιο του, τα σπέρματα αυτά συγκεντρώνονται κατά ποιότητες και γεννούν τάς μοίρας, που ο προηγούμενος συγγραφέας αποδίδει ως «elements-qualites» (ποιοτικά στοιχεία).

Με αφετηρία τον Αριστοτέλη και μια μαρτυρία του (Περί γενέσεως και φθοράς, I,1,314α 18:1,18,723α6), αποδίδεται στον Αναξαγόρα μια παρεμφερής με την μοριακή θεωρία άποψη, η λεγόμενη περί τῶν ὁμοιομερῶν. Στην πραγ­ματικότητα, η λέξη αυτή δεν συναντάται πουθενά στον Αναξαγόρα, που ποτέ του δεν έκανε λόγο για στοιχεία άτμητων πραγμάτων (Τσέλλερ II,σ. 392). Αν κι ο Γκόμπερζ (Ι, σ. 238) λέγει πως η θεωρία των ομοιο­μερών ανήκει (sic) στον Αναξαγόρα, ο Ζαφειρόπουλος λέγει πως γεννήθηκε από την γραφίδα του του Αριστοτέλη, οφειλόμενη σε παρανόηση ή σκοπιμότητα του τελευταίου, η αντίληψη ενός στοιχειώδους μορίου είναι, πράγματι, ξένη προς την κοσμοθεωρία του Αναξαγόρα, που υποστηρίζει, πως η ύλη τέμνεται στο άπειρο.

Ο Αναρχος Νους

[…] Ο Νους κατέχει κυρίαρχη θέση εις τον φιλοσοφικό στοχασμό του Αναξαγόρα. Τα πάντα καθορίζονται και κατευθύνονται υπό του άναρχου Νου, ο οποίος αποτελεί και το αίτιον όλης της δημιουργίας . Ο Νους είναι μοναδικός, ίδιος, διαφέρων εμφανώς και διαχωριζόμενος πλήρως από όλα τα υλικά στοιχεία, διατηρών πάντοτε την αυτονομίαν, την αυθεντικότητα και την δυνατότητα του να κυριαρχή, να ελέγχη και να εναρμονίζη τα πάντα. Αι ιδιότητες του Νου, υπερέχουν των μετρητών διαστάσεων του χρόνου και του χώρου και όλων των γνωστών δυνατοτήτων ετέρων υποστάσεων. Ούτως, ο Νους είναι άπειρος, μη έχων διαστάσεις και μέγεθος, άχρονος, αυτοτελής, αυτοδύναμος, αυτεξούσιος, αμιγής , αυτούσιος, αυτάρκης και κυρίαρχος του εαυτού του (αυτοκρατές), δυνάμενος, κατ’ επέκτασιν, να ασκήση πλήρη κυριαρχίαν και εποπτείαν επί των πάντων.

Ο Νους δεν μετέχει εις την ουσίαν των άλλων πραγμάτων και ιδίως των υλικών στοιχείων, διά να δύναται να διατηρή αμείωτον την γνησιότητα και αναλλοίωτον την αυθεντικότητα του, ως υπέρτερος πάσης υλικής υποστάσεως και να παραμένη, κατ’ουσίαν, πάντοτε η υπερτάτη οντότης, η έχουσα την δυνατότητα να επο- πτεύη, να ελέγχη, να δεσπόζη και να επικρατή επί των πάντων. O Νους, επί πλέον, είναι γνήσιος, ακραιφνής, λεπτότερος, ήτοι διαυγής και καθαρότερος πάντων. Είναι άπειρος, ενώ εκ παραλλήλου διατηρεί την δυνατότητα να είναι συγκεντρωμένος ή να επεκτείνεται διευρυνόμενος, χωρίς να αλλοιώνεται. Δύναται να επικρατή επί των πάντων, εις όλον τον έμβιον και τον μη έμβιον κόσμον, έχων την δυνατότητα να περιχωρή, ήτοι να διεισδύη, να περιβάλλη, να ενεργοποιή και να κινητοποιή τα πάντα, αποκαλύπτων τας κεκρυμμένας δυνάμεις των, ενισχύων την δυναμικότητα των, αρχόμενος εκ των μικροτέρων και φερόμενος προς τα μεγαλύτερα.

