
Η Αναγέννηση είναι μια περίοδος της Ευρωπαϊκής ιστορίας που σηματοδοτεί την μετάβαση από τον Μεσαίωνα στην νεωτερικότητα και καλύπτει τον 15ο και τον 16ο αιώνα και χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια αναβίωσης και υπέρβασης ιδεών και επιτευγμάτων της κλασικής Ελληνικής και Λατινικής αρχαιότητας. Συνέβη μετά την Κρίση του Ύστερου Μεσαίωνα και συνδέθηκε με μεγάλες κοινωνικές αλλαγές. Εκτός από την τυπική περιοδοποίηση οι υποστηρικτές μιας «μακράς Αναγέννησης» τοποθετούν την αρχή της στον 14ο και το τέλος της στον 17ο αιώνα.
Το λεξικό την ορίζει ως: Αναγέννηση η: 1.εποχή αναδημιουργίας ή αναμόρφωσης στον πολιτιστικό ή κοινωνικοοικονομικό τομέα, η οποία ακολουθεί μια περίοδο παρακμής: ~ των γραμμάτων και των τεχνών / του εμπορίου. Πολιτική και κοινωνική ~. || (θεολ.): Ψυχική ~. 2. το ξαναζωντάνεμα: H ~ της φύσης. 3. Αναγέννηση, περίοδος στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού που χρονικά βρίσκεται μετά το Μεσαίωνα, χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη των τεχνών, των γραμμάτων και των επιστημών και διαπνέεται από το πνεύμα της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας. 4. (βιολ.) η αναπλήρωση τμημάτων ενός οργανισμού που έχουν υποστεί φθορά ή ακρωτηριασμό.
Η παραδοσιακή άποψη εστιάζει περισσότερο στις πρώιμες νεότερες πτυχές της Αναγέννησης και υποστηρίζει ότι ήταν μια ρήξη με το παρελθόν, αλλά πολλοί ιστορικοί σήμερα εστιάζουν περισσότερο στις μεσαιωνικές πτυχές της και υποστηρίζουν ότι ήταν μια επέκταση του Μεσαίωνα. Ωστόσο οι απαρχές της περιόδου –η πρώιμη Αναγέννηση του 15ου αιώνα και η Ιταλική Πρωτοαναγέννηση από περίπου το 1250 ή το 1300– συμπίπτουν σημαντικά με τον Ύστερο Μεσαίωνα, που χρονολογείται συμβατικά περ. 1250–1500, και ο ίδιος ο Μεσαίωνας ήταν μια μακρά περίοδος γεμάτη με σταδιακές αλλαγές, όπως η νεότερη εποχή και, ως μεταβατική περίοδος μεταξύ των δύο, η Αναγέννηση έχει στενές ομοιότητες και με τις δύο, ειδικά στην όψιμη της πρώτης και την πρώιμη υποπερίοδο της δεύτερης.
Η διανοητική βάση της Αναγέννησης ήταν η εκδοχή της του ουμανισμού, που προήλθε από την έννοια του νεολατινικού Humanismus και την εκ νέου ανακάλυψη της κλασικής Ελληνικής Φιλοσοφίας, όπως αυτή του Πρωταγόρα, (490 π.κ.ε. -420 π.κ.ε. ) που είπε ότι «Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έστιν, των δε μη όντων ως ουκ έστιν». «Ουμανισμός» σημαίνει «Ανθρωπισμός», κι αναφερόμαστε στην πνευματική κίνηση που εκδηλώθηκε στην δυτική Ευρώπη, κατά το τέλος του Ύστερου Μεσαίωνα, συγκεκριμένα από το 1400 έως και το 1650, με την αρχή της περιόδου της Αναγέννησης.
Αυτή η νέα σκέψη εκδηλώθηκε στην τέχνη, την αρχιτεκτονική, την πολιτική, την επιστήμη και την λογοτεχνία. Τα πρώτα παραδείγματα ήταν η ανάπτυξη της προοπτικής στην ελαιογραφία και η αναζωογόνηση της γνώσης κατασκευής σκυροδέματος. Αν και η εφεύρεση του μεταλλικού κινητού πιεστηρίου επιτάχυνε την διάδοση των ιδεών από τον ύστερο 15ο αιώνα, οι αλλαγές της Αναγέννησης δεν ήταν ομοιόμορφες ανά την Ευρώπη: τα πρώτα ίχνη εμφανίζονται στην Ιταλία ήδη από τα τέλη του 13ου αιώνα, ιδιαίτερα με τα γραπτά του Δάντη και οι πίνακες του Giotto di Bondone.
*****
Giotto di Bondone “Το φιλί του Ιούδα”, νωπογραφία 1303-1305, Πάντοβα, Cappella degli Scrovegni
*****
Ως πολιτιστικό κίνημα η Αναγέννηση περιλάμβανε την καινοτόμο άνθηση της λογοτεχνίας στα λατινικά και στις λαϊκές γλώσσες, ξεκινώντας με την αναβίωση της μάθησης του 14ου αιώνα με βάση τις κλασικές πηγές, που οι σύγχρονοί του απέδωσαν στον Francesco Petrarca, (1304-1374) την ανάπτυξη της γραμμικής προοπτικής και άλλων τεχνικών απόδοσης μιας πιο φυσικής πραγματικότητας στη ζωγραφική και την σταδιακή αλλά εκτεταμένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
(Ο Petrarca ήταν Ιταλός λόγιος, ποιητής και ένας από τους παλαιότερους Ουμανιστές της Αναγέννησης. Έγινε γνωστός για την ανάπτυξη των σονέτων του σε τέτοιο βαθμό τελειότητας, ώστε παρέμειναν αξεπέραστα μέχρι σήμερα και η χρήση τους επεκτάθηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες: κατά την Αναγέννηση, αποτέλεσαν αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και μίμησης σε όλη την Ευρώπη. Το έργο του Canzoniere με 365 ερωτικά ποιήματα, αφιερωμένα στην Λάουρα, επηρέασε όλη την μετέπειτα λυρική ποίηση, δημιουργώντας το γνωστό ρεύμα του «πετραρχισμού».
Στην πολιτική η Αναγέννηση συνέβαλε στην ανάπτυξη των διπλωματικών διαδικασιών και συμβάσεων και στην επιστήμη σε μια αυξημένη εξάρτηση από την παρατήρηση και την επαγωγική λογική. Αν και η Αναγέννηση είδε επαναστάσεις σε πολλές πνευματικές και κοινωνικές επιστημονικές αναζητήσεις, καθώς και την εισαγωγή της σύγχρονης τραπεζικής και του τομέα της λογιστικής, είναι ίσως περισσότερο γνωστή για τις καλλιτεχνικές της εξελίξεις και την συμβολή πολυμαθών όπως ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι και Μιχαήλ Άγγελος, που εμπνεύστηκε τον όρο «Αναγεννησιακός Ανθρωπος».
Η Αναγέννηση ξεκίνησε στην Δημοκρατία της Φλωρεντίας, ένα από τα πολλά κράτη της Ιταλίας. Διάφορες θεωρίες έχουν προταθεί για να εξηγήσουν την προέλευση και τα χαρακτηριστικά της, εστιάζοντας σε μια ποικιλία παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών και αστικών ιδιαιτεροτήτων της Φλωρεντίας εκείνη την εποχή: της πολιτικής της δομής, της προστάτιδάς της κυρίαρχης οικογένειάς της των Μεδίκων και της μετανάστευσης στην Ιταλία των Ελλήνων λογίων και των κειμένων τους μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς. Άλλα μεγάλα κέντρα ήταν πόλεις-κράτη της βόρειας Ιταλίας όπως η Βενετία, η Γένοβα, το Μιλάνο, η Μπολόνια και η Ρώμη. Από την Ιταλία η Αναγέννηση εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη στην Φλάνδρα, την Γαλλία, τα Βρετανικά Νησιά, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Γερμανία και αλλού.
Η Αναγέννηση έχει μια μακρά και πολύπλοκη ιστοριογραφία και, σύμφωνα με το γενικό σκεπτικισμό των διακριτών περιοδολογήσεων, υπήρξε μεγάλη συζήτηση μεταξύ των ιστορικών που αντιδρούσαν στην εξύμνηση της «Αναγέννησης» και μεμονωμένων πολιτιστικών ηρώων ως «ανδρών της Αναγέννησης» κατά τον 19ο αιώνα, αμφισβητώντας την χρησιμότητά της ως όρου και ως ιστορικής οριοθέτησης. Ορισμένοι παρατηρητές έχουν αμφισβητήσει αν η Αναγέννηση ήταν μια πολιτιστική «πρόοδος» από τον Μεσαίωνα, θεωρώντας την αντίθετα ως μια περίοδο απαισιοδοξίας και νοσταλγίας για την κλασική αρχαιότητα, ενώ οι ιστορικοί της κοινωνίας και της οικονομίας έχουν αντίθετα εστιάσει στην συνέχεια μεταξύ των δύο εποχών, οι οποίες συνδέονται, όπως παρατήρησε ο Πανόφσκι, «με χίλιους δεσμούς».
Ο όρος rinascita (αναγέννηση) εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Ζωές των Καλλιτεχνών του Giorgio Vasari, (1511-1574) (ήταν Ιταλός ζωγράφος, αρχιτέκτονας, συγγραφέας και ιστορικός, γνωστός κυρίως για το έργο του “Οι βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων”, με βιογραφικά στοιχεία διακεκριμένων καλλιτεχνών), που θεωρείται η ιδεολογική βάση της συγγραφής της ιστορίας της τέχνης, που ονομάστηκε η Αναγέννηση στην δεκαετία του 1830. Η λέξη έχει επίσης επεκταθεί σε άλλα ιστορικά και πολιτιστικά κινήματα, όπως η Καρολίγγεια Αναγέννηση (8ος και 9ος αι.), η Οθωνική Αναγέννηση (10ος και 11ος αιώνας) και η Αναγέννηση του 12ου αιώνα.
*****
Alessandro di Mariano di Vanni Filipepi, (1445–1510) γνωστός ως Σάντρο Μποττιτσέλλι. “Αλληγορία της Άνοιξης” (περ. 1482). Στο κέντρο της σύνθεσης δεσπόζει η μορφή της Αφροδίτης, ενώ πάνω από το κεφάλι της, ο Έρωτας ρίχνει τα βέλη του με τα μάτια δεμένα. Στο αριστερό τμήμα του πίνακα διακρίνονται οι τρεις Χάριτες και ο Ερμής. Στο δεξί άκρο, ο Ζέφυρος κυνηγά την νύμφη Χλωρίδα, δίπλα από την οποία βρίσκεται η Θεά των λουλουδιών Φλώρα.
Alessandro di Mariano di Vanni Filipepi, (1445–1510) γνωστός ως Σάντρο Μποττιτσέλλι, Η Γέννηση της Αφροδίτης (περ. 1485), 172,5 x 278,5 εκ, Ουφίτσι, Φλωρεντία. Ο Μποττιτσέλλι απεικονίζει την Αφροδίτη να στέκεται σε ένα κοχύλι που επιπλέει, ενώ ο Ζέφυρος και η Αύρα την οδηγούν στην στεριά, όπου μία από τις Ώρες την περιμένει για να την καλύψει μ’ ένα μανδύα. Ανεπανάληπτα αριστουργήματα της Αναγέννησης, μέσα στα σκοτάδια του Μεσαίωνα.
*****
Η ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ.
Η Αναγέννηση ως πολιτιστικό κίνημα άσκησε έντονη επίδραση στην πνευματική ζωή της Ευρώπης κατά την πρώιμη Σύγχρονη Εποχή. Με εφαλτήριο την Ιταλία, και έχοντας εξαπλωθεί στο σύνολο της ηπείρου μέχρι τον 16ο αιώνα, άφησε το σημάδι της στην λογοτεχνία, την φιλοσοφία, την τέχνη, την πολιτική, την επιστήμη, την θρησκεία, και σε άλλες πτυχές της πνευματικής αναζήτησης.
Οι λόγιοι της εποχής επιστράτευσαν την ανθρωπιστική μέθοδο μελέτης, επιδιώκοντας παράλληλα τον ρεαλισμό και το συναίσθημα στην τέχνη. Οι λόγιοι της εποχής αναζήτησαν στις βιβλιοθήκες των μοναστηριών, καθώς και στα εδάφη της καταρρέουσας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τα λογοτεχνικά, ιστορικά και ρητορικά κείμενα της αρχαιότητας, συνήθως γραμμένα στα λατινικά ή τα αρχαία ελληνικά, πολλά από τα οποία είχαν πέσει στην αφάνεια.
Ακριβώς αυτή η εστίαση στα λογοτεχνικά και ιστορικά κείμενα διαφοροποιεί τους λόγιους της Αναγέννησης από τους προγενέστερους του 12ου αιώνα, οι οποίοι έδωσαν περισσότερη προσοχή στα ελληνικά και αραβικά κείμενα που πραγματεύονταν τις φυσικές επιστήμες, την φιλοσοφία και τα μαθηματικά. Οι ανθρωπιστές της Αναγέννησης δεν απέρριπταν τον χριστιανισμό, (δεν θα τολμούσαν άλλωστε) αντιθέτως, ορισμένα από τα σημαντικότερα έργα της εποχής αφιερώθηκαν σ’ αυτόν, ενώ και η εκκλησία χρηματοδότησε πολλά απ’ αυτά. Εντούτοις, έλαβε χώρα μια λεπτή αλλαγή στον τρόπο που οι μορφωμένοι άνθρωποι προσέγγιζαν το θέμα της θρησκείας, κάτι που αντικατοπτρίστηκε σε πολλές εκφάνσεις της πνευματικής ζωής.
*****
Πορτραίτο του Niccolò di Bernardo dei Machiavelli· (1469-1527, Φλωρεντία) by Santi di Tito. Ο Μακιαβέλι ήταν Ιταλός διπλωμάτης, συγγραφέας, φιλόσοφος και ιστορικός που έζησε κατά την περίοδο της Αναγέννησης, ο οποίος αποτελεί πρωτοπόρο της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης.
*****
Επιπροσθέτως, πολλά ελληνικά χριστιανικά συγγράμματα, ανάμεσα στα οποία και η Καινή Διαθήκη στα ελληνικά, ταξίδεψαν από το Βυζάντιο στην Δυτική Ευρώπη απασχολώντας τους λόγιους για πρώτη φορά μετά την όψιμη αρχαιότητα. Αυτή η στροφή προς τα ελληνικά χριστιανικά έργα, και κυρίως η μελέτη της Καινής Διαθήκης στην πρωτότυπή της γλώσσα, όπως προωθήθηκαν από τους ανθρωπιστές Λαυρέντιο Βάλλα και Έρασμο, άνοιξαν τον δρόμο για την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση.
Καλλιτέχνες όπως ο Μαζάτσο προσπάθησαν να απεικονίσουν την ανθρώπινη μορφή με ρεαλιστικό τρόπο, αναπτύσσοντας τεχνικές ώστε να αποδίδονται η προοπτική και το φως με φυσικό τρόπο. Πολιτικοί φιλόσοφοι, και ιδιαίτερα ο Νικολό Μακιαβέλλι, εστίασαν στην ρεαλιστική περιγραφή της πολιτικής ζωής, ώστε να γίνει κατανοητή δια μέσου της λογικής.
Σημαντική συμβολή στον αναγεννησιακό ανθρωπισμό αποτέλεσε το κείμενο του Τζοβάννι Πίκο ντέλλα Μιράντολα με τίτλο «De hominis dignitate» («Λόγος περί της ανθρώπινης αξιοπρέπειας»), που απαρτίζεται από μία σειρά θέσεων για την φιλοσοφία, την φυσική σκέψη, την πίστη και την μαγεία. Οι 900 θέσεις του υπήρξε το πρώτο τυπωμένο βιβλίο που απαγορεύθηκε παγκοσμίως από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Θεμελίωσε την παράδοση της χριστιανικής Καμπάλα, μία από τις βάσεις του πρώιμου νεώτερου δυτικού εσωτερισμού.
Πέρα από την μελέτη της κλασικής αρχαιότητας, οι συγγραφείς της Αναγέννησης υιοθέτησαν την χρήση της καθομιλουμένης γλώσσας, κάτι που σε συνδυασμό με την εφεύρεση της τυπογραφίας, επέτρεψε σε ολοένα και περισσότερους ανθρώπους να έχουν πρόσβαση σε βιβλία, με πιο αξιοπρόσεκτη περίπτωση την Βίβλο.
Συνοψίζοντας, η Αναγέννηση μπορεί να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια διανοούμενων να μελετήσουν και να βελτιώσουν τα εγκόσμια, τόσο μέσα από την αναβίωση των ιδεολογιών της αρχαιότητας, όσο και διαμέσου καινοτόμων προσεγγίσεων στην Σκέψη. Ορισμένοι μελετητές, όπως ο Ρόντνεϋ Σταρκ, αποδίδουν λιγότερη σημασία στην Αναγέννηση εστιάζοντας στις καινοτομίες που εισήχθησαν στις ιταλικές πόλεις κράτη νωρίτερα, κατά την κορύφωση του Μεσαίωνα, οπότε και συνδυάστηκαν η λογοδοτική διακυβέρνηση, ο χριστιανισμός και η αναγέννηση του καπιταλισμού.
Αυτή η ανάλυση υποστηρίζει πως, την περίοδο που τα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη (Γαλλία και Ισπανία) είχαν απολυταρχικές μοναρχίες, ενώ άλλα βρίσκονταν υπό την εξουσία της εκκλησίας, οι ανεξάρτητες ιταλικές δημοκρατίες, πατώντας στις αρχές του καπιταλισμού που πρωτοεμφανίστηκαν σε μοναστηριακά κτήματα, δημιούργησαν μια εμπορική επανάσταση χωρίς προηγούμενο, η οποία προηγήθηκε και χρηματοδότησε την Αναγέννηση.
*****
Giovanni Pico della Mirandola, (1463-1494) Στο βιβλίο του “Λόγο επί της αξιοπρέπειας του ανθρώπου” που έχει αποκληθεί «το μανιφέστο της Αναγεννήσεως» (Oration on the Dignity of Man), (1486), οι 900 θέσεις του, υπήρξε το πρώτο τυπωμένο βιβλίο που απαγορεύθηκε παγκοσμίως από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ο Πάπας διεκήρυξε ότι οι 900 θέσεις ήταν:
“Εν μέρει αιρετικαί, εν μέρει καρπός της αιρέσεως, εν πολλοίς σκανδαλώδεις και προσβλητικές προς τα ευσεβή ώτα. Οι περισσότερες δεν συνίστανται παρά στην αναπαραγωγή των πλανών των ειδωλολατρών φιλοσόφων… άλλες είναι ικανές να ερεθίσουν την δυσσέβειαν των Εβραίων. Ορισμένες, τέλος, υπό το πρόσχημα της «φυσικής φιλοσοφίας», ευνοούν τέχνας [την μαγεία] εχθρικάς προς την Καθολικήν Πίστην και το ανθρώπινον.”
