
“Ο έρωτας, σχεδόν απελπισμένος αλλά γεμάτος τρυφερότητα, ο έρωτας που οφείλεις να δείχνεις στο σκοινί σου πρέπει να είναι δυνατός όσο και το συρματόσκοινο που κρατά το βάρος σου. Γνωρίζω τα αντικείμενα, την μοχθηρία την σκληρότητα τους, αλλά και την ευγνωμοσύνη τους. Το σκοινί ήταν νεκρό -ή έστω, βουβό και τυφλό. Με την εμφάνιση σου θα ζωντανέψει και θα μιλήσει.
Θα το ερωτευτείς -μ’έναν έρωτα, θα έλεγα σαρκικό. Το πρωί, πριν από την προπόνηση σου, καθώς είναι τεντωμένο και πάλλεται, πήγαινε να το φιλήσεις. Ζήτησε του να σηκώσει το βάρος σου και να σου χαρίσει δύναμη στις κλειδώσεις. Στο τέλος της παράστασης, να το χαιρετήσεις και να το ευχαριστήσεις, Την νλυχτα, καθώς είναι ακόμα κουλουριασμένο στο κουτί του, πήγαινε να το δεις, να το χαϊδέψεις, ν’ ακουμπήσεις απαλά το μάγουλο σου στο δικό του.
Ορισμένοι δαμαστές μεταχειρίζονται βία. Μπορείς κι εσύ να δαμάσεις το σκοινί σου. Μα πρόσεχε. Όπως ο πάνθηρας, ή καθώς λένε κι ο λαός, το συρματόσκοινο αγαπά το αίμα. Καλύτερα να το μερέψεις.
Ένας σιδεράς -μόνο ένας σιδεράς με γκρίζο μουστάκι και φαρδιές πλάτες αποτολμά τέτοιες λεπτομέρειες- χαιρετούσε κάθε πρωί το αγαπημένο του αμόνι λέγοντας του “Λοιπόν, ομορφούλι μου!”. Το βράδυ, όταν τελείωνε την δουλειά του, το χάιδευε με την χοντρή παλάμη του κι ένιωθε την συγκίνηση που το διαπερνούσε.
Ζωντάνεψε την ομορφιά που κρύβει το σκοινίσου -δική του είναι, δε σου ανήκει! Τα άλματα, τα σάλτα, τα χορευτικά σου βήματα -την γλώσσα του ακροβάτη τα φλικ φλακ, τις τούμπες, τις ρόδες, το πήδημα θανάτου, κλπ δε θα τα πετύχεις για να διακριθείς εσύ, μα για να τραγουδήσει επιτέλους το συρματόσκοινο, που ήταν νεκρό και άφωνο. Και θα σε ευγνωμονεί, αν οι κινήσεις σου όλες είναι άψογες, να δοξαστεί εκείνο κι όχι εσύ. Και το κοινό έκθαμβο να χειροκροτεί: “Τι καταπληκτικό σκοινί! Κοίτα πως στηρίζει τον χορευτή του και πόσο τον αγαπά!”. Αλλά και το σκοινί χάρη σε εσένα θα είναι ένας θεσπέσιος χορευτής.
Το έδαφος θα σε κάνει να τρικλίζεις. Ποιος λοιπόν πριν από εσένακατάλαβε πόση νοσταλγία είναι κλεισμένη στην ψυχή ενός συρματόσκοινου εφτά χιλιοστών; Μήπως και εκείνο ήξερε ότι με δυό σου μόνο σάλτα στον αέρα θα σε αναδείκνυε χορευτή; Κατάλαβε λοιπόν την χαρά και την ευγνωμοσύνη του.
Δε θα εκπλαγώ αν πέσεις καθώς περπατάς στον δρόμο, και στραμπουλήξεις το πόδι σου. Το σκοινί θα σε στηρίζει καλύτερα, είναι ασφαλέστερο από το έδαφος.
“Άνοιξα αδιάφορα το πορτοφόλι του και ψάχνω. Ανάμεσα σε παλιές φωτογραφίες, αποδείξεις, εισητήρια λεωφορείων, βρίσκω ένα διπλωμένο φύλλο χαρτί όπου έχει χαράξει περίεργα σημάδια: στο μήκος μιας ευθείας που παριστάνει το σκοινί, μικρές λοξές γραμμές δεξιά κι αριστερά -είναι τα πόδια του, ή μάλλον η θέση των ποδιών του, τα βήματα που θα κάνει. Και μπροστά σε κάθε γραμμή, ένας αριθμός. Θα πετύχει, αφού προσπαθεί να εφαρμόσει την αυστηρότητα και την πειθαρχία των αριθμών σε μία τέχνη που μόνο εμπειρική και ριψοκίνδυνη εξάσκηση επιδέχεται.
Τί σημασία έχει λοιπόν αν γνωρίζει ανάγνωση; Ξέρει καλά τα ψηφία, για να μετρά τους αριθμούς, να υπολογίζει. Ο Ζοανοβίτσι, ένας αγράμματος εβραίος -ή τσιγγάνος- ήταν άφθαστος στους λογαριασμούς και έκανε μεγάλη περιουσία σε κάποιον πόλεμο πουλώντας παλιοσίδερα.
Αν ο έρωτας σου, η δεξιοτεχνία και η πονηριά σου κατορθώσουν να ανακαλύψουν τις μυστικές δυνατότητες του συρματόσκοινου, αν η ακρίβεια των κινήσεων σου είναι απόλυτη, τότε κι εκείνο θα σπεύσει να συναντήσει το πόδι σου και θα χορέψει εκέινο, όχι εσύ. Μα αν χορεύει το σκοινί σου ακίνητο, κι αντί για σένα το είδωλο σου, που βρίσκεσαι εσύ;
Ο Θάνατος -ο θάνατος που σου λέω- δεν ακολουθεί την πτώση σου, έρχεται προτούεμφανιστείς πάνω στο σχοινί. Πεθαίνεις πριν ανέβεις. Όποιος χορέψει θα πεθάνει -αποφασισμένος να κατακτήσει κάθε ομορφιά, ικανός για κάθε ομορφιά. Όταν εμφανιστείς, θα σε τυλίξει μία χλωμάδα -όχι δεν εννοώ τον φόβο, μα το αντίθετο του, μιαν ακαταμάχητη τόλμη. Παρά τα ψιμύθια και τις πούλιες, θα’ σαι χλωμός και η ψυχή σου πελιδνή. Τίποτα δε θα σε κρατάει πια στο έδαφος, και θα χορεύεις δίχως να πέφτεις. Μα κοίτα να πεθάνεις πριν εμφανιστείς: ένας νεκρός χορεύει στο σκοινί.”
@Απόσπαμα από το βιβλίο “Ο Σκοινοβάτης” του Jean Genet.