Ο Νους, εις κοσμολογικόν επίπεδον, λειτουργεί ως δημιουργός δύναμις, ως η όλως πρωταρχική και υπερτάτη ενέργεια. Ο Νους είναι η ενέργεια, η οποία διεμόρφωσεν, έθεσεν εις ορθήν τάξιν και πλήρη νομοτέλειαν (διεκόσμησεν) τον αισθητόν κόσμον, τον οποίον κατέστησεν αντιληπτόν εκ των προϋπαρχόντων, αδιαφοροποιήτων, διασπάρτων και εις χαώδη κατάστασιν ευρισκομένων στοιχείων, τα οποία εκινητοποίησεν, ενεργοποίησεν, έθεσεν αυτά εις τάξιν και τα κατέστησεν ορατά και κατ’ επέκτασιν πλήρως αντιληπτά εντός του φυσικού κόσμου. Ούτως, ο Νους διά της συμμείξεως, συντήξεως και συνενώσεως των πρωταρχικών απείρων μικροτάτων αοράτων, ακαθορίστων στοιχείων, τα οποία δεν ήσαν αντιληπτά, συνεκρότησεν μάζας διαφόρου μεγέθους, αι οποίαι συνέθεσαν το σύμπαν και την ορατήν φύσιν η οποία περιβάλλει τον άνθρωπον.

Συγχρόνως, ο Νους, διά στροφικής περιελίξεως θέτει εις στροβιλοειδή κίνησιν την ύλην, υπό μορφήν δίνης, η οποία συγκεντρώνει και περιλαμβάνει εντός αυτής τα πάντα, τα οποία ευρίσκονται εις την ακαθόριστον ή ομοιόμορφον αρχικήν των κατάστασιν. Ο Νους, διά της αναπτυσσομένης ταχύτητος, διαφοροποιεί την ύλην, αποσπά στοιχεία εκ του σχηματιζομένου μείγματος, τα μορφοποιεί εις ευμεγέθεις οντότητας, τας οποίας εισάγει εντός του απεράντου σύμπαντος, εις τα πλαίσια της πραγματοποιουμένης κοσμογονίας.

Η περιστροφική κίνησις, υπό μορφήν δίνης, αρχίζει από μικράν έκτασιν και εν συνεχεία επεκτείνεται αενάως εις το άπειρον, εισάγουσα συνεχώς περισσότερα στοιχεία εις την στροβιλοειδή μάζαν, η οποία δημιουργείται εκ της συνεχούς κυκλικής περιελίξεως των πάντων. Κατά την διηνεκώς πραγματοποιουμένην κυκλικήν κίνησιν, τα στοιχεία υφίστανται διαφοροποίησιν και εν συνεχεία σταδιακώς διαχωρίζονται, αποσπώμενα εκ της περιφερείας. Η κίνησις αύτη έχει τόσην ταχύτητα, υπερβαίνουσα τα συνήθη μέτρα, ώστε δεν είναι δυνατόν να παραλληλισθή με οιανδήποτε άλλην κίνησιν στοιχείων εντός του αισθητού κόσμου, γνωστών μέχρι τούδε εις τον άνθρωπον.

Εις το ανθρωπολογικόν επίπεδον, ο Νους ενσωματούμενος εκφράζει την ισχυρήν ενέργειαν, η οποία επικρατεί επί του σώματος και διαμορφώνει πλήρως την λειτουργικότητα αυτού, επενεργούσα εφ’ όλης της ανθρωπίνης υποστάσεως. Ο Νους, διά των εγκεφαλικών διεργασιών, καθιστά αντιληπτόν τον αισθητόν κόσμον και διαμορφώνει όλας τας νοητικάς λειτουργίας και εκφάνσεις του ανθρωπίνου προσώπου, ήτοι την λειτουργίαν της σκέψεως, της αντιλήψεως, της μνήμης, της κριτικής αναλύσεως, της φαντασίας, του αισθήματος, της συμπεριφοράς, της δημιουργικότητος και της επικοινωνίας αυτού μετά του περιβάλλοντος διά της ποιήσεως, του προφορικού και γραπτού λόγου, των συμβολικών εννοιών και της τέχνης, ιδίως δε διεργάζεται ούτος την ανάπτυξιν και διαμόρφωσιν του εσωτερικού λόγου και διέπει την εσωτερικήν ζωήν του ατόμου.  […]

Η γένεση του αισθητού προέρχεται από την ανάμειξη των μοιρών, που παράγουν με την σειρά τους τα χρήματα.