Αυτή υπήρξε η πρώτη φορά που ένα τυπωμένο βιβλίου απαγορεύθηκε από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ενώ σχεδόν όλα τα αντίγραφά του κάηκαν. Ο Pico διέφυγε στην Γαλλία το 1488, αλλά εκεί τον συνέλαβε ο Φίλιππος Β΄ της Σαβοΐας μετά από απαίτηση του παπικού Νούντσιου και τον φυλάκισε στην Βενσέν. Με την διαμεσολάβηση αρκετών Ιταλών πριγκίπων (που υποκινήθηκαν από τον Λαυρέντιο των Μεδίκων) ο βασιλιάς Κάρολος Η΄ της Γαλλίας τον απελευθέρωσε, ενώ ο Πάπας πείσθηκε να επιτρέψει στον Pico να εγκατασταθεί στην Φλωρεντία και να ζήσει υπό την προστασία του Λαυρεντίου. Ωστόσο, δεν ακυρώθηκαν οι παπικές λογοκρισίες και περιορισμοί μέχρι το 1493, μετά την άνοδο στο παπικό αξίωμα του Αλεξάνδρου ΣΤ’ του διαβόητου Βοργία. Στις 17 Νοεμβρίου 1494 βρέθηκε νεκρός στη Φλωρεντία, σε ηλικία 31 ετών. Δηλητηριάστηκε υπό ανεξιχνίαστες συνθήκες μαζί με τον φίλο του Άντζελο Πολιτσιάνο. Θρυλήθηκε τότε ότι τον δηλητηρίασε ο γραμματέας του.
Ο Desiderius Erasmus Roterodamus, (1466-1536), γνωστός ως Έρασμος ή Έρασμος του Ρότερνταμ, ήταν Ολλανδός αναγεννησιακός ανθρωπιστής, καθολικός ιερέας, δάσκαλος και θεολόγος. Ο Έρασμος ήταν κλασικός λόγιος που έγραφε σε «καθαρή» λατινική γλώσσα. Έμαθε πολύ καλά αρχαία ελληνικά που δίδαξε για ένα διάστημα στο Κέιμπριτζ της Αγγλίας, ενώ ερασμιακή λέγεται και το πρότυπο προφοράς της αρχαίας ελληνικής που καθιέρωσε. Μετέφρασε εκ νέου την Καινή Διαθήκη στα λατινικά και τα ελληνικά, ασκώντας κριτική στην εξουσία του κλήρου και στην λατρεία ‘ιερών’ λειψάνων, προετοιμάζοντας την Μεταρρύθμιση στην Ευρώπη.
*****
ΟΙ ΑΠΑΡΧΈΣ.
Η Φλωρεντία, πόλη στην Τοσκάνη της Ιταλίας, από όπου θεωρείται ευρέως πως εξαπλώθηκε το πολιτιστικό ρεύμα της Αναγέννησης. Η πλειοψηφία των ιστορικών συμφωνεί ότι οι ιδέες που χαρακτηρίζουν την Αναγέννηση πηγάζουν από την Φλωρεντία του ύστερου 13ου αιώνα, ιδιαίτερα από το συγγραφικό έργο των Ντάντε Αλιγκιέρι (1265–1321) και Πετράρχη (1304–1374), καθώς και από τα έργα ζωγραφικής του Τζιόττο ντι Μποντόνε (1267–1337).
Ορισμένοι μελετητές οριοθετούν χρονικά την Αναγέννηση με μεγάλη ακρίβεια: μια θεωρία τοποθετεί την αρχή στο έτος 1401, οπότε και οι ιδιοφυείς ανταγωνιστές Λορέντζο Γκιμπέρτι (1378–1455) και Φιλίππο Μπρουνελέσκι (1377–1446) συναγωνίστηκαν για την ανάληψη της κατασκευής των χάλκινων θυρών του ‘Βαπτιστηρίου του Καθεδρικού Ναού της Φλωρεντίας’ (Cattedrale di Santa Maria del Fiore).
Άλλοι ότι ο γενικότερος ανταγωνισμός μεταξύ καλλιτεχνών και πολυμαθών όπως οι Μπρουνελέσκι, Γκιμπέρτι, Ντονατέλλο και Μαζάτσο για την ανάληψη έργων πυροδότησε την δημιουργικότητα που επέφερε την Αναγέννηση. Ωστόσο εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο αντιγνωμιών το γιατί το ρεύμα αυτό ξεκίνησε στην Ιταλία, και γιατί εκείνη την συγκεκριμένη εποχή. Επομένως, πολλές θεωρίες επιστρατεύτηκαν για να εξηγήσουν την προέλευσή του.
Κατά την διάρκεια της Αναγέννησης, τα χρήματα και η τέχνη συμβάδιζαν. Οι καλλιτέχνες εξαρτώταν ολοκληρωτικά από προστάτες των τεχνών, ενώ οι τελευταίοι χρειάζονταν χρήματα για να συντηρούν ιδιοφυείς ανθρώπους. Πλούτος εισήλθε στην Ιταλία κατά τον 14ο, 15ο και 16ο αιώνα με την επέκταση των εμπορικών δρόμων προς την Ασία και την Ευρώπη. Η εξόρυξη ασημιού στο Τιρόλο αύξησε την ρευστότητα σε χρήμα. Πολυτελή αντικείμενα από τον Ανατολικό Κόσμο, τα οποία ήρθαν στην πατρίδα κατά την διάρκεια των Σταυροφοριών, αύξησαν την ευμάρεια της Γένοβας και της Βενετίας.
Ελληνική και Λατινική φάση του αναγεννησιακού ανθρωπισμού.
Σε αντιδιαστολή με τον όψιμο Μεσαίωνα, οπότε οι Λατίνοι λόγιοι εστίασαν σχεδόν αποκλειστικά στην μελέτη Ελληνικών και Αραβικών έργων αναφορικά με τις φυσικές επιστήμες, την φιλοσοφία και τα μαθηματικά, οι λόγιοι της Αναγέννησης έδειξαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ανακάλυψη και μελέτη Ελληνικών και Λατινικών, λογοτεχνικών, ιστορικών και ρητορικών κειμένων.
Αυτό ξεκίνησε κατά τον 14ο αιώνα με μία «λατινική φάση», όταν μελετητές όπως ο Πετράρχης, ο Κολούτσο Σαλουτάτι (1331–1406), ο Νικολό ντε Νικολί (1364–1437) και ο Πότζιο Μπρατσολίνι (1380–1459) χτένισαν τις βιβλιοθήκες της Ευρώπης αναζητώντας έργα Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων όπως ο Κικέρων, ο Λίβιος και ο Σενέκας. Μέχρι τις αρχές του 15ου αιώνα ο κύριος όγκος των λατινικών αυτών έργων είχε ανακαλυφθεί. Δρομολογήθηκε πλέον η ελληνική φάση του αναγεννησιακού ανθρωπισμού, καθώς οι Δυτικοευρωπαίοι μελετητές στράφηκαν στην αναζήτηση αρχαιοελληνικών λογοτεχνικών, ιστορικών, ρητορικών και φιλοσοφικών κειμένων.
Σε αντίθεση με τα Λατινικά κείμενα, τα οποία διαφυλάχτηκαν και μελετήθηκαν στην Δυτική Ευρώπη από την ύστερη αρχαιότητα, η μελέτη των αρχαίων Ελληνικών κειμένων ήταν πολύ περιορισμένη στην Δυτική Ευρώπη την εποχή αυτή. Αρχαία ελληνικά κείμενα για την επιστήμη, τα μαθηματικά και την φιλοσοφία ήδη μελετώνταν από τα τέλη του Μεσαίωνα τόσο στην Δυτική Ευρώπη όσο και στον ισλαμικό κόσμο, αλλά τα ελληνικά λογοτεχνικά, ρητορικά και ιστορικά έργα (π.χ. ο Όμηρος, οι μεγάλοι δραματουργοί, ο Δημοσθένης, ο Θουκυδίδης κ.ά.) δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης ούτε των Ευρωπαίων ούτε των Αράβων.
Στον Μεσαίωνα τέτοια κείμενα απασχόλησαν μόνο τους Βυζαντινούς λογίους. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η Αναγέννηση των Τιμουριδών στην Σαμαρκάνδη και την Χεράτ, των οποίων το μεγαλείο τονιζόταν όπως εκείνο της Φλωρεντίας ως κέντρα μιας πολιτιστικής αναγέννησης, συνδέονταν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας οι κατακτήσεις οδήγησαν στην μετανάστευση Ελλήνων λογίων στις ιταλικές πόλεις. Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της λογίων της Αναγέννησης είναι το ότι έφεραν όλα αυτά τα έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην Δυτική Ευρώπη για πρώτη φορά μετά το τέλος της αρχαιότητας.
Μουσουλμάνοι λογικοί, κυρίως ο Αβικέννας και ο Αβερρόης, είχαν κληρονομήσει τις ελληνικές ιδέες μετά την εισβολή και την κατάκτηση της Αιγύπτου και του Λεβάντε. Οι μεταφράσεις και τα σχόλιά τους σε αυτές τις ιδέες έφτασαν στην Αραβική Δύση στην Ιβηρική και την Σικελία, που έγιναν σημαντικά κέντρα αυτής της μετάδοσης ιδεών. Από τον 11ο έως τον 13ο αιώνα πολλές σχολές αφιερωμένες στην μετάφραση φιλοσοφικών και επιστημονικών έργων από τα κλασικά αραβικά στα μεσαιωνικά λατινικά ιδρύθηκαν στην Ιβηρική, με πιο αξιοσημείωτη την Σχολή Μεταφραστών του Τολέδο (ισπαν. Escuela de Traductores de Toledo). Αυτό το μεταφραστικό έργο από τον ισλαμικό πολιτισμό, αν και σε μεγάλο βαθμό απρογραμμάτιστο και ανοργάνωτο, αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες μεταδόσεις ιδεών στην ιστορία.
Ο κύριος ρόλος των Ελλήνων λογίων κατά την Αναγέννηση ήταν η διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας και των αρχαίων κειμένων του κλασικού και ελληνιστικού κόσμου προς τους δυτικοευρωπαίους συναδέλφους τους στα πανεπιστήμια καθώς και τον κάθε ενδιαφερόμενο ως προς την μελέτη των αρχαίων πηγών.
Ο Βαρλαάμ Καλαβρός και ο Λεόντιος Πιλάτος από την Βυζαντινή Καλαβρία στην νότια Ιταλία των αρχών του 14ου αιώνα είναι όχι μόνο από τους πρώτους Βυζαντινούς λόγιους που δραστηριοποιήθηκαν στον τομέα αυτό αλλά και από τους πρώτους ανθρωπιστές της Αναγέννησης μαζί με τον Μάξιμο Πλανούδη στην Κωνσταντινούπολη ο οποίος υπήρξε και κυρίαρχη μορφή της Παλαιολόγειας Αναγέννησης, ενώ ο Πλήθων Γεμιστός και ο Βησσαρίων αποτελούν σημαντικές μορφές της Ευρωπαϊκής αναγέννησης γενικότερα. Επιπλέον ακόμα και μετά την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας οι λόγιοι των περιοχών οι οποίες τελούσαν υπό την διαχείριση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας επηρεάστηκαν από καθώς και επηρέασαν σημαντικά από την Ιταλική κουλτούρα της Αναγέννησης.
Το κίνημα για την επανένταξη της συστηματικής μελέτης των ελληνικών λογοτεχνικών, ιστορικών, ρητορικών και φιλοσοφικών κειμένων στο πρόγραμμα σπουδών της Δυτικής Ευρώπης συνήθως οριοθετείται χρονολογικά στην πρόσκληση του 1396 που απηύθυνε ο Κολούτσιο Σαλουτάτι στον Βυζαντινό διπλωμάτη και λόγιο Μανουήλ Χρυσολωρά (π.1355–1415) να διδάξει ελληνικά στην Φλωρεντία. Αυτή η κληρονομιά συνεχίστηκε από αρκετούς εκπατρισμένους Έλληνες μελετητές, από τον Βασίλειο Βησσαρίωνα ως τον Λέοντα Αλλάτιο.
Κοινωνικές και πολιτικές δομές στην Ιταλία.
Οι ιδιαίτερες πολιτικές δομές που απαντώνται στην Ιταλία κατά τα τέλη του Μεσαίωνα οδήγησαν ορισμένους μελετητές στο συμπέρασμα πως το ασυνήθιστο αυτό πολιτικό περιβάλλον επέτρεψε την ανάδυση μιας σπάνιας πολιτιστικής άνθησης. Η Ιταλία δεν υπήρχε ως πολιτική οντότητα κατά την πρώιμη σύγχρονη εποχή. Αντιθέτως, η χερσόνησος ήταν διαιρεμένη σε πολλά κρατίδια: το Βασίλειο της Νάπολης ήλεγχε τον Νότο, η Δημοκρατία της Φλωρεντίας και τα Παπικά Κράτη το κέντρο, οι Μιλανέζοι και οι Γενοβέζοι τον Βορρά και την Δύση αντίστοιχα, και η Δημοκρατία της Βενετίας την Ανατολή.
Η Ιταλία του 15ου αιώνα αποτελούσε μια από τις περισσότερο αστικοποιημένες περιοχές της Ευρώπης. Πολλές από τις πόλεις της έστεκαν ανάμεσα σε ρωμαϊκά ερείπια, συνεπώς είναι πιθανό η στροφή της Αναγέννησης προς την κλασική αρχαιότητα να συνδέεται με το γεγονός ότι ξεκίνησε από την κοιτίδα της πάλαι πότε Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ο ιστορικός και πολιτικός φιλόσοφος Κουέντιν Σκίνερ τονίζει πως ο Όττο του Φράιζινγκ (περ. 1114-1158), ένας Γερμανός επίσκοπος που επισκέφτηκε την Ιταλία τον 12ο αιώνα, μαρτυρά μια ευρέως διαδεδομένη νέα μορφή πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης, παρατηρώντας πως η Ιταλία φαίνεται να είχε εξέλθει από το Φεουδαλισμό με αποτέλεσμα η κοινωνία της να στηρίζεται στους εμπόρους και τις συναλλαγές (ύστερος Καπιταλισμός).
Σχετική με το παραπάνω ήταν η αντιμοναρχική ιδεολογία, αντιπροσωπευτικό δείγμα της οποίας είναι η διάσημη τοιχογραφία της πρώιμης Αναγέννησης με τίτλο «Αλληγορία της Καλής και Κακής Διακυβέρνησης» στην Σιένα, έργο του Ambrogio Lorenzetti (ζωγρ. 1338-1340) της οποίας το κυρίαρχο μήνυμα είναι οι αρετές της ισότητας, της δικαιοσύνης, της δημοκρατικότητας και της καλής διακυβέρνησης. Κρατώντας σε απόσταση ασφαλείας τόσο την εκκλησία όσο και τις Αυτοκρατορίες, αυτές οι δημοκρατικές πόλεις αφιερώθηκαν στην έννοια της ελευθερίας.
*****
Ambrogio Lorenzetti ή Ambruogio Laurati, (1290-1348) ήταν Ιταλός ζωγράφος της Σχολής της Σιένα. Ήταν ενεργός από περίπου το 1317 έως το 1348. Ζωγράφισε την ‘Αλληγορία της Καλής και Κακής Κυβέρνησης: ‘Δύο στρατιώτες ληστεύουν γυναίκα’ στο Sala dei Nove (Αίθουσα των Εννέα ή Αίθουσα Συμβουλίου) στο Palazzo Pubblico της Σιένα.
***
Ακόμη και τα κρατίδια που βρίσκονταν κάπως μακρύτερα από την κεντρική Ιταλία ανέδειξαν αξιοσημείωτες εμπορικές δημοκρατίες, ιδίως η Δημοκρατία της Βενετίας. Παρόλο που στην πραγματικότητα επρόκειτο για ολιγαρχικά κράτη, με ελάχιστη ομοιότητα με τις σύγχρονες δημοκρατίες, είχαν πράγματι χαρακτηριστικά δημοκρατίας με λογοδοτικές κυβερνήσεις, με μορφές συμμετοχής στην διακυβέρνηση και πίστη στην ελευθερία.
Η σχετική πολιτική αυτονομία που απολάμβαναν διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην ακαδημαϊκή και καλλιτεχνική πρόοδο. Ομοίως, η ιδιότητα των ιταλικών κρατιδίων ως σημαντικών εμπορικών κέντρων, τα κατέστησε σταυροδρόμια ιδεών. Οι έμποροι έφεραν μαζί τους ιδέες από τις άκρες του κόσμου, ιδιαίτερα από την εγγύς Ανατολή. Η Βενετία ήταν η εμπορική πύλη της Ευρώπης με την Ανατολή, και παραγωγός εξαιρετικής ποιότητας γυαλιού, ενώ η Φλωρεντία ήταν η Μέκκα των υφασμάτων. Ο πλούτος που εισήλθε στην Ιταλία μέσω των δραστηριοτήτων αυτών επέφερε σημαντικά δημόσια και ιδιωτικά καλλιτεχνικά εγχειρήματα, ενώ οι ιδιώτες απέκτησαν περισσότερο ελεύθερο χρόνο για πνευματική καλλιέργεια και μελέτη.
Pieter Bruegel, (1525-1530 – Βρυξέλλες, 1569) «Ο Θρίαμβος του Θανάτου», έργο του Bruegel του πρεσβύτερου, (περ. 1562), Πράδο, Μαδρίτη. Ο Bruegel επηρεάστηκε βαθιά από την τεχνοτροπία του Ιερώνυμου Μπος.
*****
ΜΑΥΡΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ.
Σύμφωνα με μια θεωρία, ο αντίκτυπος στην Φλωρεντία του Μαύρου Θανάτου, που χτύπησε την Ευρώπη μεταξύ των ετών 1348 και 1350, επέφερε ριζική αλλαγή στην κοσμοθεωρία των Ιταλών του 14ου αιώνα. Η πανούκλα χτύπησε με σφοδρότητα την ιταλική χερσόνησο και έχει διατυπωθεί η άποψη πως η εξοικείωση αυτή με τον θάνατο έκανε τους διανοούμενους να αναθεωρήσουν την αξία της επίγειας ζωής, σε σχέση με την πνευματικότητα και την προετοιμασία για την μεταθανάτια ζωή.
Συμπληρωματικά, μπορούμε να θεωρήσουμε πως ο Μαύρος Θάνατος γέννησε ένα κύμα ευσέβειας, το οποίο και εκδηλώθηκε δια μέσου της χρηματοδότησης έργων τέχνης με θρησκευτικό περιεχόμενο. Ωστόσο, τα παραπάνω δεν εξηγούν το γιατί η Αναγέννηση ανάβλυσε συγκεκριμένα από την Ιταλία του 14ου αιώνα. Η πανώλη ήταν πανδημία που είχε τις παραπάνω επιπτώσεις στο σύνολο της Ευρώπης, όχι μόνο στην Ιταλία. Κατά συνέπεια, η ανατολή του πολιτιστικού αυτού ρεύματος στην Ιταλία ήταν κατά πάσα πιθανότητα αποτέλεσμα των περίπλοκων αλληλεπιδράσεων ανάμεσα σε όλους τους προαναφερθέντες παράγοντες.
Η πανώλη μεταφέρθηκε μέσω ψύλλων που ταξίδεψαν με καράβια από τα λιμάνια της Ασίας και εξαπλώθηκε ταχύτατα εξαιτίας της έλλειψης κανόνων υγιεινής. Ο πληθυσμός της Αγγλίας, για παράδειγμα, που ανερχόταν τότε στα 4,2 εκατομμύρια, μειώθηκε κατά 1,4 εκατομμύριο εξαιτίας της ασθένειας. Ο πληθυσμός της Φλωρεντίας μειώθηκε σχεδόν στο μισό κατά το έτος 1347. Χάρη στην μείωση πληθυσμού, η σημασία της εργατικής τάξης μεγάλωσε και οι κοινοί άνθρωποι άρχισαν να απολαμβάνουν περισσότερες ελευθερίες. Για να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες για χειρωνακτική εργασία, οι εργάτες ταξίδευαν από τόπο σε τόπο προκειμένου να κλείσουν συμφέρουσες οικονομικά δουλειές.
*****
Προσωπογραφία του Λαυρέντιου του Μεγαλοπρεπούς, ισχυρού άνδρα της Φλωρεντίας και προστάτη των τεχνών, από τον Τζόρτζιο Βαζάρι, 16ος αιώνας, Ουφίτσι, Φλωρεντία. Ο Lorenzo dei Medici, (1449-1492) ήταν ηγέτης της Φλωρεντίας από το 1469 ως το θάνατο του, ο τρίτος από τον οίκο των Μεδίκων. Υπήρξε προστάτης των τεχνών, ποιητής και ανθρωπιστής, καθώς επίσης και ένας από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς της Ιταλικής Αναγέννησης. Από την δεκαετία του 1480 είχε γίνει ρυθμιστής της πολιτικής ζωής στην Ιταλία και οι ξένοι μονάρχες τον θεωρούσαν άρχοντα της πόλης.
Ο Lorenzo συνέδεσε το όνομά του με το μεγαλείο της Αναγέννησης στην Φλωρεντία, αφού συναναστρεφόταν με διανοούμενους του διαμετρήματος του Φιτσίνο, του Πίκο ντέλλα Μιράντολα, του Πολιτσιάνο, αλλά και με καλλιτέχνες όπως ο Μποτιτσέλλι και ο νεαρός Μιχαήλ Άγγελος. Παρακολούθησε μικρός μαθήματα ελληνικών από τον Κωνσταντινουπολίτη Ιωάννη Αργυρόπουλο , ενώ σαν άρχοντας αργότερα κάλεσε στο Φλωρεντινο σπουδαστήριο και στην έδρα των ελληνικών το λόγιο από την Θεσσαλονίκη Ανδρόνικο Κάλλιστο κι έπειτα τον Αθηναίο Δημήτριο Χαλκοκονδύλη.
Μετά τον θάνατό του το 1492, ο λαός της Φλωρεντίας εξέλεξε τον άπειρο γιο του Πιέρο που σύντομα έχασε τον έλεγχο. Ο λαός εξεγέρθηκε κι εκδίωξε τους Μεδίκους για να παραδώσει την εξουσία στα χέρια του μοναχού Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα. Χωρίς τις διπλωματικές κινήσεις του Λορέντσο, η αντιπαλότητα των αρχόντων της υπόλοιπης Ιταλίας επέτρεψε στον Κάρολο Η΄ της Γαλλίας να έρθει στην Ιταλία. Αυτό σήμανε και την έναρξη των γαλλο-ισπανικών πολέμων του 16ου αιώνα.
*****
Η δημογραφική μείωση εξαιτίας της πανώλης είχε σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις: οι τιμές των τροφίμων μειώθηκαν ενώ η αξία της γης μειώθηκε κατά 30-40% στις περισσότερες ευρωπαϊκές περιοχές μεταξύ των ετών 1350 και 1400. Οι γαιοκτήμονες είχαν σαφώς μεγάλες απώλειες, αλλά για τους ασθενέστερους οικονομικά αυτό ήταν αναπάντεχη τύχη. Οι επιζώντες της πανώλης δεν είδαν απλά τις τιμές να πέφτουν, αλλά και τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις να αφθονούν, ενώ οι περισσότεροι κληρονόμησαν τις ιδιοκτησίες αποθανόντων συγγενών τους.
Η εξάπλωση της ασθένειας ήταν πολύ πιο ανεξέλεγκτη στις φτωχές περιοχές. Η επιδημία αφάνισε πόλεις, ιδιαίτερα παιδιά. Η πανώλη μεταδιδόταν εύκολα από ψείρες, ακατάλληλο πόσιμο νερό, στρατούς κι από κακές συνθήκες υγιεινής. Τα παιδιά επλήγησαν περισσότερο επειδή πολλές ασθένειες, όπως ο τύφος και η συγγενής σύφιλη, πλήττουν το ανοσοποιητικό σύστημα, αφήνοντας τα μικρά παιδιά χωρίς δυνατότητες άμυνας. Τα παιδιά των πόλεων επηρεάστηκαν περισσότερο από την εξάπλωση της ασθένειας από ότι τα παιδιά των πλουσίων.
Ο Μαύρος Θάνατος προκάλεσε μεγαλύτερη αναταραχή στην κοινωνική και πολιτική δομή της Φλωρεντίας απ’ ό,τι μεταγενέστερες επιδημίες. Παρά το σημαντικό αριθμό θανάτων μεταξύ των μελών των κυρίαρχων τάξεων η κυβέρνηση της Φλωρεντίας συνέχισε να λειτουργεί αυτή την περίοδο. Οι επίσημες συνεδριάσεις των εκλεγμένων αντιπροσώπων ανεστάλησαν κατά την κορύφωση της επιδημίας λόγω των χαοτικών συνθηκών στην πόλη, αλλά μια μικρή ομάδα αξιωματούχων διορίστηκε να διευθύνει τις υποθέσεις της πόλης, κάτι που εξασφάλισε την συνέχεια της διακυβέρνησης και της Αναγέννησης.
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΌ ΚΊΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΦΛΩΡΕΝΤΊΑ.
Από παλαιά έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης το γιατί η Αναγέννηση ξεκίνησε ειδικά στην Φλωρεντία κι όχι κάπου αλλού στην Ιταλία. Οι ιστορικοί υπογραμμίζουν αρκετά χαρακτηριστικά στην πολιτιστική ζωή της πόλης, που ίσως να έδωσαν πνοή στο πολιτιστικό αυτό κίνημα. Πολλοί δίνουν έμφαση στον ρόλο που διαδραμάτισαν οι Μέδικοι, μια οικογένεια τραπεζιτών και αργότερα κυβερνώντων, δια μέσου της χρηματοδότησης και της τόνωσης των τεχνών. Ο Λαυρέντιος ο Μεγαλοπρεπής (1449 – 1492) έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην παραγωγή τεράστιου αριθμού έργων τέχνης, ενθαρρύνοντας τους συμπολίτες του να αναθέσουν εργασίες στους εξοχότερους Φλωρεντινούς καλλιτέχνες, όπως οι Λεονάρντο ντα Βίντσι, Σάντρο Μποττιτσέλλι, Μιχαήλ Άγγελος.
Στην αυλή του μεγάρου του προσκάλεσε καλλιτέχνες όπως ο γλύπτης κ ζωγράφος Αντρέα Βερόκιο, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, ο Σάντρο Μποτιτσέλι, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Ντομένικο Τζιρλαντάιο και άλλοι που συνέβαλλαν αποφασιστικά στην έλευση της Αναγέννησης του 15ου αιώνα. Αν και δεν παρήγγειλε πολλά έργα για το σπίτι του, τους βοήθησε να πάρουν παραγγελίες από άλλες επιφανείς κι εύπορες οικογένειες. Ο έφηβος Μιχαήλ Άγγελος ζούσε με τον Λορέντσο και την οικογένειά του για τρία χρόνια (1489-1492), συνδειπνώντας τακτικά μαζί τους και συζητώντας με το δάσκαλο Μαρσίλιο Φιτσίνο.
Το 1470 έφερε σπίτι του για δάσκαλο των παιδιών του το νεαρό αλλά ιδιαίτερα ταλαντούχο φιλόλογο Άντζελο Πολιτσιάνο. Στο Φλωρεντινό σπουδαστήριο το 1472 έφερε από την Ρώμη για καθηγητή ελληνικών το λόγιο Ανδρόνικο Κάλλιστο, αποχαιρετώντας τον αγαπημένο του Ιωάννη Αργυρόπουλο που έχασε 2 παιδιά του από την πανώλη που ‘χε πλήξει την πόλη κι αποφάσισε να φύγει. Το 1475, όταν ο Κάλλιστος έφυγε στο Παρίσι, έφερε στην θέση του και πάλι από την Ρώμη τον Αθηναίο δάσκαλο Δημήτριο Χαλκοκονδύλη.
Η Αναγέννηση ήταν σαφώς καθ’ οδόν προτού αναλάβει ο Λορέντζο την εξουσία, ακόμη και πριν οι Μέδικοι κυριαρχήσουν στην κοινωνία της Φλωρεντίας. Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν πως η Φλωρεντία έγινε κατά τύχη γενέτειρα της Αναγέννησης, επειδή έτυχε να γεννηθούν εκεί πραγματικά σπουδαίοι άνθρωποι. Οι Ντα Βίντσι, Μποττιτσέλλι και Μπουοναρότι γεννήθηκαν όλοι στην Τοσκάνη. Αμφιβάλλοντας πως η άνθηση αυτή ήταν θέμα τύχης, άλλοι ιστορικοί υποστηρίζουν πως οι μεγάλοι αυτοί άνδρες είχαν την ευκαιρία να δείξουν το ταλέντο τους ακριβώς χάρις στις επικρατούσες πολιτιστικές συνθήκες της εποχής.
*****
Προσωπογραφία του Λεονάρντο ντα Βίντσι (1452-1519) που αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα πολυμαθούς που ενσάρκωσε το ιδεώδες του «Καθολικού Ιδεώδους Ανθρώπου», όπως αποκαλείται ο ιδανικός άνθρωπος της Αναγέννησης, κάποιος που διέθετε ερευνητικό/ κριτικό πνεύμα, φιλοπεριέργεια, και μία τάση για ενασχόληση με κάθε αντικείμενο της τέχνης και της επιστήμης. Ο όρος αναφέρεται στο εύρος ή την επιθυμητή “καθολικότητα” της πολυμάθειας που μπορούσε να αποκτήσει κανείς.
Ο πιο χαρακτηριστικός και ίσως ο μόνος πραγματικός ‘Homo Universalis’ είναι ο διάσημος Λεονάρντο ντα Βίντσι, που όπως μαρτυρούν οι πηγές, ασχολούνταν -εκτός από την ζωγραφική, την γλυπτική και γενικώς την τέχνη- με την μηχανική, την ανατομία, την αρχιτεκτονική, ήταν φυσιοδίφης, αρχαιοδίφης και ιστοριοδίφης, συγγραφέας, χημικός και κατείχε πολλές άλλες ιδιότητες. Άλλες τέτοιες χαρακτηριστικές πολυσχιδείς προσωπικότητες ήταν ο Αβικέννας, ο Ισαάκ Νεύτων, ο Γαλιλαίος Γαλιλέι, η Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν, ο Γκυστάβ Λε Μπον κ.ά. Αναχρονιστικά ο όρος μπορεί να αποδοθεί και σε πολυμαθείς της αρχαιότητας όπως ο Αριστοτέλης κι ο Ερατοσθένης.
Ο Λεονάρντο, ως Ιταλός πανεπιστήμονας/πολυμαθής της Ύστερης Αναγέννησης, θεωρείται, κατά κοινή ομολογία, ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους όλων των εποχών παρά το περιορισμένο πλήθος των σωζόμενων έργων του. Εκθειάστηκε συχνά για την τεχνολογική του επινοητικότητα. Ο ντα Βίντσι συνέλαβε την ιδέα των πτητικών μηχανών, σχεδίασε ένα είδος τεθωρακισμένου άρματος, πέτυχε να συγκεντρώσει την ηλιακή ισχύ, δημιούργησε μια μηχανή πρόσθεσης και εφηύρε το κύτος πλοίου με διπλά τοιχώματα.
Σχετικά λίγες από τις εφευρέσεις του υλοποιήθηκαν, ενώ ελάχιστες θεωρήθηκαν πραγματοποιήσιμες από τους σύγχρονούς του, καθώς επιστημονικοί τομείς όπως η μεταλλουργία και η μηχανική ήταν στην νηπιακή τους ηλικία κατά την διάρκεια της Αναγέννησης. Ωστόσο, μερικές από τις πιο μικρές εφευρέσεις του όπως ένα είδος ροδανίου και μια μηχανή για τον έλεγχο της εφελκυστικής αντοχής ενός σύρματος έγιναν εξαιρετικά διαδεδομένες χωρίς να του δοθούν ιδιαίτερα εύσημα.
Ακόμα, στον ντα Βίντσι αποδίδεται η εφεύρεση του αλεξίπτωτου και του ελικοπτέρου. Έκανε θεμελιώδεις ανακαλύψεις στην ανατομία, την πολιτική μηχανική, την γεωλογία, την οπτική και την υδροδυναμική αλλά δεν εξέδωσε επισήμως τα ευρήματά του που, ως εκ τούτου, επηρέασαν ελάχιστα έως καθόλου την εξέλιξη των αντίστοιχων επιστημών.
Η «Μόνα Λίζα» (1503-1506) είναι το διασημότερο ζωγραφικό έργο του Λεονάρντο και το πιο διάσημο πορτραίτο στην ιστορία, ενώ ο «Μυστικός Δείπνος» του είναι ο πλέον ανατυπωμένος θρησκευτικός πίνακας· το σχέδιο του Βιτρούβιου που έγινε γνωστό ως «Ο Βιτρουβιανός Άνθρωπος» συνιστά διάσημο πολιτιστικό σύμβολο. Ο ντα Βίντσι είναι επίσης γνωστός για τα σημειωματάριά του, στα οποία καταχωρούσε σχέδια και σημειώσεις επιστημονικού περιεχομένου· σε αυτά περιλαμβάνεται πληθώρα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ανατομίας, της χαρτογραφίας, της ζωγραφικής και της παλαιοντολογίας. Η συνεισφορά του Λεονάρντο στην εξέλιξη των τεχνών είναι συγκρίσιμη μόνο με του Μιχαήλ Αγγέλου.
Η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζιοκόντα, ή Πορτραίτο της Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο) είναι προσωπογραφία που ζωγράφισε ο Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο ντα Βίντσι. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο λεύκης, που ολοκληρώθηκε μέσα στην χρονική περίοδο 1503-1519. Αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους, και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Ο πίνακας, διαστάσεων 77 εκ. × 53 εκ., απεικονίζει μία καθιστή γυναίκα, την Λίζα ντελ Τζοκόντο, η έκφραση του προσώπου της οποίας χαρακτηρίζεται ως αινιγματική. Η Μόνα Λίζα θεωρείται το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής.
Ο Λεονάρντο ξεκίνησε να ζωγραφίζει την Μόνα Λίζα το έτος 1503 ή το 1504 στην Φλωρεντία της Ιταλίας. Σύμφωνα με τον σύγχρονο του Λεονάρντο, Τζόρτζιο Βαζάρι, “…αφότου ασχολήθηκε επί τέσσερα χρόνια με το έργο, το άφησε ημιτελές…” Αυτή ήταν μια συνήθης συμπεριφορά του Λεονάρντο ο οποίος, αργότερα, μετάνιωσε που “δεν ολοκλήρωσε ποτέ ούτε ένα έργο του”. Θεωρείται πως συνέχισε να ασχολείται με την Μόνα Λίζα για τρία χρόνια αφότου εγκαταστάθηκε στην Γαλλία και πως την τελείωσε λίγο πριν πεθάνει το 1519.
Ο Μυστικός Δείπνος (ιταλ. Il Cenacolo ή L’Ultima Cena) είναι τοιχογραφία του 15ου αιώνα, (1495-1498) δημιουργημένη από τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Βρίσκεται στο Μιλάνο της Ιταλίας, στην τραπεζαρία του μοναστηριού Santa Maria delle Grazie, αν και η δημιουργία του έγινε ως παραγγελία από τον δούκα Λουδοβίκο Σφόρτσα, που επιθυμούσε αρχικά το κτήριο να αποτελέσει το μαυσωλείο της οικογένειάς του.
Το έργο ολοκληρώθηκε σε σημαντικό ποσοστό λόγω της πίεσης που άσκησε ο Λουντονίκο Σφόρτσα. Αποτελεί, το μεγαλύτερο έργο του Λεονάρντο και την μοναδική νωπογραφία του που μας έχει σωθεί. Ένα από τα σημαντικότερα και πολυτιμότερα έργα στην ιστορία της τέχνης και ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα και αναπαραχθέντα έργα ζωγραφικής.
*****
ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΌΣ (ΟΥΜΑΝΙΣΜΌΣ).
Ο ανθρωπισμός υπό κάποιο πρίσμα δεν είναι αυτή καθεαυτή φιλοσοφία, αλλά περισσότερο ένας τρόπος αναζήτησης της γνώσης. Σε αντίθεση με το μεσαιωνικό σχολαστικισμό, που επικεντρώθηκε στην επίλυση αντιφάσεων μεταξύ συγγραφέων, οι ανθρωπιστές μελέτησαν τα αρχαία κείμενα από το πρωτότυπο, εκτιμώντας τα, συνδυάζοντας την λογική σκέψη και την εμπειρική παρατήρηση.
Η ανθρωπιστική εκπαίδευση βασιζόταν στο πρόγραμμα της «Studia Humanitatis», της μελέτης δηλαδή πέντε πεδίων: της ποίησης, της γραμματικής, της ιστορίας, της ηθικής φιλοσοφίας και της ρητορικής. Παρόλο που οι ιστορικοί δυσκολεύονται να δώσουν ακριβή ορισμό του ανθρωπισμού, οι περισσότεροι αποδέχονται «έναν ορισμό της μέσης οδού… το κίνημα με στόχο την ανάκτηση, ερμηνεία και αφομοίωση της γλώσσας, γραμματείας, μεθοδολογίας μάθησης και αξιών της αρχαίας Ελλάδας και της αρχαίας Ρώμης». Πάνω από όλα, οι ανθρωπιστές αποθέωσαν την «ανθρώπινη ευφυΐα… την μοναδική και ασυνήθιστη δύναμη του ανθρώπινου μυαλού».
Οι ανθρωπιστές λόγιοι διαμόρφωσαν το πνευματικό πεδίο της πρώιμης σύγχρονης εποχής. Πολιτικοί φιλόσοφοι όπως ο Νικολό Μακιαβέλι και ο Τόμας Μορ αναβίωσαν την ιδεολογία των Ελλήνων και Ρωμαίων στοχαστών, υιοθετώντας την σε έργα όπου ασκούσαν κριτική στους κυβερνώντες της εποχής τους, ακολουθώντας τα ισλαμικά βήματα του Ιμπν Χαλντούν.
Ο Πίκο ντελλά Μιράντολα συνέγραψε το έργο που αναφέρεται ως το μανιφέστο της Αναγέννησης, μια φλογερή υπεράσπιση της σκέψης, με τίτλο «De hominis dignitate» («Λόγος περί της ανθρώπινης αξιοπρέπειας»). Ο Ματτέο Παλμιέρι (1406-1475), άλλος ανθρωπιστής, είναι κυρίως γνωστός για το έργο του «Della vita civile» («Περί αστικής ζωής»), που τυπώθηκε το 1528 και που υποστήριζε τον αστικό ανθρωπισμό, καθώς και για την συμβολή του στο να εξυψωθεί η καθομιλουμένη της Τοσκάνης στο επίπεδο της λατινικής γλώσσας. Η Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν (1098-1179), Γερμανίδα συγγραφέας, μουσικός και φιλόσοφος. Αν και προηγήθηκε της Αναγέννησης, ενσάρκωνε ιδανικά το ιδεώδες του «Καθολικού Ανθρώπου» και μετά τον θάνατό της αναγνωρίστηκε ως Αγία.