Πως όμως δημιουργείται, από το πάντα ομού, αυτό το νέο πεδίο;

Δημιουργείται χάρη στον Νου.

“Ολα όσα έχουν ψυχή και τα πιο μικρά και τα πιο μεγάλα, όλων αυτών· ο Νους κυριαρχεί. Κι επάνω στην σύμπασα περιστροφή ο Νους κυριάρχησε, ώστε να πρωταρχίσει να περιστρέφεται. Και πρώτα – πρώτα άρχισε να περιστρέφεται από ένα μικρό σημείο, προχωρεί όμως η περιστροφή πιο πέρα και θα περιστραφεί ακόμα περισσότε­ρο. Κι όσα συσμίγουν και αποχωρίζονται και διαχωρίζονται, όλα αυ­τά τα γνώρισε ο Νους· κι όποια έμελλαν να γίνουν και όποια ήταν, που τώρα δεν είναι κι όσα τώρα είναι και ποια θα είναι, όλα τα έβα­λε σε όμορφη τάξη ο Νους, κι αυτή την περιστροφή, όπου περιστρέ­φονται και τα άστρα και ο ήλιος και η σελήνη και ο αέρας και ο αι­θέρας, καθώς ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο.”

Ετσι λοιπόν, ο Νους είναι αυτό που διέπει την οργάνωση του Παντός, είναι η οργανωτική αρχή συμμείξεων και αποχωρισμών.

Ο Αναξαγόρας περιγράφει σχολαστικά τα χαρακτηριστικά αυτού του Νου: κατ’ αρχήν είναι άπειρος (απ. 12) και αιώνιος.

“Ο δε Νους, που είναι πάντα, υπάρχει στ’ αλήθεια και τώρα, όπου και όλα τ’ άλλα, μέσα στην περιέχουσα πολλότητα και μέσα σ’ αυ­τά που προστέθηκαν με το διαχωρισμό και μέσα σ’ αὐτά που έχουν αποχωριστεί (απ. 14) Αυτοκυβερνάται και υπακούει σε δικούς του νόμους (αὐτοκρατές) (απ. ι, δεν αναμειγνύεται και υπάρχει ξέχωρα απ’ όλα (όπ.π.). Ιδιότητά του, πόν, είναι κατ’ εξοχήν το κρατεῖν. Ο Νους εἶναι λεπτότατον τε πάντων καί καθαρώτατον, διαθέτει την απόλυτη Γνώση και κατέχει καθολική Ισχύ, είναι κατά συνέπεια καθαρός από οιαδήποτε πρόσμειξη” (απ. 12).

ΟΧΙ, ο ΝΟΥΣ ουδεμία σχέση έχει με αυτό που αποκαλούν ως “ψυχή” οι αδαείς και είναι κάτι ξενόφερτο στην Ελληνική Φιλοσοφική Σκέψη, προερχόμενη από τις Ανατολικές κι Αιγυπτιακές δοξασίες και λαϊκές μυθολογίες. Ουδεμία σχέση έχει η Ελληνική φιλοσοφία με τις Ισχυρές Διάνοιες (Ηράκλειτος, Δημόκριτος, Αναξαγόρας, Θαλής

Ο Ανθρωπος

Στο Περί ζώων μορίων (IV, 10, 687α 7) ο Αριστοτέλης εκθέτει, κατακρίνοντας την, μια ιδέα του Αναξαγόρα: «Ο Αναξαγόρας ισχυρίζεται πως ο άνθρωπος, επειδή έχει χέρια, είναι πιο έξυπνος από τα ζώα, είναι πιο λογικό, όμως, να πούμε πως έχει χέρια, επειδή, ακριβώς, είναι ο πιο έξυπνος. Γιατί το χέρι είναι ένα εργαλείο: η φύση, όπως κι ένας σώφρων άνθρωπος, απονέμει πάντα ένα όργανο μόνο σ’ όποιον είναι ικανός να το χρησιμοποιήσει».