Τα συγγράμματα του Παλμιέρι αντλούν θέματα από Ρωμαίους φιλοσόφους, κυρίως από τον Κικέρωνα, ο οποίος, όπως και ο Παλμιέρι, ήταν ενεργός στην πολιτική ζωή, τόσο ως πολίτης όσο και ως αξιωματούχος, καθώς και ως θεωρητικός και φιλόσοφος, και τον Κοϊντιλιανό. Η πιο περιεκτική, ίσως, έκφραση των απόψεών του περί ανθρωπισμού απαντάται στο ποιητικό έργο του 1465 με τίτλο «La città di vita», ωστόσο το προγενέστερο έργο του «Della vita civile» («Περί αστικής ζωής») είναι ευρύτερης κλίμακας.
Γραμμένο ως συλλογή διαλόγων με φόντο μια εξοχική κατοικία στην εξοχή της Τοσκάνης κατά την επιδημία πανώλης του 1430, εκφράζει τις απόψεις του Παλμιέρι για τον ιδανικό πολίτη. Οι διάλογοι περιλαμβάνουν απόψεις αναφορικά με το πώς τα παιδιά αναπτύσσονται πνευματικά και σωματικά, πώς μπορούν να κινηθούν οι πολίτες σε ηθικό επίπεδο, πώς οι πολίτες και τα κράτη μπορούν να διασφαλίσουν την ακεραιότητα της δημόσιας ζωής, καθώς και μια σημαντική συζήτηση σχετικά με την διαφορά μεταξύ αυτού που είναι ρεαλιστικά χρήσιμο και αυτού που είναι ειλικρινές.
Οι ανθρωπιστές θεωρούσαν σημαντική την μετάβαση στην μεταθανάτια ζωή με τέλειο πνεύμα και σώμα, πράγμα που μπορούσε να επιτευχθεί δια μέσου της εκπαίδευσης. Σκοπός του ανθρωπισμού ήταν να δημιουργήσει έναν “Καθολικό Ιδεώδη Άνθρωπο”, στο πρόσωπο του οποίου συνδυαζόταν η πνευματική και η φυσική τελειότητα και που ήταν ικανός να λειτουργεί έντιμα σε κάθε περίσταση. Η ιδεολογία αυτή του «uomo universale» αποτελεί ιδανικό του κλασσικού αρχαίου Ελληνικού και αργότερα του Λατινικού κόσμου. Η παιδεία κατά την Αναγέννηση στρέφεται γύρω από την αρχαία γραμματεία και ιστορία, καθώς ήταν αποδεκτή η άποψη πως οι κλασσικοί συγγραφείς παρείχαν ηθική καθοδήγηση και εκτεταμένη κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
*****
“Ο Άνθρωπος του Βιτρούβιου” του Λεονάρντο ντα Βίντσι (περί 1490) καταδεικνύει την επίδραση που είχαν οι συγγραφείς της Αρχαιότητας στους στοχαστές της Αναγέννησης. Με βάση τις προδιαγραφές του De architectura του Βιτρούβιου (1ος αιώνας π.κ.ε.) ο Λεονάρντο προσπάθησε να σχεδιάσει τον άνθρωπο με τις τέλειες αναλογίες. (Πινακοθήκη της Ακαδημίας -Βενετία).
Απεικονίζει μία φιγούρα σε δύο αλληλοκαλυπτόμενες θέσεις με τα μέλη του ανεπτυγμένα και συγχρόνως εγγεγραμμένη σε ένα κύκλο και ένα τετράγωνο. Το σχέδιο και το κείμενο συχνά ονομάζονται Κανόνας των Αναλογιών. Σύμφωνα με τις σημειώσεις του ντα Βίντσι στο συνοδευτικό κείμενο, οι οποίες είναι γραμμένες με καθρεπτιζόμενη γραφή, το σχέδιο έγινε ως μελέτη των αναλογιών του (ανδρικού) ανθρώπινου σώματος όπως περιγράφεται σε μια πραγματεία του Ρωμαίου αρχιτέκτονα Βιτρούβιου. Φαίνεται ότι ο ντα Βίντσι δημιούργησε το σχέδιο βασιζόμενος στο De Architectura 3.1.3 του Βιτρούβιου που γράφει:
“Ο ομφαλός είναι φυσικά τοποθετημένος στο κέντρου του ανθρώπινου σώματος, και, αν σε έναν άνδρα ξαπλωμένο, με το πρόσωπο στραμμένο επάνω και τα χέρια και τα πόδια του ανεπτυγμένα, με τον ομφαλό του ως κέντρο εγγράψουμε ένα κύκλο, θα ακουμπήσει τα δάκτυλα των χεριών και τα δάκτυλα των ποδιών του. Δεν γίνεται μόνο μέσω ενός κύκλου, η περιγραφή ενός ανθρώπινου σώματος, όπως φαίνεται τοποθετώντας τον σε ένα τετράγωνο. Μετρώντας από τα πόδια ως στην κορυφή του κεφαλιού, και έπειτα κατά μήκος των χεριών σε πλήρη έκταση, βρίσκουμε την τελευταία μέτρηση ίση με την πρώτη· έτσι γραμμές σε ορθή γωνία μεταξύ τους, περικλείοντας την φιγούρα, σχηματίζουν ένα τετράγωνο.”
Μία άλλη πηγή έμπνευσης για τον Βιτρούβιο Άντρα του ντα Βίντσι ήταν και ο Παγκόσμιος Άνθρωπος της Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν η οποία σίγουρα θα ήταν και εκείνη εξοικειωμένη με το έργο του Βιτρούβιου.
*****
ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΌΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΘΉΚΕΣ.
Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό ορισμένων βιβλιοθηκών της Αναγέννησης είναι ότι ήταν ανοιχτές στο κοινό. Αυτές οι βιβλιοθήκες ήταν μέρη όπου ανταλλάσσονταν ιδέες και όπου η μάθηση και το διάβασμα θεωρούνταν τόσο ευχάριστα όσο και ωφέλιμα για το μυαλό και την ψυχή. Καθώς η ελεύθερη σκέψη ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα της εποχής, πολλές βιβλιοθήκες περιείχαν ένα ευρύ φάσμα συγγραφέων. Κλασικά κείμενα μπορούσαν να βρεθούν παράλληλα με τα ανθρωπιστικά γραπτά.
Αυτές οι άτυπες ενώσεις διανοουμένων επηρέασαν βαθιά την αναγεννησιακή κουλτούρα. Μερικοί από τους πλουσιότερους «βιβλιόφιλους» έχτισαν βιβλιοθήκες ως ναούς των βιβλίων και της γνώσης. Μια σειρά από βιβλιοθήκες εμφανίστηκαν ως εκδηλώσεις τεράστιου πλούτου σε συνδυασμό με την αγάπη για τα βιβλία. Σε ορισμένες περιπτώσεις καλλιεργημένοι δημιουργοί βιβλιοθηκών προσέφεραν επίσης σε άλλους την ευκαιρία να χρησιμοποιούν τις συλλογές τους. Επιφανείς αριστοκράτες και πρίγκιπες της εκκλησίας δημιούργησαν μεγάλες βιβλιοθήκες για κοινή χρήση στις αυλές τους, που ονομάζονταν «αυλικές βιβλιοθήκες» και στεγάζονταν σε πολυτελώς σχεδιασμένα μνημειακά κτίρια διακοσμημένα με περίτεχνα ξυλόγλυπτα και τοίχους στολισμένους με τοιχογραφίες.
*****
Raffaello Sanzio da Urbino “Η Σχολή των Αθηνών”, ή Scuola di Αtene είναι μια από τις διασημότερες νωπογραφίες του Ιταλού καλλιτέχνη της Αναγεννησιακής τέχνης, Ραφαήλ. Η Νωπογραφία διακοσμεί έναν τοίχο δωματίου με το όνομα «Αίθουσα της Υπογραφής» ή “Stanza della Segnatura” της πτέρυγας “Stanze di Rafaello” δηλαδή «Αίθουσες του Ραφαήλ» στο Αποστολικό Παλάτι στο Βατικανό. Ο ίδιος ο Ραφαήλ έδωσε άλλο όνομα στην νωπογραφία, γράφοντας δύο λέξεις: “Causarum Cognitio”, «Αιτίες Γνώριζε», δηλαδή προσπάθησε να συνειδητοποιείς και να γνωρίζεις τις Αιτίες.
«Η Σχολή των Αθηνών» που δημιουργήθηκε μεταξύ 1510-1511 απεικονίζει μια φανταστική σκηνή στην οποία διάσημοι φιλόσοφοι διαφόρων εποχών, μαθηματικοί και επιστήμονες από την κλασική αρχαιότητα, απεικονίζονται να συμμετέχουν όλοι σε μια συνέλευση, σε ένα μεγαλοπρεπές κτίριο ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. Η νωπογραφία αυτή θεωρείται ένα αριστούργημα της τέχνης της Υψηλής Αναγέννησης, αναδεικνύοντας την ικανότητα του Raffaello στην σύνθεση, την προοπτική και την σύλληψη του πνεύματος του αναγεννησιακού ανθρωπιστικού κινήματος. Επιπρόσθετα, αντικατοπτρίζει τα ιδανικά της περιόδου της Αναγέννησης, τονίζοντας τη σημασία της μάθησης, της ορθολογικής σκέψης και της αναζήτησης της γνώσης. Συνεχίζει να αιχμαλωτίζει τους θεατές και λειτουργεί ως απόδειξη των πνευματικών και καλλιτεχνικών επιτευγμάτων της εποχής.
Ο τίτλος «Η Σχολή των Αθηνών» δεν δόθηκε από τον Ραφαήλ, και το θέμα της τοιχογραφίας είναι στην πραγματικότητα «Η Φιλοσοφία», ή καλύτερα «Η αρχαία ελληνική φιλοσοφία» αφού πάνω από την τοιχογραφία ο Ραφαήλ σημείωσε με δύο λέξεις «Causarum Cognitio», «Να γνωρίζεις τις αιτίες», φιλοσοφικό συμπέρασμα μελέτης των έργων του Αριστοτέλη, «Μεταφυσικά» και «Φυσικά». Πράγματι, ο Αριστοτέλης φαίνεται να είναι το κεντρικό πρόσωπο στην τοιχογραφία. Ωστόσο, όλοι οι φιλόσοφοι που απεικονίζονται συμμερίζονται το «Causarum Cognitio», δηλαδή δημιούργησαν το έργο τους δίνοντας λύσεις αφού πρώτα προσπάθησαν να καταλάβουν τις αρχέγονες αιτίες του κάθε προβλήματος που αντιμετώπιζαν κατά το «γνώσης των πρώτων αιτιών». Πολλοί έζησαν πριν από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, και μόλις το ένα τρίτο ήταν Αθηναίοι.
*****
ΤΈΧΝΗ.
Η πρώιμη Αναγέννηση γεφυρώνει τα καλλιτεχνικά ρεύματα του Μεσαίωνα με εκείνα της Ακμής της Αναγέννησης στην Ιταλία. Γενικά είναι αποδεκτό πως στην Βόρεια Ευρώπη η Αναγέννηση ήρθε σε επίπεδο ωριμότητας αργότερα, κατά τον 16ο αιώνα. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της αναγεννησιακής τέχνης είναι η ανάπτυξη της άκρως ρεαλιστικής γραμμικής προοπτικής. Στον Τζιόττο ντι Μποντόνε (1267-1337) αποδίδεται η πρώτη μεταχείριση του ζωγραφικού καμβά ως παραθύρου προς τον χώρο, ωστόσο δεν ήταν παρά διαμέσου του αρχιτεκτονικού έργου του Φιλίππο Μπρουνελέσκι (1377-1446) και των συγγραμμάτων του Λέον Μπαττίστα Αλμπέρτι (1404-1472) που καθιερώθηκε ως καλλιτεχνική τεχνική.
Η ανάπτυξη τεχνικών προοπτικής ήταν μέρος μιας ευρύτερης τάσης των τεχνών προς τον ρεαλισμό. Για τον ίδιο σκοπό οι ζωγράφοι ανέπτυξαν κι άλλες τεχνικές, μελετώντας το φως, την σκιά, και, όπως είναι πασίγνωστο στην περίπτωση του Λεονάρντο ντα Βίντσι, της ανατομίας του ανθρώπινου σώματος. Πίσω από αυτές τις αλλαγές στην καλλιτεχνική μέθοδο, ήταν μια ανανεωμένη επιθυμία απεικόνισης της ομορφιάς της φύσης, ενασχόλησης με τα αξιώματα της αισθητικής, με τα έργα των Ντα Βίντσι, Μιχαήλ Άγγελου και Ραφαήλ να αντιπροσωπεύουν καλλιτεχνικές κορυφώσεις που επρόκειτο να γίνουν αντικείμενο μίμησης από άλλους καλλιτέχνες. Άλλοι αξιόλογοι δημιουργοί ήταν ανάμεσα σε άλλους ο Σάντρο Μποττιτσέλλι, που εργαζόταν για τους Μεδίκους στην Φλωρεντία, ο Ντονατέλλο, από την ίδια πόλη, και ο Τιτσιάνο στην Βενετία.
*****
“Η Δημιουργία του Αδάμ” (ιταλικά: Creazione di Adamo) είναι νωπογραφία του 16ου αιώνα (περ. 1508-1512) δημιουργήθηκε από τον Ιταλό καλλιτέχνη Μιχαήλ Άγγελο και αποτελεί μέρος της οροφής της Καπέλα Σιστίνα. Αναπαριστά την βιβλική κοσμογονική αφήγηση από το Βιβλίο της Γένεσης, σύμφωνα με την οποία ο Θεός δίνει ζωή στον Αδάμ, τον πρώτο άνθρωπο. Η νωπογραφία είναι μέρος ενός σύνθετου εικονογραφικού σχεδίου και χρονολογικά είναι η τέταρτη της σειράς των πάνελ που απεικονίζουν επεισόδια από την Γένεση. Η εικόνα των χεριών του Θεού και του Αδάμ που σχεδόν βρίσκονται σε επαφή είναι πλέον εμβληματική της ανθρωπότητας. Η νωπογραφία έχει αναπαραχθεί σε αμέτρητες απομιμήσεις και παρωδίες. Η Δημιουργία του Αδάμ από τον Μιχαήλ Άγγελο αποτελεί έναν από τους πιο αναπαραγόμενους θρησκευτικούς πίνακες όλων των εποχών.
Ο Deivis Campos σημειώνει στο περιοδικό Clinical Anatomy ότι η αριστερή πλευρά του κορμού του Adam περιέχει ένα επιπλέον κρυμμένο πλευρό. Λόγω της βαθιάς γνώσης του Μιχαήλ Άγγελου για την ανθρώπινη ανατομία, υπονοεί ότι αυτό το περίγραμμα πλευρού είναι σκόπιμο και αντιπροσωπεύει το πλευρό της Εύας. Ο Campos προτείνει ότι αυτό το επιπλέον πλευρό ήταν ένας τρόπος ώστε ο Μιχαήλ Άγγελος να υποστηρίξει ότι ο Αδάμ και η Εύα δημιουργήθηκαν μαζί, κάτι που διαφέρει από την Καθολική παράδοση που δηλώνει ότι η Εύα δημιουργήθηκε μετά τον Αδάμ.
Υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι ο Μιχαήλ Άγγελος διαφωνούσε ριζικά με πολλές καθολικές παραδόσεις και είχε μια ταραχώδη σχέση με τον Πάπα Ιούλιο Β΄. Έτσι, ο Campos προτείνει ότι η συμπερίληψη ενός επιπλέον πλευρού ήταν ένας σκόπιμος τρόπος να θιγεί ο Πάπας Ιούλιος Β’ και η Καθολική Εκκλησία χωρίς να χρειαστεί να γίνει παραδοχή λάθους, καθώς ελάχιστοι άνθρωποι ήξεραν οτιδήποτε για την ανθρώπινη ανατομία εκείνη την εποχή ώστε να αμφισβητήσουν το κομμάτι.
*****
Ταυτόχρονα στην Ολλανδία αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερα ζωντανή καλλιτεχνική κουλτούρα, με τα έργα των Ούγκο φαν ντερ Χους και Γιαν βαν Άικ να ασκούν επίδραση στην ανάπτυξη της ζωγραφικής στην Ιταλία, τόσο σε ζητήματα τεχνικής με την εισαγωγή της λαδομπογιάς και του καμβά, όσο και στιλιστικά με τον νατουραλισμό στην απεικόνιση. Αργότερα το έργο του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου ενέπνευσε τους καλλιτέχνες να πραγματευτούν θέματα από την καθημερινή ζωή.
Στον χώρο της αρχιτεκτονικής ο Filippo Brunelleschi (1377-1446) μελέτησε τα ερείπια κτισμάτων της κλασσικής περιόδου και, κάνοντας χρήση των πρόσφατα ανακαλυφθέντων γνώσεων του Βιτρούβιου, συγγραφέως/στρατηγού/μηχανικού/αρχιτέκτονα του 1ου αιώνα, καθώς και της ακμάζουσας επιστήμης των μαθηματικών, έδωσε μορφή στο αναγεννησιακό στυλ που μιμήθηκε και βελτίωσε τις κλασσικές φόρμες.
Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Filippo Brunelleschi ως μηχανικού είναι η κατασκευή του θόλου του Καθεδρικού Ναού της Φλωρεντίας. Το πρώτο κτίριο που βασίστηκε στις παραπάνω αρχές πιστεύεται πως είναι ο Ναός του Αγίου Ανδρέα στην Μάντουα. Το εξέχον αρχιτεκτονικό επίτευγμα της Υψηλής Αναγέννησης ήταν η ανοικοδόμηση της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, όπου συνδυάστηκαν οι ικανότητες των Μπραμάντε (1444–1514), Μικελάντζελο (1475–1564), Ραφαήλ (1483-1520), Σανγκάλλο (1484–1546) και Μαντέρνο (1556-1629).
Την περίοδο αυτή αξιοποιούνται οι ελληνορωμαϊκοί ρυθμοί κιόνων: ο Τοσκανικός, ο Δωρικός, ο Ιωνικός, ο Κορινθιακός και ο Σύνθετος. Αυτοί μπορεί να έχουν λειτουργικό ρόλο, υποστηρίζοντας για παράδειγμα μια τοξωτή στοά ή ένα επιστύλιο, ή εντελώς διακοσμητικό ρόλο, τοποθετημένοι ως παραστάδες απέναντι σε έναν τοίχο. Κατά την Αναγέννηση, οι αρχιτέκτονες προσπαθούσαν να χρησιμοποιούν τους κίονες, τις παραστάδες και τους θριγκούς ως ολοκληρωμένο σύστημα. Ένα από τα πρώτα κτίσματα που χρησιμοποίησαν παραστάδες με τον τρόπο αυτό ήταν το Παλαιό Σκευοφυλάκιο (1421-1440) του Μπρουνελέσκι.
Αψίδες, ημικυκλικές ή (στην Μανιεριστική τεχνοτροπία) κατατετμημένες, απαντώνται συχνά στις τοξωτές στοές, στηριγμένες σε κάθετες δοκούς ή σε κίονες με κιονόκρανα. Πιθανώς να υπάρχει θριγκός ανάμεσα στο κιονόκρανο και την αρχή της αψίδας. Ο Αλμπέρτι (1404-1472) ήταν ένας από τους πρώτους που έκαναν χρήση της αψίδας σε μνημειακά κτίρια. Οι αναγεννησιακοί θόλοι δεν διαθέτουν νεύρα. Είναι ημικυκλικοί ή κατατετμημένοι σε τετράγωνη κάτοψη, σε αντιδιαστολή με τους γοτθικούς που συχνά είναι σε ορθογώνια.
Οι καλλιτέχνες τις Αναγέννησης δεν ήταν παγανιστές, παρόλο που θαύμαζαν την αρχαιότητα. Κράτησαν επίσης ιδέες και σύμβολα του μεσαιωνικού παρελθόντος. Ο Νικόλα Πιζάνο (περ. 1220-1278) μιμήθηκε τις κλασσικές φόρμες απεικονίζοντας σκηνές από την Βίβλο. Ο «Ευαγγελισμός» που φιλοτέχνησε ο Πιζάνο για το Βαπτιστήριο της Πίζα, αποτελεί απόδειξη πως τα κλασσικά μοντέλα άσκησαν επιρροή στην ιταλική τέχνη πριν ακόμη εδραιωθεί η Αναγέννηση ως ρεύμα.
*****
Hugo van der Goes, (1430/1440-1482) το πλέον διάσημο έργο του που επιζεί είναι το “Τρίπτυχο του Πορτινάρι”, 1470 που σήμερα βρίσκεται στην Πινακοθήκη Ουφίτσι της Φλωρεντίας. Πρόκειται για τρίπτυχο που του ανατέθηκε, για λογαριασμό της εκκλησίας του San Egidio του νοσοκομείου Santa Maria Nuova της Φλωρεντίας, από τον Tommaso Portinari, τον διευθυντή του υποκαταστήματος της Τράπεζας των Μεδίκων. Το τρίπτυχο έφθασε στην Φλωρεντία το 1483, αρκετά μετά την ολοκλήρωσή του. Ως η μεγαλύτερη εικόνα φλαμανδικής τέχνης, επαινέθηκε πολύ. Ο Τζόρτζιο Βαζάρι στους “Βίους” του -1550 αναφέρεται σε αυτόν ως “Ugo d’Anversa”. Αυτή είναι και η μόνη τεκμηρίωση για την πατρότητα του έργου. Οι άλλες εργασίες που του αποδίδονται βασίζουν την απόδοση αυτή στις στυλιστικές ομοιότητες, όταν συγκρίνονται με αυτό το τρίπτυχο.
Μετά τον θάνατο του Hugo, το τρίπτυχο εσφαλμένα αποδόθηκε σε άλλους καλλιτέχνες, περιλαμβανομένων και των Andrea del Castagno και Domenico Veneziano. Οι δύο αυτοί καλλιτέχνες είχαν ζωγραφίσει τις νωπογραφίες γύρω από το τρίπτυχο, αλλά δεν είχαν ασχοληθεί με τη σχεδίασή του. Το 1824 ο Karl Friedrich Schinkel αναγνώρισε το τρίπτυχο ως εργασία του Χούγκο, αλλά η θεωρία αυτή έγινε δεκτή πολύ αργότερα.
Ο Hugo φαίνεται ότι κατέλιπε μεγάλο αριθμό σχεδίων και είτε από αυτά είτε από τα ίδια τα έργα του οι οπαδοί του δημιούργησαν μεγάλο αριθμό αντιγράφων από συνθέσεις που δεν έχουν επιζήσει “δια χειρός” του. Ένα σχέδιο του “Ιακώβ και της Ραχήλ” που υπάρχει στην πινακοθήκη της εκκλησίας του Χριστού στην Οξφόρδη πιστεύεται ότι είναι σπάνιο αντίτυπο που έφτιαξε ο ίδιος. Εκεί υπάρχουν, επίσης, δυο ζωγραφισμένες κεφαλές, θραύσμα από μεγαλύτερο έργο του.
*****
ΕΠΙΣΤΉΜΗ.
Η εφαρμοσμένη καινοτομία επεκτάθηκε στο εμπόριο. Στα τέλη του 15ου αιώνα ο Λούκα Πατσιόλι δημοσίευσε το πρώτο έργο για την τήρηση βιβλίων, που τον κατέστησε ιδρυτή της λογιστικής. Ο Fra Luca Bartolomeo de Pacioli ή Paccioli ή Paciolo, (περ. 1447–1517) ήταν Ιταλός μαθηματικός, Φραγκισκανός μοναχός, συνεργάτης του Λεονάρντο ντα Βίντσι και πρωτοπόρος στο πεδίο της λογιστικής. Αναφέρεται ως «ο πατέρας της λογιστικής και της τηρήσεως λογιστικών βιβλίων». Ο Πατσιόλι ήταν γνωστός και ως Luca di Borgo, από τη γενέτειρά του, το Μπόργκο Σανσεπόλκρο της Τοσκάνης.
Η επανανακάλυψη των αρχαίων κειμένων και η ‘εφεύρεση’ της τυπογραφίας εκδημοκράτισαν την μάθηση και επέτρεψαν την ταχύτερη διάδοση των ιδεών. Την πρώτη περίοδο της Ιταλικής Αναγέννησης οι ουμανιστές ευνόησαν την μελέτη των ανθρωπιστικών επιστημών σε βάρος της φυσικής φιλοσοφίας και των εφαρμοσμένων μαθηματικών και ο σεβασμός τους για τις κλασσικής πηγές εδραίωσε περαιτέρω τις απόψεις του Αριστοτέλη και του Πτολεμαίου αναφορικά με την ερμηνεία του σύμπαντος.
Γράφοντας γύρω στο 1450 ο Nicolaus Cusanus, (1401-1464) που ήταν Γερμανός φιλόσοφος, θεολόγος, επίσκοπος, νομικός και αστρονόμος, υπήρξε πρόδρομος της ηλιοκεντρικής θεωρίας του Κοπέρνικου, αλλά κατά φιλοσοφικό τρόπο. Η επιστήμη και η τέχνη συμβάδιζαν κατά την πρώιμη Αναγέννηση, με πολυμαθείς καλλιτέχνες, όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, να πραγματοποιούν μέσω της παρατήρησης σχέδια της ανθρώπινης ανατομίας και της φύσης.
Ο Ντα Βίντσι επιπροσθέτως πραγματοποίησε ελεγχόμενα πειράματα αναφορικά με την ροή του νερού, την ανατομία και την συστηματική μελέτη της κίνησης και της αεροδυναμικής και επινόησε αρχές της ερευνητικής μεθόδου, για τις οποίες ο Αυστριακός φυσικός και συγγραφέας Φρίτγιοφ Κάπρα τον χαρακτηρίζει «πατέρα της σύγχρονης επιστήμης». Άλλα παραδείγματα της συμβολής του Ντα Βίντσι αυτή την περίοδο περιλαμβάνουν μηχανές σχεδιασμένες για την κοπή μαρμάρων και την ανύψωση μονόλιθων και νέες ανακαλύψεις στην ακουστική, την βοτανική, την γεωλογία, την ανατομία και την μηχανική.
Είχε αναπτυχθεί ένα κατάλληλο περιβάλλον για να αμφισβητηθεί το κλασικό επιστημονικό δόγμα. Η ανακάλυψη το 1492 του υποτιθέμενου ‘Νέου Κόσμου’ από τον Χριστόφορο Κολόμβο κλόνισε την κλασική κοσμοθεωρία. Τα έργα του Πτολεμαίου και του Γαληνού στην γεωγραφία και την ιατρική αντίστοιχα βρέθηκαν να βρίσκονται σε ασυμφωνία με τις καθημερινές παρατηρήσεις: έτσι δημιουργήθηκε πρόσφορο έδαφος αμφισβήτησης των επιστημονικών θεωριών.
Ενώ η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση και η Αντιμεταρρύθμιση συγκρούονταν η Αναγέννηση στη Βόρεια Ευρώπη παρουσίασε αποφασιστική μεταστροφή της εστίασης από την αριστοτελική φυσική φιλοσοφία στην χημεία και την βιολογία (βοτανική, ανατομία και ιατρική). Η αποφασιστικότητα διερεύνησης των κάποτε αναμφισβήτητων αληθειών και η αναζήτηση νέων απαντήσεων είχε ως αποτέλεσμα μια περίοδο μεγάλης προόδου στον επιστημονικό τομέα.
*****
Ο Andreas Vesalius ή Andries van Wesel, (1514-1564) ήταν Φλαμανδός Ιατρός, Ανατόμος, Φυσιοδίφης, Βιολόγος, Ερευνητής, υπήρξε ιατρός και καθηγητής της ανατομίας, καθώς και συγγραφέας βιβλίων που άσκησαν μεγάλη επιρροή στον επιστημονικό του τομέα. Εργάσθηκε στις Βρυξέλλες ως Ιατρός και αργότερα στην Ισπανία ως Ιατρός της βασιλικής αυλής και Καθηγητής στην Πάντοβα. Ο Andreas Vesalius θεωρείται δίκαια ως ο θεμελιωτής της νεότερης Επιστήμης της Ανατομίας.
Διάσημη είναι η πραγματεία του στα λατινικά, με τον τίτλο: “De humani corporis fabrica libri septem”, 1543 (Περί της κατασκευής του ανθρώπινου σώματος, Βιβλία επτά), το οποίο πιθανολογείται ότι εικονογραφήθηκε από τον ζωγράφο Γιαν Γιουστ ή Γιαν φαν Κάλκαρ). Ήταν η πρώτη πλήρης και ακριβής περιγραφή του ανθρώπινου σώματος, η οποία συμπλήρωσε και σε ορισμένες περιπτώσεις διόρθωσε τις σχετικές περιγραφές του μεγάλου Έλληνα Ιατρού της αρχαιότητας Γαληνού, από την Πέργαμο της Μικράς Ασίας. Ο Γαληνός θεωρείται ως δεύτερος σε σπουδαιότητα Ιατρός της αρχαιότητας, μετά τον Ιπποκράτη τον Κώο.
*****
Ορισμένοι θεωρούν τα παραπάνω ως «επιστημονική επανάσταση», που σηματοδότησε την αρχή της νεότερης εποχής, άλλοι ως επιτάχυνση μιας συνεχούς διαδικασίας που εκτείνεται από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Ανεξαρτήτως αυτού, κατά γενική συμφωνία η περίοδος της Αναγέννησης συνοδεύτηκε από σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν το σύμπαν και στις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν για να εξηγήσουν τα φυσικά φαινόμενα.
Παραδοσιακά η αρχή τοποθετείται το έτος 1543, οπότε και τυπώθηκαν για πρώτη φορά τα έργα «De humani corporis fabrica» («Περί του τρόπου που λειτουργεί το ανθρώπινο σώμα») του Αντρέα Βεζάλιους, το οποίο έδωσε νέα ώθηση στην πρακτική της ανατομής, της παρατήρησης και της μηχανιστική άποψη για την ανατομία, καθώς επίσης και το έργο «De revolutionibus orbium coelestium» («Περί της περιστροφής των ουράνιων σφαιρών») του Κοπέρνικου. Η επαναστατική άποψη που εκφράστηκε στο τελευταίο ήταν πως είναι η Γη που κινείται γύρω από τον Ήλιο. Σημαντικές επιστημονικές πρόοδοι συντελέστηκαν την περίοδο αυτή επίσης από τους Γαλιλαίο Γαλιλέι (1564-1642), Τυχό Μπραχέ (1546-1601) και Γιοχάνες Κέπλερ (1571-1630).
Η ίσως σημαντικότερη αποκάλυψη της εποχής, δεν ήταν μια συγκεκριμένη ανακάλυψη, αλλά μάλλον μια διαδικασία για την πραγματοποίηση ανακαλύψεων: η επιστημονική μέθοδος. Αυτός ο επαναστατικός νέος τρόπος μάθησης εστίαζε στις εμπειρικές παρατηρήσεις και τα μαθηματικά, απορρίπτοντας την τελεολογία του Αριστοτέλη για χάρη της μηχανικής φιλοσοφίας. Ανάμεσα στους προπάτορες της θεώρησης αυτής ήταν οι Κοπέρνικος, Γαλιλαίος και Φράνσις Μπέηκον (1561-1626).[62][63] Η νέα επιστημονική μέθοδος συνέβαλε στην πραγματοποίηση μεγάλων ανακαλύψεων στα πεδία της αστρονομίας, της φυσικής, της βιολογίας και της ανατομίας.
*****
Ο Tyge Brahe, εκλατινισμένα Tycho Brahe, (1546-1601), επίσης Τύχων Μπραχέ και Τύχων Βράχιος, ήταν Δανός αστρονόμος, αστρολόγος και αλχημιστής. Στον ακριβολόγο αυτόν επιστήμονα/παρατηρητή οφείλονται πολλές αξιόλογες βελτιώσεις στις θεωρίες περί Σελήνης, ήταν ο πρώτος που μελέτησε την διάθλαση και που συνέταξε κατάλογο από 777 αστέρες. Βάσει των χειρογράφων σημειώσεων που άφησε ο Tycho, ο μαθητής του και αργότερα μεγάλος αστρονόμος Johannes Kepler κατάφερε να διατυπώσει τους περίφημους νόμους του περί της κινήσεως των πλανητών. Μεταξύ των έργων του Τύχωνα περιλαμβάνονται και τα De mundi aetherei recentioribus phaenomenis, τα Προγυμνάσματα, καθώς και άλλα που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Ο αστεροειδής 1677 Tycho Brahe, που ανακαλύφθηκε το 1940, ονομάστηκε προς τιμή του.
*****
ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΊΑ.
Κατά την Αναγέννηση, από το 1450 έως το 1650, οι Ευρωπαίοι επισκέφτηκαν και κυρίως χαρτογράφησαν όλες τις ηπείρους, εκτός από την νότια πολική ήπειρο σήμερα γνωστή ως Ανταρκτική. Αυτή η εξέλιξη απεικονίζεται στον μεγάλο παγκόσμιο χάρτη Nova Totius Terrarum Orbis Tabula του Ολλανδού χαρτογράφου Γιόαν Μπλάεου το 1648 για να τιμήσει την Συνθήκη της Βεστφαλίας.
Το 1492 ο Χριστόφορος Κολόμβος διέπλευσε τον Ατλαντικό Ωκεανό από την Ισπανία αναζητώντας μια απευθείας διαδρομή προς την Ινδία του Σουλτανάτου του Δελχί. Κατά λάθος βρέθηκε στην Αμερική, αλλά πίστεψε ότι είχε φτάσει στις Ανατολικές Ινδίες.
Το 1606 ο Ολλανδός θαλασσοπόρος Βίλεμ Γιάνζσον απέπλευσε από τις Ανατολικές Ινδίες με το πλοίο της VOC Duyfken και έφθασε στην Αυστραλία. Χαρτογράφησε περίπου 300 χιλιόμετρα της δυτικής ακτής της Χερσονήσου του Κέιπ Γιορκ στο Κουίνσλαντ. Ακολούθησαν περισσότερες από τριάντα ολλανδικές αποστολές, που χαρτογράφησαν τμήματα των βόρειων, δυτικών και νότιων ακτών. Το 1642-1643 ο Άμπελ Τάσμαν έκανε τον περίπλου της ηπείρου, αποδεικνύοντας ότι δεν ήταν ενωμένη με την νότια πολική ήπειρο που φαντάζονταν.
Μέχρι το 1650 οι Ολλανδοί χαρτογράφοι είχαν χαρτογραφήσει το μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής της ηπείρου, την οποία ονόμασαν Νέα Ολλανδία, εκτός από τις ανατολικές ακτές που χαρτογραφήθηκαν το 1770 από τον Κάπτεν Κουκ.
Η νότια πολική ήπειρος που επί μακρόν φαντάζονταν εντοπίστηκε τελικά το 1820. Καθ’ όλη την διάρκεια της Αναγέννησης ήταν γνωστή ως Terra Australis, ή «Αυστραλία» για συντομία. Ωστόσο μετά την μεταφορά αυτού του ονόματος στην Νέα Ολλανδία τον δέκατο ένατο αιώνα, στη νότια πολική ήπειρο δόθηκε το νέο όνομα, Ανταρκτική.
ΜΟΥΣΙΚΉ.
Από αυτή την μεταβαλλόμενη κοινωνία προέκυψε μια κοινή, ενοποιητική μουσική γλώσσα, ιδιαίτερα το πολυφωνικό ύφος της Γαλλοφλαμανδικής σχολής. Η ανάπτυξη της τυπογραφίας κατέστησε δυνατή την διανομή της μουσικής σε ευρεία κλίμακα. Η ζήτηση για μουσική ως ψυχαγωγία και ως δραστηριότητα για μορφωμένους ερασιτέχνες αυξήθηκε με την εμφάνιση μιας αστικής τάξης. Η διάδοση των σανσόν, των μοτέτων και των λειτουργιών σε όλη την Ευρώπη συνέπεσε με την ενοποίηση της πολυφωνικής πρακτικής στο ρευστό ύφος που κορυφώθηκε στο δεύτερο μισό του δέκατου έκτου αιώνα στο έργο συνθετών όπως οι Παλεστρίνα, Λάσσο, Βικτόρια και Ουίλιαμ Μπερντ.
Ο Giovanni Pierluigi da Palestrina, (1525 ή 1526-1594) ήταν Ιταλός αναγεννησιακός συνθέτης κατά κύριο λόγο χριστιανικής μουσικής και ο πιο γνωστός εκπρόσωπος του 16ου αιώνα της Ρωμαϊκής Σχολής της μουσικής σύνθεσης. Ήταν ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της πολυφωνικής μουσικής και αυτός που άσκησε την μεγαλύτερη και πλέον σημαντική επίδραση στην διαμόρφωση της δυτικής εκκλησιαστικής μουσικής. Άφησε τεράστιο όγκο έργου, το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς στην φωνητική αντίστιξη, της οποίας θεωρείται ειδήμων.
Ο Palestrina κατέλειπε εκατοντάδες συνθέσεις, μεταξύ των οποίων 105 λειτουργίες, 250 μοτέτα, 45 ύμνους, 33 μεγαλυνάρια (Magnificat), οκτώ ομάδες “Θρήνων”, 68 “προσκομιδές”, ψαλμούς, περίπου 140 μαδριγάλια και εννέα συνθέσεις για εκκλησιαστικό όργανο. Οι συνθέσεις του παρουσιάζουν σαφήνεια, ισορροπία μεταξύ των φωνών και απόλυτη αρμονία (στις συνθέσεις του σπανίζουν οι διαφωνίες).
Οι συνθέσεις του είναι όλες “a cappella” (χωρίς συνοδεία μουσικών οργάνων) και για συνδυασμούς που ποικίλλουν από τρεις ως οκτώ φωνές. Η ιδιοφυΐα του στην αντίστιξη είναι εμφανής σε πολλές από τις λειτουργίες του υπό μορφή κανόνα (όπου ορισμένες φωνές μιμούνται την μελωδική γραμμή άλλων), ενώ είχε ιδιαίτερη ικανότητα να “στολίζει” μια απλή μελωδία και να την ενσωματώνει στην σύνθεση με τέτοιο τρόπο ώστε να μη γίνεται αναγνωρίσιμη.
Ο Θρύλος της “διάσωσης της πολυφωνικής μουσικής” και της αναμόρφωσής της έδωσε στον συνθέτη ιδιαίτερη αίγλη και πολλοί συνθέτες εκκλησιαστικής μουσικής επηρεάστηκαν από αυτόν. Λέγεται ότι η “Ανώνυμη λειτουργία” του (Missa sine nomine) ήταν ιδιαίτερα αγαπητή στον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ο οποίος την μελετούσε όταν συνέθετε την δική του “Λειτουργία σε σι ελάσσονα”.
Ο William Byrd, (1543-1623) ήταν Άγγλος συνθέτης της Αναγέννησης. Είναι γνωστός για μία πληθώρα έργων, που περιλαμβάνει λειτουργίες, μοτέτα, ανθέμια, μουσική για πληκτροφόρα καθώς και για σύνολα με βιόλα ντα γκάμπα. Το 1594 ο Μπερντ μετακομίζει σ’ ένα χωριό κοντά στο Έσσεξ, ενώ κοντεύει να συνταξιοδοτηθεί από το Βασιλικό Παρεκκλήσι. Γράφει τρία από τα σπουδαιότερά του έργα, τις λειτουργίες για 4, 5 και 6 φωνές, που εκδίδονται κάπου μεταξύ του 1592 και 1595.