Το ότι, όμως, είναι το πιο έξυπνο από τα ζώα, επειδή έχει χέρια, δεν σημαίνει πως δεν έχει και Νόηση. Σκέφτεται, γιατί αίσθηση δεν δημιουργεί- από την επενέργεια του ομοίου στο όμοιο, αλλά από αυτή του εναντίου. Ξαναβρίσκουμε εδώ, λοιπόν, την προσφιλή στον Ηράκλειτο θέση, σύμφωνα με την οποία το όμοιο δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα επιδρώντας στο όμοιό του. Οι αισθήσεις, ωστόσο, είναι ανεπαρκείς για την Γνώση. Δυστυχώς, όμως, δεν γνωρίζουμε τίποτα περισσότερο από την διδασκαλία Αναξαγόρα για το δυνατόν της Νόησης, ενώ γνωρίζουμε πολύ καλά τις άπειρες αρλουμπολογίες του Πλάτωνα και των Πλατωνισμών.

Το Νόημα και η σημασία της φιλοσοφίας του Αναξαγόρα.

Ο Αναξαγόρας, που κατοικούσε «εις το εσωτερικόν του εαυτού» του, έλεγε ότι για να αντιμετωπίζει τα ενδεχόμενα δυσάρεστα εξωτερικά περιστατικά, χρησιμοποιούσε την «εκ των προτέρων αντίκρυσή» τους: «Πρέπει να ενδιατρίβει κανείς με την σκέψη του εκ των προτέρων, σε εκείνα τα οποία ενδεχομένως θα συμβούν και, ενώ δεν συνέβησαν ακόμη, να τα αντικρίζει σαν να συνέβησαν».

Το κυριότερο πρόβλημα λοιπόν, που τίθεται στον μελετητή είναι πως ακριβώς να νοήσει αυτόν τον Νου, που ο Αναξαγόρας τοποθετεί στο επίκεντρο των εξηγήσεων που δίνει.

Ο Β. Γαίγκερ, αναφέρει πως ο Νους του Αναξαγόρα είναι ο κυρίαρχος και μοναδικός θεός, που, ανεξάρτητος από καθετί, επιβάλλεται στα πάντα και που για πρώτη φορά στην Ελληνική Σκέψη δηλώνεται ρητά η παρουσία Του. Κατά τον Γαίγκερ, χάρη στον Αναξαγόρα ο άνθρωπος μπορεί να συνειδητοποιήσει πως έχει πρόσβαση στο θείο μέσω της εγγενούς σ’ αυτόν Νόησης. Πολύ τον βόλεψε ο Αναξαγόρας τον Εβραίο χριστιανό καθηγητή – λαγουμιτζή. Αυτή είναι επιδίωξη της συγκινησιακής πανούκλας, να διαστρεβλώσει και να εκτρέψει την Γνώση και την Ισχύ του Νου, στα βδελυρά μονοπάτια της σαπίλας της. Φυσικά λέγοντας θεό ο αδαής πάντα θα το προσωποποιήσει, θα το πνευματοποιήσει, θα το θρησκοποιήσει και θα του προσδώσει τις δικές του εμφυτεύσεις κι ανοησίες, αφού αυτές τον καθιστούν αδύναμο ν’ αντιληφθεί την αμφισημία της λέξεως Νους.

Η Ιωνική γλώσσα είναι Α Μ Φ Ι Σ Η Μ Η.

Ηδη, όμως, ο Εντουαρτ Τσέλλερ θεωρεί, πολύ σωστά, την εξομοίωση του Νου με τον Θεό, που ο Γαίγκερ δέχεται ως αναμφισβήτητη, αρκετά ύποπτη, κατ’ αυτόν ο Νους εξακολουθεί να είναι μια δύναμη της φύσης και δεν επιτρέπεται να τον αντιλαμβανόμαστε ως ον με προσωπικότητα ή καθαρά πνευματικό. Η Δύναμη της Φύσης είναι η Ισχύς του Νου.