Τα έργα αυτά -σαφέστατα για Καθολική χρήση- δείχνουν αφενός μια ωριμότητα στην πολυφωνική τους επεξεργασία, αφετέρου αντλούν υλικό από τα μοτέτα που είχε γράψει μια δεκαετία πριν. Αυτό είναι ακόμη πιο εμφανές στα Gradualia, δυο συλλογές με μοτέτα του 1605 και 1607, που περιλαμβάνουν πάνω από 100 κομμάτια για λειτουργική χρήση -κατά πάσα πιθανότητα λάμβαναν χώρα με διακριτικό τρόπο στις οικίες κρυφών Καθολικών.
Όσον αφορά στο συνθετικό του έργο για την Αγγλικανική Εκκλησία, ο Μπερντ συνεισέφερε με αρκετά ανθέμια, ψαλμούς και κομμάτια για όργανο. Την εποχή του μάλιστα, διαμορφώθηκε και η διάταξη μια αγγλικανικής χορωδίας, που χωρίζεται σε Decani και Cantori, κάτι ανάλογο των cori spezzati της Βενετσιάνικης Σχολής του Τζιοβάννι Γκαμπριέλι, αλλά και των αριστερών και δεξιών ψαλτών της Βυζαντινής χορωδίας. Έχοντας γράψει πάνω από 470 έργα χαίρει της εκτίμησης των συγχρόνων του· στους μαθητές του περιλαμβάνεται και ο γνωστός συνθέτης Τόμας Μόρλεϋ, ενώ φημολογείται ότι είχε συνεργαστεί και με τον Σαίξπηρ σε θεατρικές παραστάσεις. Τέλος, παρά τις κατηγορίες, τα πρόστιμα και την ταραχώδη ζωή ενός κρυφού οπαδού της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο Μπερντ πεθαίνει μάλλον πλούσιος και καταξιωμένος.
*****
Ο Πάπας Αλέξανδρος Στ’ κατά κόσμον Ροδρίγος Βοργίας (1431-1503), ο οποίος κατηγορήθηκε κατά καιρούς για σιμωνία, νεποτισμό και απόκτηση νόθων παιδιών. Με το επίθετο Borgia φέρεται σπουδαία οικογένεια της Ιταλίας του 15ου αιώνα, τα μέλη της οποίας κατέλαβαν υψηλές θέσεις και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της εποχής. Μεταξύ των σημαντικότερων μελών της ήταν ο Πάπας Αλέξανδρος ΣΤ΄, ο Καίσαρας Βοργίας και η ονομαστή Λουκρητία Βοργία.
Για την οικογένεια αυτή και τα κυριότερα μέλη της γράφτηκαν τόσα πολλά από τους διάφορους χρονικογράφους, ιστορικούς και ιστοριοδίφες που έχει δημιουργηθεί ολόκληρη φιλολογία στηριζόμενη τόσο σε ιστορικές μαρτυρίες και έγγραφα όσο και σ’ ένα πλήθος ψεμάτων που περιλαμβάνουν ραδιουργίες, βιασμούς, αιμομιξίες, δολοφονίες.
Όλοι όμως οι ιστορικοί που έχουν σχετικά ασχοληθεί δεν συμφωνούν. Ειδικότερα οι ιστορικοί του ΙΘ΄ αιώνα παρέστησαν τους Βοργίες με τα μελανότερα χρώματα. Οι νεότεροι όμως αυτών, απαλλαγμένοι από τις θρησκοληψίες, τα πάθη και τις προκαταλήψεις των εχθρικά διακείμενων χρονικογράφων της οικογένειας αυτής της Αναγέννησης, αλλά και των ρομαντικών του ΙΘ΄ αιώνα, αποκατέστησαν την ιστορική αλήθεια, η οποία απέχει κατά πολύ από τις κατηγορίες εκείνες της ανηθικότητας και των εγκλημάτων που καταλόγιζαν στα μέλη της ως δήθεν πρωταγωνιστές σε κάποια μερίδα ευθύνης τους.
(Να δεις την τηλεοπτική σειρά “The Borgias” (2011–2013). Στην σειρά μεταφέρονται με τον καλύτερο τρόπο, οι ημέρες και τα έργα της οικογένειας Βοργία, στο αναγεννησιακό περιβάλλον. Ο Jeremy Irons στον ρόλο του Rodrigo Borgia είναι εγγύηση για την ποιότητά της.)
ΘΡΗΣΚΕΊΑ.

“Η Προσκύνηση των Μάγων και Ο Σολομών”, προσκυνούμενος από την Βασίλισσα του Σαβά από τις Ώρες του Φαρνέζε (1546) του Τζιούλιο Κλόβιο
“Η Προσκύνηση των Μάγων και Ο Σολομών”, προσκυνούμενος από την Βασίλισσα του Σαβά από τις Ώρες του Φαρνέζε (1546) του Τζιούλιο Κλόβιο σηματοδοτεί το τέλος της Ιταλικής Αναγέννησης των εικονογραφημένων χειρογράφων μαζί με το Index Librorum Prohibitorum.
Ο Τζιόρτζιο Τζιούλιο Κλόβιο ή Γιουράι Γιούλιε Κλόβιτς (1498-1578) ήταν διακοσμητής χειρογράφων, μινιατούρας και ζωγράφος γεννημένος στο Βασίλειο της Κροατίας, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε κυρίως στην Ιταλία της Αναγέννησης. Θεωρείται ο μεγαλύτερος διακοσμητής χειρογράφων της Ιταλικής Υψηλής Αναγέννησης, και αναμφισβήτητα ο τελευταίος πολύ αξιόλογος καλλιτέχνης στην μακρά παράδοση του εικονογραφημένου χειρογράφου, πριν από κάποιες σύγχρονες αναβιώσεις.
Ο Κλόβιο ήταν φίλος του πολύ νεότερου Ελ Γκρέκο, του διάσημου Έλληνα καλλιτέχνη από το Ηράκλειο Κρήτης, ο οποίος αργότερα εργάστηκε στην Ισπανία, κατά τα πρώτα χρόνια του Ελ Γκρέκο στην Ρώμη. Ο Γκρέκο ζωγράφισε δύο πορτρέτα του Κλόβιο. Το ένα δείχνει τους τέσσερις ζωγράφους τους οποίους θεωρούσε δασκάλους του. Σε αυτό το Κλόβιο είναι δίπλα-δίπλα με τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Τιτσιάνο και τον Ραφαήλ. Ο Κλόβιο ήταν επίσης γνωστός ως Μιχαήλ Άγγελος της μικρογραφίας. Τα βιβλία με τις μινιατούρες του έγιναν διάσημα κυρίως λόγω της επιτηδευμένης εικονογράφησής του. Ήταν πειστικός στην μεταφορά του στυλ της ιταλικής ζωγραφικής της υψηλής Αναγέννησης στην μινιατούρα.
Ο Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546) καλείται σε απολογία στην Δίαιτα της Βορμς (1521), όπου και αρνείται να ανακαλέσει τις θέσεις του. Έργο του Άντον φον Βέρνερ, 1877. Η απολογία του τελείωσε με τα εξής λόγια:
“Εάν δε με πείσουν, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ή με αδιάσειστη λογική, δεν μπορώ να αναιρέσω τις θέσεις μου, γιατί δεν πιστεύω στο αλάθητο του πάπα, ούτε στο αλάθητο των συνόδων, γιατί όλοι γνωρίζουν ότι πολλές φορές και οι πάπες και οι σύνοδοι έχουν σφάλει και έχουν πέσει σε αντιφάσεις. Εγώ έχω πειστεί από τα βιβλικά επιχειρήματα που έχω ήδη αναφέρει, και είμαι απόλυτα ενωμένος με το λόγο του Θεού. Δεν μπορώ και δεν θέλω να ανακαλέσω τίποτα, γιατί δεν είναι ορθό, και αντίθετα είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα με την φωνή της συνείδησής του. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν.”
Τελικά, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε με την βοήθεια του Φρειδερίκου Γ΄ εκλέκτορα της Σαξονίας, και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Βάρτμπουργκ κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Η διδασκαλία του και ειδικότερα η μετάφραση της Αγίας Γραφής στην Γερμανική, τόνωσε το πατριωτικό αίσθημα των Γερμανών, που ήθελαν να κόψουν κάθε εξάρτηση με την Εκκλησία της Ρώμης και τους συχνούς φόρους της, και σ’ αυτό οφείλεται, η τεράστια ανάπτυξη της Λουθηρανικής Εκκλησίας στην Γερμανία. Δημοσίευσε πολλά έργα θεολογικού περιεχόμενου, συμβάλλοντας στην περαιτέρω ανάπτυξη της γερμανικής γλώσσας και της τέχνης της μετάφρασης. Επίσης ο Λούθηρος συνέθεσε διάφορους χριστιανικούς ύμνους με πιο γνωστό τον ύμνο ‘Θεός το Φρούριον ημών’.
*****
Τα νέα ιδεώδη του ανθρωπισμού, αν και κοσμικά από κάποιες πλευρές, αναπτύχθηκαν σε ένα χριστιανικό υπόβαθρο, κυρίως στην Βόρεια Ευρώπη. Πράγματι πολλά (αν όχι τα περισσότερα) έργα τέχνης ήταν παραγγελία από ή αφιέρωση στην εκκλησία. Ωστόσο η Αναγέννηση άσκησε βαθειά επιρροή στην θεολογία της εποχής, ιδίως στον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν την σχέση ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Πολλοί από τους εξέχοντες θεολόγους της εποχής ήταν οπαδοί της ανθρωπιστικής μεθόδου, όπως ο Έρασμος, ο Ούλριχ Ζβίγγλιος, ο Τόμας Μορ, ο Μαρτίνος Λούθηρος και ο Ιωάννης Καλβίνος.
Η εποχή κατά την οποία ξεκίνησε η Αναγέννηση χαρακτηριζόταν από θρησκευτικές αναταραχές. Στα τέλη του Μεσαίωνα ίντριγκες περικύκλωναν τον Παπικό Θρόνο, που κορυφώθηκαν με το Δυτικό Σχίσμα, οπότε τρεις άνδρες διεκδικούσαν ταυτόχρονα την αναγνώρισή τους ως πραγματικού Επισκόπου της Ρώμης. Ενώ το ζήτημα επιλύθηκε τελικά με τη Σύνοδο της Κωνσταντίας (1414), κατά τον 15ο αιώνα παρουσιάστηκε ένα μεταρρυθμιστικό ρεύμα γνωστό ως Κονσιλιαρισμός (Συνοδισμός), που απέβλεπε στον περιορισμό των εξουσιών του Πάπα.
Παρόλο που ο παπισμός αναγορεύτηκε τελικά υπέρτατη δύναμη σε ό,τι αφορά τα εκκλησιαστικά ζητήματα από την Σύνοδο του Λατερανού (1511), το κύρος του επλήγη από συνεχείς κατηγορίες για διαφθορά, περισσότερο γνωστή στο πρόσωπο του Πάπα Αλέξανδρου ΣΤ’, που κατηγορήθηκε κατά καιρούς για σιμωνία, νεποτισμό και απόκτηση τεσσάρων παιδιών (τα περισσότερα εκτός γάμου, πιθανόν για την παγίωση της δύναμής του0, ενώ ήταν καρδινάλιος.)
Κληρικοί όπως ο Έρασμος και ο Λούθηρος πρότειναν μεταρρύθμιση στην Εκκλησία, βασισμένη στην ανθρωπιστική κριτική του κειμένου της Καινής Διαθήκης. Πράγματι ήταν ο Λούθηρος που τον Οκτώβριο του 1517 δημοσίευσε τις 95 Θέσεις, αμφισβητώντας την παπική εξουσία και επικρίνοντας την προφανή διαφθορά της, ιδιαίτερα σε σχέση με περιπτώσεις πώλησης συγχωροχαρτιών. Οι 95 Θέσεις οδήγησαν στην Μεταρρύθμιση, μια ρήξη με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία που προηγουμένως διεκδικούσε την ηγεμονία στην Δυτική Ευρώπη. Ως εκ τούτου ο ανθρωπισμός και η Αναγέννηση έπαιξαν άμεσο ρόλο στην πυροδότηση της Μεταρρύθμισης, καθώς και σε πολλές άλλες σύγχρονες θρησκευτικές συζητήσεις και συγκρούσεις.
Ο Πάπας Παύλος Γ΄ ανέβηκε στον παπικό θρόνο (1534–1549) μετά την λεηλασία της Ρώμης το 1527, με αβεβαιότητες να επικρατούν στην Καθολική Εκκλησία μετά την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση. Ο Νικόλαος Κοπέρνικος αφιέρωσε το De Revolutionibus Orbium Coelestium (Σχετικά με τις Περιστροφές των Ουράνιων Σφαιρών) στον Παύλο Γ’, που ήταν παππούς του Αλέξανδρου Φαρνέζε (καρδινάλιου), που είχε πίνακες των Τιτσιάνο, Μιχαήλ Άγγελου και Ραφαήλ, καθώς και μια σημαντική συλλογή πινάκων και που παρήγγειλε το αριστούργημα του Τζιούλιο Κλόβιο, αναμφισβήτητα το τελευταίο σημαντικό εικονογραφημένο χειρόγραφο, τις ‘Ωρες του Φαρνέζε’.
ΑΥΤΟΓΝΩΣΊΑ.
Τον 15ο αιώνα συγγραφείς, καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες στην Ιταλία είχαν αντιληφθεί το κύμα των αλλαγών που λάμβανε χώρα και χρησιμοποιούσαν όρους όπως «modi antichi» («παλαιοί τρόποι») και «alle romana et alla antica» («με τον τρόπο των Ρωμαίων και τον τρόπο των αρχαίων») για να περιγράψουν τα έργα τους. Την δεκαετία του 1330 ο Πετράρχης αναφερόταν στην προχριστιανική περίοδο με τον όρο «antiqua» («αρχαία») και στην χριστιανική με τον όρο «nova» («νέα»).
Από την ιταλική οπτική γωνία του Πετράρχη αυτή η νέα εποχή (που περιλάμβανε την εποχή του) ήταν εποχή εθνικής έκλειψης. Ο Λεονάρντο Μπρούνι ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τριμερή περιοδολόγηση στην «Ιστορία των Φλωρεντινών» του (1442) σε τρεις περιόδους. Οι δύο πρώτες περίοδοι του Μπρούνι ταυτίζονται με αυτές του Πετράρχη, ωστόσο προσέθεσε και μία τρίτη καθώς πίστευε πως η Ιταλία δεν βρισκόταν πλέον σε παρακμή. Ο Φλάβιο Μπιόντο (1392-1463) χρησιμοποίησε παρόμοιο πλαίσιο στο έργο του «Historiarum ab inclinatione Romanorum imperii decades» («Δεκαετίες ιστορίας από την Παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας») (1439-1453).
Οι ανθρωπιστές ιστορικοί υποστήριξαν πως το έργο των συγχρόνων τους λογίων αποκαθιστά άμεσες συνδέσεις με την κλασική περίοδο, παρακάμπτοντας με τον τρόπο αυτό την Μεσαιωνική περίοδο, στην οποία αποδίδουν για πρώτη φορά το όνομα αυτό. Ο όρος εμφανίζεται αρχικά στα λατινικά το 1469 ως «media tempestas» («μεσαίοι καιροί»).
Ο όρος «la rinascita» («η αναγέννηση») έκανε την εμφάνισή του ωστόσο με την ευρεία του έννοια στο έργο του Τζόρτζο Βαζάρι (1511-1574) με τίτλο «Le Vite de’ più eccellenti pittori, scultori, e architettori» («Βίοι των εξοχότερων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων») (1550). Ο Βαζάρι χωρίζει την εποχή σε τρεις φάσεις: η πρώτη περιλαμβάνει τους Τσιμαμπούε, Τζόττο και Αρνόλφο ντι Κάμπιο, η δεύτερη τους Μαζάτσο, Μπρουνελέσκι (1377-1446) και Ντονατέλλο και η τρίτη επικεντρώνεται γύρω από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι και κορυφώνεται με τον Μιχαήλ Άγγελο. Σύμφωνα με τον Βαζάρι, δεν ήταν απλά η εξάπλωση των γνώσεων γύρω από την κλασική αρχαιότητα που οδήγησε στο πολιτιστικό αυτό ρεύμα, αλλά επίσης η αυξανόμενη επιθυμία των ανθρώπων να μελετήσουν και να μιμηθούν την φύση.
ΔΙΆΔΟΣΗ.
Τον 15ο αιώνα η Αναγέννηση εξαπλώθηκε γρήγορα από την γενέτειρά της στην Φλωρεντία στην υπόλοιπη Ιταλία και σύντομα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η ‘εφεύρεση της τυπογραφίας’ από τον Γερμανό τυπογράφο Ιωάννης Γουτεμβέργιος επέτρεψε την ταχεία μετάδοση αυτών των νέων ιδεών. Καθώς εξαπλωνόταν οι ιδέες της διαφοροποιούνταν και άλλαζαν, προσαρμοζόμενες στον κάθε τοπικό πολιτισμό. Τον 20ο αιώνα οι μελετητές άρχισαν να διασπούν την Αναγέννηση σε περιφερειακά και εθνικά κινήματα.
Αγγλία.
*****
Ο William Shakespeare (1564-1616) γνωστός παλαιότερα στην ελληνική βιβλιογραφία ως Σαιξπήρος, Σαικσπείρος, ή Σακεσπήρος ήταν Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ευρέως ως ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα και ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και «Βάρδος του Έιβον». Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από περίπου 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα ποιήματα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα.
«Τι δημιούργημα είναι ένας άνθρωπος, πόσο ευγενής σε λογική, πόσο άπειρος σε ικανότητες, σε μορφή και συγκινητικό πόσο εκφραστικό και αξιοθαύμαστο, στην δράση πόσο σαν άγγελος, σε φόβο πόσο σαν Θεός!» -από τον Άμλετ του William Shakespeare.
*****
Στην Αγγλία ο δέκατος έκτος αιώνας σηματοδότησε την αρχή της Αγγλικής Αναγέννησης με το έργο συγγραφέων Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616), Κρίστοφερ Μάρλοου (1564-1593), Έντμουντ Σπένσερ (1552/1553-1599), Σερ Τόμας Μορ (1478-1535), Φράνσις Μπέικον (1561-1626), Σερ Φίλιπ Σίντνεϊ (1554-1586), αρχιτεκτόνων όπως ο Ίνιγκο Τζόουνς (1573-1652), που εισήγαγε την ιταλική αρχιτεκτονική στην Αγγλία, και συνθέτες όπως οι Τόμας Τάλις (1505-1585), Τζον Τάβερνερ (περ. 1490-1545) και Ουίλιαμ Μπερντ (περ. 1539/40 ή 1543-1623).