Η ανάγνωση που επιχειρεί ο Ντετιέν (Detienne) τοποθετείται στους αντίποδες των προηγουμένων ερμηνειών, καθώς αναγορεύει τον Αναξαγόρα σ’ αυτόν που επέτρεψε στον θεωρητικό στοχασμό να μεταβεί από το στάδιο της μαγείας, στο οποίο είχε αρκεστεί ο Ερμότιμος, σ’ αυτό της φιλοσοφίας. Κατ’ αυτόν, ο Αναξαγόρας θέλησε να αντικαταστήσει την εικόνα του θεού με την έλλογη μέθοδο. Γι’ αυτό και ο Ντετιέν υπογραμμίζει την σημασία ενός γεγονότος, όπως η πτώση του αερόλιθου του Αιγός Ποταμών, στο οποίο οι θρησκόληπτοι βρήκαν κάποιο προμήνυμα, την στιγμή που ο Αναξαγόρας το εξηγούσε αποδίδοντάς το σε καθαρά φυσικά αίτια. Αυτός, άλλωστε, πρέπει να ήταν ο λόγος που ο Αναξαγόρας κατηγορήθηκε για ασέβεια- από εκεί συνάγει ο Ντετιέν και το συμπέρα­σμά του: «Ορθολογιστής και θεμελιακά κοσμικός, ο Αναξαγόρας θα μπορούσε να εκπροσωπεί, κατά τον 18ο αιώνα, τον αντιπλατωνισμό και το ιδανικό μιας ορθολογιστικής και απερίφραστα αντιθρησκευτικής κριτικής».

Να, λοιπόν, που βρισκόμαστε για άλλη μια φορά ενώπιον του ίδιου προβλήματος: Μπορούμε τελικά να καταλάβουμε τι ακριβώς θέλησε να πει ο Αναξαγόρας;

Στην παρούσα κατάσταση των κειμένων που διαθέτουμε όχι μόνον κάθε κατηγορηματική απάντηση θα φάνταζε κενόδοξη αλλά και θα πρέπει ίσως να αναρωτηθούμε μήπως τελικά το νόημα αυτής της ίδιας της ερώτησης είναι εξαιρετικά απλό. Δεν μπορούμε να διαβάζουμε τους Προσωκρατικούς γενικά και ειδικότερα τον Αναξαγόρα, παρά δια μέσου της δικής μας θεωρητικής ανησυχίας· είναι αλήθεια πως ο πειρασμός να βάλουμε στο στόμα του συγγραφέα τα λόγια ακριβώς που περιμένουμε να ακούσουμε απ’ αυτόν είναι πάντα μεγάλος: δεν θα πρέπει, όμως, να καταλήξουμε, λόγω αυτού, στο σκεπτικιστικό συμπέρασμα πως η ιστορία της φιλοσοφίας μάς καταδικάζει στον υποκειμενισμό της ερμηνείας. Αν, σήμερα ακόμα, θέτουμε ερωτήματα τόσο στους εαυτούς μας όσο και στα έργα αυτών που προηγήθηκαν από μας, είναι, κατά μια έννοια, γιατί αυτοί ακριβώς οι τελευταίοι είναι που μας προσέφεραν τις διάφορες διανοητικές πορείες, που μας οδήγησαν ως αυτούς. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε, τελικά, πως δεν είμαστε τόσο εμείς οι ίδιοι που θέτουμε ερωτήματα στους φιλοσόφους του παρελθόντος, όσο αυτοί οι ίδιοι που μας ωθούν να τους ρωτήσουμε για τα προβλήματα, τα οποία μας έχουν κληροδοτήσει: από τις δικές τους αφετηρίες ξεκινήσαμε κι εμείς, για ν’ ακολουθήσουμε διαφορετικά και συχνά αποκλίνοντα μονοπάτια της σκέψης, που όλα τους όμως ριζώνουν σε μια απαρχή ανεξάντλητη σε πλούτο, ακριβώς επειδή τα περιέχει όλα. Αυτός ίσως είναι κι ο λόγος που φαίνεται να μπορούμε να πούμε πως το νόημα μιας φιλοσοφίας δεν της είναι τελείως σύγχρονο αλλά βρίσκεται μπροστά της. Σαν τον ποιητή του Μαλλαρμέ, ο φιλόσοφος είναι «τέτοιος που τελικά η αιωνιότητα τον αλλάζει».

@Ηώ Αναγνώστου 2020 / Terrapapers