*****
Christopher Marlowe (Καντέρμπερι, Κεντ, βαπτίστηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1564-1593) ήταν Άγγλος θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, ηθοποιός και μεταφραστής, ο σπουδαιότερος πρόδρομος του Σαίξπηρ στην αγγλική δραματουργία, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε την εποχή των Ελισαβετιανών χρόνων. Ένα από τα σημαντικά επιτεύγματα του Μάρλοου ήταν ότι καθιέρωσε τον ανομοιοκατάληκτο στίχο στην δραματική ποίηση. Ο Μάρλοου είχε τραγικό και πρόωρο τέλος, όταν δολοφονήθηκε μετά από καβγά σε ταβέρνα που προκλήθηκε εξ αιτίας της αθεΐας και του Επικουρισμού του. Ο Μάρλοου θεωρείται ως ένας από τους συγγραφείς ορισμένων έργων του Σαίξπηρ σύμφωνα με μελέτη του ιστορικού της τέχνης Τζέιμς Σαπίρο.
Ο Δόκτωρ Φάουστους, εντάσσεται στην παράδοση του ηθικοπλαστικού θεάτρου της βρετανικής σκηνής. Είναι ένα έργο με ηθικά προστάγματα όπου ο πειρασμός, η πτώση και η καταδίκη σε αιώνια κόλαση καταδεικνύουν την σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης διάνοιας και ψυχής. Στον Ταμερλάνο περιγράφει μια ιστορία όπου ο βασικός πρωταγωνιστής είναι ο στρατηλάτης Ταμερλάνος ένας Σκύθης βοσκός που αποκτά το στέμμα της Περσίας και κατατροπώνει όλες τις μεγάλες δυνάμεις της μέσης Ανατολής και βορείου Αφρικής.
Στο έργο αυτό ο Μάρλοου εξυμνεί και θαυμάζει το μεγαλείο της τυφλής και ανυπότακτης δύναμης, της νεότητας και της θέλησης χωρίς να ασχολείται με τις ιστορικές αιτιάσεις του φαινόμενου “Ταμερλάνος”. Οι λεπτομέρειες του έργου είναι εκπληκτικές και αποδεικνύουν την τεράστια ευρύτητα γνώσεων του Μάρλοου με δεδομένο ότι εκείνη την εποχή πολύ λίγα πράγματα ήταν γνωστά για την ζωή των Μουσουλμάνων της περιοχής. Αξίζει να σημειωθεί πως στο ανέβασμα του έργου αυτού στο Λονδίνο ασκήθηκε λογοκρισία λόγω της ασέβειας που έδειχνε στον Μωάμεθ.
Ο Μάρλοου επηρέασε διάφορους συγγραφείς όπως τον John Marston, τον Michael Drayton και τον George Peele. Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ τον μνημονεύει στο έργο «Όπως αγαπάτε» (As You Like It) στο έργο «Άμλετ» στον μονόλογο του Πύρρου και στο έργο «Τρικυμία». Είναι πιθανό επίσης ότι ο Σαίξπηρ, όταν έγραψε το «Ο Φοίνικας και η χελώνα» είχε υπόψιν του κάποια μετάφραση του Οβιδίου από τον Μάρλοου. Μέχρι την έλευση του Σαίξπηρ ο Μάρλοου κατείχε ηγετική θέση στην σκηνή της Βρετανίας ενώ οι βικτοριανοί τον θεωρούσαν λυρικό και επιδεικτικό ποιητή περισσότερο και λιγότερο θεατρικό συγγραφέα. Τον 20ό αιώνα μέχρι και τις μέρες μας το κύρος του Μάρλοου ως θεατρικού συγγραφέα αποκαταστάθηκε πλήρως και τα έργα του παίζονται πολλάκις και με μεγάλη επιτυχία.
Masaccio “Η πληρωμή του φόρου”, νωπογραφία, 1424-1425, Φλωρεντία, Santa Maria del Carmine, Cappella Brancacci. Μαζάτσο (Masaccio, πραγματικό όνομα Tommaso di ser Giovanni di Mone Cassai, 1401-1428) ήταν ο πρώτος μεγάλος Ιταλός ζωγράφος της Ιταλικής Αναγέννησης. Σύμφωνα με τον Τζόρτζο Βαζάρι, ήταν ο καλύτερος ζωγράφος της γενιάς του λόγω των δεξιοτήτων του στην αναδημιουργία αληθοφανών στοιχείων και κινήσεων καθώς και στην πειστική αίσθηση των τριών διαστάσεων. Μαθήτευσε πολύ νέος στο εργαστήριο του Λορέντσο Γκιμπέρτι και έμαθε εκεί την ανατομική ακρίβεια που χαρακτηρίζει το σχέδιό του. Κατά τον Βαζάρι ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ζωγραφική που παραμελούσε τα πάντα χάριν αυτής.
Κατά την διάρκεια της σύντομης ζωής του παρήγαγε δύο τουλάχιστον εξαίρετα έργα: την Αγία Τριάδα, τοιχογραφία στην Σάντα Μαρία Νοβέλλα της Φλωρεντίας, και τις τοιχογραφίες (σε συνεργασία με τον Μαζολίνο ντα Πανικάλε) στο παρεκκλήσιο Μπρανκάτσι της Σάντα Μαρία ντελ Κάρμινε της Φλωρεντίας με κύριο θέμα επεισόδια της ζωής του Αγίου Πέτρου.
Το 1428 ο Μαζάτσο, χωρίς να έχει ολοκληρώσει τις τοιχογραφίες στο παρεκκλήσιο Μπρανκάτσι, πήγε στην Ρώμη, όπου και πέθανε ξαφνικά. Ο Τζόρτζιο Βαζάρι έκανε λόγο για το ενδεχόμενο δολοφονίας. Ο Μαζάτσο ήταν ο πρώτος που εφήρμοσε στην πράξη τις θεωρίες του Μπρουνελλέσκι και του Λέον Μπαττίστα Αλμπέρτι περί προοπτικής. Η ζωγραφική του έδινε την αίσθηση του τρισδιάστατου και η χρήση που έκανε της πηγής φωτός ήταν απαράμιλλη. Η επίδρασή του στην εν συνεχεία αναγεννησιακή ζωγραφική ήταν τεράστια.
*****
ΒΌΡΕΙΑ ΕΥΡΩΠΗ.
Η Αναγέννηση στην Βόρεια Ευρώπη έχει ονομαστεί «Βόρεια Αναγέννηση». Ενώ οι ιδέες της Αναγέννησης μετακινούνταν βόρεια από την Ιταλία, υπήρξε μια ταυτόχρονη εξάπλωση προς τα νότια ορισμένων τομέων καινοτομίας, ιδιαίτερα στην μουσική. Η μουσική της Σχολής της Βουργουνδίας του 15ου αιώνα καθόρισε την αρχή της Αναγέννησης στην μουσική και η πολυφωνία της Ολλανδίας, καθώς μετακινείτο με τους ίδιους τους μουσικούς στην Ιταλία, αποτέλεσε τον πυρήνα του πρώτου αληθινού διεθνούς ύφους στην μουσική μετά την τυποποίηση του Γρηγοριανού μέλους τον 9ο αιώνα. Το αποκορύφωμα της Ολλανδικής σχολής ήταν στην μουσική του Ιταλού συνθέτη Παλεστρίνα. Στα τέλη του 16ου αιώνα η Ιταλία έγινε ξανά κέντρο μουσικής καινοτομίας, με την ανάπτυξη του πολυχορικού ύφους της Σχολής της Βενετίας, που εξαπλώθηκε προς τα βόρεια στην Γερμανία γύρω στο 1600.
Οι πίνακες της Ιταλικής Αναγέννησης διέφεραν από εκείνους της Βόρειας Αναγέννησης. Οι Ιταλοί καλλιτέχνες της Αναγέννησης ήταν από τους πρώτους που ζωγράφισαν κοσμικές σκηνές, ξεφεύγοντας από την καθαρά θρησκευτική τέχνη των μεσαιωνικών ζωγράφων. Οι καλλιτέχνες της Βόρειας Αναγέννησης αρχικά παρέμειναν εστιασμένοι σε θρησκευτικά θέματα, όπως η σύγχρονή τους θρησκευτική αναταραχή που απεικονίστηκε από τον Άλμπρεχτ Ντύρερ.
*****
Albrecht Dürer, (1471-1528) “Προσωπογραφία”. ήταν Γερμανός ζωγράφος, χαράκτης και θεωρητικός της Γερμανικής Αναγέννησης. Υπήρξε σημαντικός καλλιτέχνης της εποχής του, συμβάλλοντας καθοριστικά στην διάδοση των ιδεωδών της Ιταλικής Αναγέννησης.
Έζησε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του στην Νυρεμβέργη, που αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά κέντρα της Γερμανίας, αλλά ταξίδεψε αρκετά κι επισκέφτηκε την Ιταλία δυο φορές, γεγονός που επηρέασε βαθιά το έργο του, από το οποίο ξεχωρίζουν οι ξυλογραφίες και τα χαρακτικά. Τα έργα του διαδόθηκαν σε όλη την Ευρώπη κι αργότερα απέκτησαν παγκόσμια φήμη.
Ο αστεροειδής 3104 Ντύρερ, που ανακαλύφθηκε το 1982, πήρε το όνομά του από αυτόν.
Ταξίδεψε στην Βενετία και ήρθε σε επαφή με έργα ζωγράφων της πόλης, όπως του Λορέντσο ντι Κρέντι, του Αντρέα Μαντένια ή του Τζιοβάννι Μπελλίνι. Στην Ιταλία ανέπτυξε ενδιαφέρον για τα μαθηματικά, σε συσχετισμό πάντα με την ζωγραφική και ειδικότερα σε θέματα που σχετίζονταν με τις μαθηματικές αναλογίες. Ο Ντύρερ επηρεάστηκε από τις έρευνες του Λεονάρντο ντα Βίντσι πάνω στην ανατομία και τις ανθρώπινες αναλογίες, αν και δεν τον συνάντησε ποτέ.
Το 1498 ολοκλήρωσε την πρώτη σημαντική σειρά ξυλογραφιών με γενικό τίτλο ‘Αποκάλυψη’. Η σειρά περιλάμβανε 15 έργα, μεταξύ αυτών οι ‘Τέσσερις ιππότες της Αποκαλύψεως’ και το ‘Άνοιγμα της έκτης σφραγίδας’.
Σε μεταγενέστερα έργα του εστίασε περισσότερο σε προσωπογραφίες, έντονα επηρεασμένος από την ιταλική αναγέννηση. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε φιλικά με τον ανθρωπιστή Βίλιμπαλντ Πιρκχάιμερ, που παρέμεινε ο καλύτερος του φίλος, μέχρι το τέλος της ζωής του.
Την Άνοιξη του 1507, επέστρεψε στην Νυρεμβέργη και παρέμεινε στην Γερμανία μέχρι το 1520. Κατά την διάρκεια της επιστροφής ζωγράφισε μια σειρά ακουαρέλες με θέματα τοπία. Η περίοδος 1507-1511 αποτελεί διάστημα στο οποίο ο Ντύρερ ασχολήθηκε περισσότερο με την ζωγραφική, ολοκληρώνοντας σημαντικά έργα του όπως ο πίνακας ‘Στέψη της Παρθένου’ (1509) ή το έργο ‘Αδάμ και Εύα’ (1507) όπου αποτυπώνεται η επίδραση της αναγεννησιακής τέχνης στις τέλειες αναλογίες του ανθρώπινου σώματος.
Από το 1512, ο Ντύρερ εργάστηκε για τον αυτοκράτορα Μαξιμιλιανό Α’ των Αψβούργων, ολοκληρώνοντας προσωπογραφίες και χαρακτικά πάνω σε ξύλο ή χαλκό, από τα οποία ξεχωρίζουν ‘Ο Ιππότης ο Θάνατος και ο Διάβολος’ ο ‘Ο Άγιος Ιερώνυμος στο Σπουδαστήρι του’ και η ‘Μελαγχολία’, έργα που ολοκληρώθηκαν το 1504 και αποτελούσαν μέρη ενός τρίπτυχου.
Οι ιστορικοί της τέχνης αναφέρονται συχνά στα έργα αυτά με τον γενικό όρο Meisterstiche (αριστουργήματα) ενώ κατά πολλούς ξεχωρίζουν από το κύριο σώμα του έργου του.
*****
Αργότερα τα έργα του Pieter Bruegel επηρέασαν τους καλλιτέχνες να ζωγραφίζουν σκηνές της καθημερινής ζωής και όχι θρησκευτικά ή κλασικά θέματα. Ήταν επίσης κατά την διάρκεια της Βόρειας Αναγέννησης που οι Φλαμανδοί αδελφοί Χούμπερτ και Γιαν βαν Άικ τελειοποίησαν την τεχνική της ελαιογραφίας, που επέτρεψε στους καλλιτέχνες να παράγουν έντονα χρώματα σε μια σκληρή επιφάνεια που θα μπορούσαν να επιβιώσουν για αιώνες.
Ένα χαρακτηριστικό της Βόρειας Αναγέννησης ήταν η χρήση της λαϊκής γλώσσας στην θέση της Λατινικής ή της Ελληνικής, που επέτρεπε μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης. Αυτό το κίνημα είχε ξεκινήσει στην Ιταλία με την καθοριστική επίδραση του Δάντη Αλιγκιέρι στην ανάπτυξη των λαϊκών γλωσσών. Στην πραγματικότητα η εστίαση στην γραφή στα Ιταλικά είχε παραμελήσει μια σημαντική πηγή φλωρεντινών ιδεών που εκφράζονταν στα Λατινικά. Η εξάπλωση της τεχνολογίας της τυπογραφίας ώθησε την Αναγέννηση στην Βόρεια Ευρώπη όπως και αλλού, με την Βενετία να γίνεται παγκόσμιο κέντρο της τυπογραφίας.
*****
Ο Πίτερ Μπρίγκελ ή Μπρέγκελ ο πρεσβύτερος (φλαμανδικά: Pieter Bruegel, περ. 1525-1530-1569) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος, σχεδιαστής και χαράκτης γνωστός για τα τοπία του και τις αγροτικές σκηνές. Από το 1559 εξέπεσε το «h» από το αρχικό επώνυμό του (Brueghel) και άρχισε να υπογράφει τους πίνακές του ως Bruegel, γι’ αυτό τον συναντάμε στην ελληνική βιβλιογραφία και ως Μπρέχελ.
Υπάρχουν σήμερα περίπου 40 έργα ζωγραφικής του, 12 από τα οποία βρίσκονται στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης (Kunsthistorisches Museum) στην Βιέννη και τα υπόλοιπα σε ιδιωτικές συλλογές και σε παγκοσμίου φήμης μουσεία, κυρίως της Ευρώπης, αλλά και της Αμερικής, όπως: Ο θερισμός στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, ο Γαμήλιος χορός στο Institute of Arts του Ντιτρόιτ, η Σφαγή των νηπίων στο Λονδίνο (Royal collection), η Λατρεία του Χριστού στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου, η Παραβολή του τυφλού και ο Θρίαμβος του θανάτου στο Μουσείο Πράδο της Μαδρίτης, το Πορτρέτο μιας ηλικιωμένης γυναίκας στην Alte Pinakothek στο Μόναχο, η Φυγή στην Αίγυπτο στο Ινστιτούτο Τέχνης Κουρτώ του Λονδίνου, ο Μισάνθρωπος στην Νάπολη.
Στο έργο του ο “Πύργος της Βαβέλ” ο τεράστιος όγκος του κτιρίου φαίνεται να συνθλίβει την πόλη αλλά ταυτόχρονα μεταδίδει ένα αίσθημα ανασφάλειας με την εντύπωση του αβέβαιου και του απραγματοποίητου. Στο προσχέδιο του πύργου εμπνευσμένου από τα ερείπια του ρωμαϊκού Κολοσσιαίου φαίνεται καθαρά τον ενδιαφέρον του ζωγράφου για την τεχνική των κτιρίων. Ο καλλιτέχνης συνέλαβε το θέμα σαν αλληγορία της ανθρώπινης αλαζονείας και αδυναμίας. Ο Μπρίγκελ συγχωνεύει τις πιο μικρές λεπτομέρειες μέσα στην απεραντοσύνη του οράματος. Η διαύγεια με την οποία αποδίδονται και τα πιο μακρινά σημεία στα βάθη του τοπίου δημιουργεί στον θεατή ένα αίσθημα δέους.
Κατά την αφήγηση στην Γένεση, ο Πύργος της Βαβέλ ήταν ένα ψηλό κτίριο που χτιζόταν με σκοπό την αύξηση της φήμης και της εξουσίας του λαού των κατασκευαστών του, και στόχο να φτάσει μέχρι τον ουρανό. Όμως λόγω της βλασφημίας αυτής, ο Θεός σύγχυσε τις γλώσσες των κατασκευαστών, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η ολοκλήρωσή του, και αυτοί να διασπαρούν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Η διήγηση της Γενέσεως επιχειρεί από την εβραϊκή λαϊκή παράδοση να εξηγήσει την ποικιλία των γλωσσών και εθνών στον κόσμο.
*****
ΓΑΛΛΊΑ
Η λέξη ‘Renaissance’ χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον δέκατο όγδοο αιώνα και αργότερα διαδόθηκε από τον Γάλλο ιστορικό Ζυλ Μισλέ (1798–1874) στο έργο του toy 1855 Histoire de France (Ιστορία της Γαλλίας).

To Κάστρο του Σαμπόρ (1519-1547), ένα από τα πιο διάσημα δείγματα της αρχιτεκτονικής της Αναγέννησης.
Το 1495 έφτασε στην Γαλλία η Ιταλική Αναγέννηση, που εισήχθη από τον Βασιλιά Κάρολο Η΄ μετά την εισβολή του στην Ιταλία. Ένας παράγοντας που προώθησε την διάδοση της κοσμικότητας ήταν η αδυναμία της Εκκλησίας να προσφέρει βοήθεια κατά του Μαύρου Θανάτου. Ο Φραγκίσκος Α’ εισήγαγε την ιταλική τέχνη και τους καλλιτέχνες, συμπεριλαμβανομένου του Λεονάρντο ντα Βίντσι, και έχτισε περίτεχνα ακριβά παλάτια. Συγγραφείς όπως ο Φρανσουά Ραμπελαί, ο Πιερ ντε Ρονσάρ, ο Ζοακίμ ντυ Μπελαί και ο Μισέλ ντε Μονταίν, ζωγράφοι όπως ο Ζαν Κλουέ και μουσικοί όπως ο Ζαν Μουτόν δανείστηκαν επίσης από το πνεύμα της Αναγέννησης.
*****
Το 1533 η δεκατετράχρονη Αικατερίνη των Μεδίκων (1519-1589), γεννημένη στην Φλωρεντία από τον Λαυρέντιο των Μεδίκων, Δούκα του Ουρμπίνο και της Μαγδαληνής ντε Λα Τουρ του Ωβέρν, παντρεύτηκε τον Ερρίκο Β’ της Γαλλίας, δεύτερο γιο του Βασιλιά Φραγκίσκου Α’ και της Βασίλισσας Κλοντ. Αν και έγινε διάσημη και διαβόητη για τον ρόλο της στους θρησκευτικούς πολέμους της Γαλλίας, συνέβαλε άμεσα στη μεταφορά των τεχνών, των επιστημών και της μουσικής (συμπεριλαμβανομένης του μπαλέτου) στην γαλλική αυλή από την γενέτειρά της Φλωρεντία.
Οι τρεις ασθενικοί γιοι της Αικατερίνης βασίλευσαν σε μια εποχή κοινωνικών και θρησκευτικών αναστατώσεων στην Γαλλία. Εκείνη αρχικά προσπάθησε να προσεταιριστεί την παράταξη των Προτεσταντών, τους γνωστούς Ουγενότους, αλλά χωρίς να ασπαστεί τις πεποιθήσεις τους. Αργότερα, άλλαξε τακτική, στράφηκε εναντίον τους και τους καταδίωξε απηνώς, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί ως ηθική αυτουργός της σφαγής των Προτεσταντών σε όλη την Γαλλία την Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου το 1572. Γεγονός είναι ότι έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες προκειμένου να διατηρηθεί στον θρόνο η δυναστεία των Βαλουά και ότι ακόμη και η προστασία των καλών τεχνών ήταν ένα μέσο που χρησιμοποιούσε για να δοξαστεί μια μοναρχία που βρισκόταν σε παρακμή.
Η Αικατερίνη πίστευε στο ουμανιστικό πρότυπο του περισπούδαστου μονάρχη, του οποίου η εξουσία εξαρτιόταν τόσο από τα όπλα όσο και από τα γράμματα. Εμπνεύστηκε από τον πεθερό της, βασιλιά Φραγκίσκο Α’ καθώς και από τους Μεδίκους προγόνους της. Κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου και της πτώσης του κύρους της μοναρχίας, προσπαθούσε να ενισχύσει το βασιλικό κύρος με την προστασία καλλιτεχνών επί τρεις δεκαετίες.
Από τα προσωπικά της αντικείμενα που σώθηκαν φαίνεται ότι ήταν φανατική συλλέκτρια. Έργα τέχνης περιλαμβάνουν ταπισερί, χειρόγραφους χάρτες, αγάλματα, πλούσια υφάσματα, έπιπλα από έβενο και ένθετο ελεφαντόδοντο, πορσελάνες και κεραμικά της Λιμόζ. Επίσης, βρέθηκαν πολλά πορτρέτα, από τα οποία κάποια ήταν του Ζαν Κλουέ και του γιου του, Φρανσουά Κλουέ.
Οι μουσικές παραστάσεις, εξάλλου, επέτρεπαν στην Αικατερίνη να εκφράσει τα δημιουργικά της χαρίσματα. Ήταν συνήθως αφιερωμένα στην ιδέα της ειρήνης στο βασίλειο και βασιζόταν σε μυθολογικά θέματα. Προσλάμβανε τους κορυφαίους καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες της εποχής, προκειμένου να δημιουργήσει τα απαραίτητα έργα, τη μουσική και τα σκηνικά εφέ για τις παραστάσεις αυτές. Σταδιακά, εισήγαγε αλλαγές στην παραδοσιακή διασκέδαση, καθώς, για παράδειγμα, αύξησε την εμφάνιση του χορού στις διάφορες παραστάσεις.
Η μεγάλη της αγάπη ήταν η αρχιτεκτονική. Μετά τον θάνατο του Ερρίκου Β’ η Αικατερίνη θέλησε να απαθανατίσει τη μνήμη του συζύγου της και να ενισχύσει το μεγαλείο της δυναστείας των Βαλουά μέσω διαδοχικών πολυέξοδων αρχιτεκτονικών σχεδίων. Οι ποιητές την αποκαλούσαν νέα Αρτεμισία, από την Αρτεμισία Β΄ της Καρίας, που έχτισε το μαυσωλείο στην Αλικαρνασσό προς τιμήν του νεκρού συζύγου της, Μαύσωλου, όταν διέταξε την κατασκευή μεγαλοπρεπούς τάφου για τον Ερρίκο στην Βασιλική του Αγίου Διονυσίου. Αν και η Αικατερίνη ξόδεψε μεγάλα ποσά για τις τέχνες, δεν σώθηκε η καλλιτεχνική της κληρονομιά. Το τέλος της δυναστείας των Βαλουά, σύντομα μετά τον θάνατό της, έφερε αλλαγή προτεραιοτήτων. Οι συλλογές της διασκορπίστηκαν, τα ανάκτορά της πωλήθηκαν και τα κτήριά της αφέθηκαν μισοτελειωμένα κι αργότερα καταστράφηκαν.
*****
ΓΕΡΜΑΝΊΑ.
Το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα το πνεύμα της Αναγέννησης εξαπλώθηκε στην Γερμανία και στις Κάτω Χώρες, όπου η ανάπτυξη της τυπογραφίας (περίπου 1450) και καλλιτέχνες της Αναγέννησης όπως ο Άλμπρεχτ Ντύρερ (1471-1528) προϋπήρχαν της επιρροής από την Ιταλία. Στις πρώτες προτεσταντικές περιοχές της χώρας ο ουμανισμός συνδέθηκε στενά με την αναταραχή της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης και η τέχνη και τα γραπτά της Γερμανικής Αναγέννησης αντανακλούσαν συχνά αυτή την διαμάχη.
Ωστόσο ο γοτθικός ρυθμός και η μεσαιωνική σχολαστική φιλοσοφία παρέμειναν αποκλειστικά μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα. Ο Αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός Α’ των Αψβούργων (βασίλεψε 1493–1519) ήταν ο πρώτος πραγματικά αναγεννησιακός μονάρχης της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
*****
Ο Μαξιμιλιανός Α’ δεν στέφτηκε ποτέ αυτοκράτορας από τον πάπα επειδή διέκοψε το ταξίδι του για την Ρώμη η Δημοκρατία της Βενετίας. Ο Πάπας Ιούλιος Β΄ τον ανακήρυξε ωστόσο αυτοκράτορα και τον αναγνώρισε στο Τρέντο, διέκοψε με αυτόν τον τρόπο μια μακρόχρονη παράδοση των παπικών στέψεων. Ο Μαξιμιλιανός Α΄ ήταν ο μοναδικός επιζών γιος του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ΄ και της Ελεονώρας της Πορτογαλίας. Από την στιγμή που στέφτηκε βασιλιάς των Ρωμαίων (1486) διατήρησε μια ξεχωριστή αυλή μέχρι τον θάνατο του ηλικιωμένου πατέρα του (1493). Ο Μαξιμιλιανός Α΄ επέκτεινε σημαντικά την εξουσία του Οίκου των Αψβούργων χάρη στον γάμο του με την Μαρία της Βουργουνδίας (1477) κυβερνήτη στην Βουργουνδική Πολιτεία και διάδοχο του Καρόλου της Βουργουνδίας, έχασε ωστόσο τα οικογενειακά εδάφη στην Παλαιά Ελβετική Συνομοσπονδία.
Ο ιστορικός Τόμας Μπράντι Τζούνιορ καταγράφει τον Μαξιμιλιανό Α΄ ως “τον ικανότερο Ρωμαίο αυτοκράτορα μετά από 250 χρόνια” και τον “μέγιστο οπλαρχηγό της γενιάς του”. Το προσωνύμιο του “καρδιά από ατσάλι” το πήρε είτε από τις μεγάλες διοικητικές του ικανότητες είτε για το θάρρος και την σκληρότητα που έδειχνε στο πεδίο της μάχης. Στην κοινή γνώμη έμεινε γνωστός ως “ο τελευταίος ιππότης” αλλά διαφωνούν στο θέμα αν ήταν ο πρώτος πρίγκιπας της Αναγέννησης ή ένας Μακιαβελικός ηγεμόνας που έφερε την οικογένεια του στην κορυφή της Ευρωπαϊκής εξουσίας. Οι ιστορικοί στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα όπως ο Λέοπολντ φον Ράνκε τον κατηγορούν ότι έθεσε το συμφέρον της οικογένειας του πάνω από αυτό της πατρίδας του, το αποτέλεσμα ήταν να καθυστερήσει αιώνες ακόμα η Γερμανική ενοποίηση. Σε γενικές γραμμές ήταν ένας ουμανιστής αυτοκράτορας που έφερε μεγάλες αλλαγές και καινοτομίες που κόστισαν τόσο οικονομικά όσο και σε ανθρώπινες ζωές με τους πολέμους.
*****
ΙΣΠΑΝΊΑ.
Η Αναγέννηση έφτασε στην Ιβηρική χερσόνησο μέσω των μεσογειακών κτήσεων του Στέμματος της Αραγωνίας και της πόλης της Βαλένθιας. Πολλοί πρώιμοι Ισπανοί συγγραφείς της Αναγέννησης προέρχονται από το Βασίλειο της Αραγωνίας, όπως οι Αουζιάς Μαρκ και Αουζιάς Μαρκ. Στο Βασίλειο της Καστίλης η πρώιμη Αναγέννηση επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον ιταλικό ουμανισμό, ξεκινώντας με συγγραφείς και ποιητές όπως ο Μαρκήσιος της Σαντιγιάνα, που εισήγαγε την νέα ιταλική ποίηση στην Ισπανία στις αρχές του 15ου αιώνα.

Το Βασιλικό Μοναστήρι του Σαν Λορένθο ντε Ελ Εσκοριάλ, έργο των Χουάν ντε Ερέρα και Χουάν Μπαουτίστα ντε Τολέδο
Άλλοι συγγραφείς, όπως οι Χόρχε Μανρίκε, Φερνάντο δε Ρόχας, Χουάν ντελ Εντσίνα, Χουάν Μποσκάν Αλμογκάβερ και Γκαρσιλάσο ντε λα Βέγκα, διατήρησαν μεγάλη ομοιότητα με τον ιταλικό κανόνα. Το αριστούργημα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες Δον Κιχώτης πιστώνεται ως το πρώτο Δυτικό μυθιστόρημα. Ο αναγεννησιακός ουμανισμός άκμασε στις αρχές του 16ου αιώνα, με σημαντικούς συγγραφείς όπως ο φιλόσοφος Χουάν Λουίς Βίβες, ο φιλόλογος Αντόνιο δε Νεμπρίγια και ο φυσικός ιστορικός Πέδρο δε Μεχία.
Η ύστερη Ισπανική Αναγέννηση έτεινε προς τα θρησκευτικά θέματα και τον μυστικισμό, με ποιητές όπως ο αδελφός Λουίς δε Λεόν, η Τερέζα της Άβιλας και ο Ιωάννης του Σταυρού, και αντιμετώπισε θέματα σχετικά με την εξερεύνηση του Νέου Κόσμου, με χρονικογράφους και συγγραφείς όπως οι Ίνκα Γκαρθιλάσο δε λα Βέγα και Βαρθολομαίος ντε λας Κάζας, δίνοντας αφορμή για ένα σύνολο έργων, που τώρα είναι γνωστό ως ισπανική λογοτεχνία της Αναγέννησης. Η ύστερη Αναγέννηση στην Ισπανία παρήγαγε καλλιτέχνες όπως ο Ελ Γκρέκο και συνθέτες όπως ο Τομάς Λουίς ντε Βικτόρια και ο Αντόνιο δε Καμπεθόν.
*****
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (Ηράκλειο Κρήτης, 1541- Τολέδο, -1614), γνωστός επίσης με τo ισπανικό προσωνύμιο El Greco, που σημαίνει Ο Έλληνας, ήταν Κρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της Ισπανικής Αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την Ελλάδα, δημιουργώντας τα περισσότερα έργα του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως αγιογράφος στο Ηράκλειο, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε στην Βενετία.
Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέττο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.
Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής Σχολής και του μανιερισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους.
Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν ευμενώς το ύφος του και είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους αιώνες. Στην διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε, διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.
Για τους εξπρεσιονιστές, σημείο επαφής με τον Γκρέκο αποτέλεσαν οι επιμήκεις μορφές του, ενώ ο Φραντς Μαρκ έγραψε για το «μεγαλείο αυτού του μεγάλου δασκάλου», το οποίο θεωρούσε συνδεδεμένο με τις ιδέες της ομάδας του Γαλάζιου Καβαλάρη. Επίδραση από τον Γκρέκο δέχθηκε επίσης ο Τζάκσον Πόλοκ (1912-56), ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, κυρίως στα πρώιμα έργα του. Μέχρι το 1943, ο Πόλοκ είχε ολοκληρώσει περισσότερα από 60 σχέδια ζωγραφικής βασισμένα σε συνθέσεις του Γκρέκο, ενώ γνωρίζουμε πως διέθετε στην συλλογή του αναπαραγωγές έργων του, καθώς και τρία βιβλία για τον Έλληνα ζωγράφο.
Η προσωπικότητα και το έργο του Θεοτοκόπουλο ενέπνευσαν επίσης φυσιογνωμίες της λογοτεχνίας. Ο ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε ήρθε σε επαφή με το έργο του κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ισπανία το 1912, ενώ τα ποιήματά του Himmelfahrt Mariae I-II θεωρούνται βασισμένα στην Άμωμη Σύλληψη (1607-13, Μουσείο Σάντα Κρουθ) του Γκρέκο. Ο Νίκος Καζαντζάκης, στο αυτοβιογραφικό του έργο Αναφορά στον Γκρέκο, επίσης εξέφρασε με το δικό του τρόπο τον θαυμασμό που έτρεφε για το έργο του.
*****
ΚΆΤΩ ΧΏΡΕΣ
Ο πολιτισμός στην Ολλανδία στα τέλη του 15ου αιώνα επηρεάστηκε από την Ιταλική Αναγέννηση από το εμπόριο μέσω της Μπρυζ, που έκανε την Φλάνδρα πλούσια. Οι ευγενείς της ανέθεσαν έργα σε καλλιτέχνες που έγιναν γνωστοί σε όλη την Ευρώπη. Στην επιστήμη πρωτοστάτησε ο ανατόμος Ανδρέας Βεσάλιος. Στην χαρτογραφία ο χάρτης του Γεράρδου Μερκάτορ βοήθησε εξερευνητές και πλοηγούς. Στην τέχνη η Ολλανδική και φλαμανδική Αναγεννησιακή ζωγραφική εκτεινόταν από το μυστηριώδες έργο του Ιερώνυμου Μπος ως τις απεικονίσεις της καθημερινής ζωής του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου.
*****
Ο Hieronymus Bosch, γεννώνυμο: Jheronimus van Aken, (περ. 1450- 1516) ήταν Ολλανδός ζωγράφος που έζησε την περίοδο της πρώιμης Αναγέννησης. Στην εποχή του θεωρήθηκε ένας “επινοητής τεράτων και χιμαιρικών οπτασιών” ενώ περίπου στα 1600, ο ιστορικός τέχνης Κάρελ φαν Μάντερ χαρακτήρισε τους πίνακες του Μπος ως “θαυμαστές και παράξενες φαντασιώσεις, συχνά ανατριχιαστικές”. Στον 20ό αιώνα, αρκετοί μελετητές του έργου του Μπος απέδωσαν ένα βαθύτερο νόημα στην ζωγραφική του και προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τις καταβολές της. Έχει χαρακτηριστεί ως ένας υπερρεαλιστής του 15ου αιώνα ενώ για άλλους, το έργο του αντανακλά απόκρυφες πρακτικές του μεσαιωνικού κόσμου όπως η αλχημεία ή η μαγεία.
Οι επίσημες αναφορές σχετικά με το έργο του Μπος είναι περιορισμένες. Αρκετά έργα του υπήρχαν στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, όπου η Αδελφότητα της Παναγίας διατηρούσε ένα δικό της περεκκλήσιο, αν και σήμερα δεν υπάρχουν ίχνη τους. Οι περισσότεροι από τους πίνακες που φιλοξενούνται σήμερα σε μουσεία ή ιδιωτικές συλλογές αποτελούν αντίγραφα ή μιμήσεις των πρωτότυπων συνθέσεων του Μπος και μόνο 30 πίνακες και μερικά σχέδια μπορούν με βεβαιότητα να αποδοθούν σε αυτόν.
Επιπλέον, ελάχιστα από τα έργα αυτά φέρουν χρονολογία ενώ αρκετά έχουν υποστεί σημαντικές φθορές. Ο Μπος φιλοτέχνησε αρκετά τρίπτυχα, τρεις δηλαδή συναρμοσμένους πίνακες, λίγο ή πολύ πάνω στο ίδιο θέμα. Ένα από τα δημοφιλέστερα και σημαντικότερα έργα του είναι ο Κήπος των Επίγειων Απολαύσεων, έργο που θεωρείται γενικά ως το σχόλιο του Μπος πάνω στο θέμα του θανάσιμου αμαρτήματος της λαγνείας.
Στο αριστερό φύλλο του τρίπτυχου απεικονίζεται ο Αδάμ και η Εύα στον κήπο της Εδέμ, στο μεσαίο φύλλο κυριαρχεί το θέμα των σαρκικών απολαύσεων ενώ στο δεξί φύλλο δεσπόζει η απεικόνιση της Κόλασης. Η έννοια της αμαρτίας αλλά και το ευρύτερο μεσαιωνικό θέμα της Δευτέρας Παρουσίας (ή διαφορετικά της Τελικής Κρίσης) αποτέλεσαν κεντρικούς άξονες στην θεματολογία του Μπος, που είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου θρησκευτικού περιεχομένου.
Ιερώνυμος Μπος, ‘Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων’, λάδι σε ξύλο βαλανιδιάς, 220 x 389 εκ., Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη. ‘Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων’ είναι ο σύγχρονος τίτλος που αποδόθηκε σε τρίπτυχο ζωγραφισμένο από τον Ολλανδό ζωγράφο Ιερώνυμο Μπος και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο Πράδο της Μαδρίτης, όπου στεγάζεται από το 1939. Χρονολογείται ανάμεσα στο 1490 και στο 1511, όταν ο Μπος ήταν σε ηλικία μεταξύ 40 και 60 ετών και αποτελεί το πιο γνωστό και φιλόδοξο έργο του, από αυτά που διασώζονται.
Οι τρεις σκηνές του εσωτερικού τριπτύχου προορίζονται, κατά πάσα πιθανότητα, αλλά όχι κατ’ ανάγκη, για να “διαβαστούν” χρονολογικά από αριστερά προς τα δεξιά. Το αριστερό πάνελ απεικονίζει τον Θεό να παρουσιάζει την Εύα στον Αδάμ, το κεντρικό πάνελ είναι ευρύ πανόραμα μορφών ασχολουμένων με κοινωνικές δραστηριότητες, φανταστικών ζώων, υπερμεγέθων φρούτων και υβριδικών πέτρινων σχηματισμών. Το δεξιό πάνελ είναι άποψη της Κόλασης και παρουσιάζει τα βασανιστήρια των κολασμένων.
Οι ιστορικοί τέχνης ερμηνεύουν το τρίπτυχο ως διδακτική προειδοποίηση των κινδύνων από τους πειρασμούς της επίγειας ζωής. Εν τούτοις, η πολυπλοκότητα των συμβολισμών του, ιδιαίτερα στο κεντρικό πάνελ, έχει οδηγήσει σε ποικίλου εύρους ερμηνείες από τους λογίους ανά τους αιώνες. Οι ιστορικοί τέχνης του 20ού αιώνα είναι διχασμένοι ανάμεσα στο αν το κεντρικό πάνελ αποτελεί ηθική προειδοποίηση ή πανόραμα του απωλεσθέντος παραδείσου. Ο Αμερικανός συγγραφέας Peter S. Beagle περιγράφει τον πίνακα ως “ερωτική διαταραχή που μας μετατρέπει σε ηδονοβλεψίες, ένα μέρος γεμάτο με το μεθυστικό αέρα της τέλειας ελευθερίας”.
*****
ΟΥΓΓΑΡΊΑ.
Μετά την Ιταλία η Ουγγαρία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα όπου εμφανίστηκε η Αναγέννηση. Το αναγεννησιακό στυλ ήρθε κατευθείαν από την Ιταλία τον 15ο αιώνα στην Ουγγαρία, πρώτη στην περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης, χάρη στην ανάπτυξη των πρώιμων σχέσεων Ουγγαρίας/Ιταλίας -όχι μόνο σε δυναστικές σχέσεις, αλλά και σε πολιτιστικές, ανθρωπιστικές και εμπορικές- αυξανόμενων από τον 14ο αιώνα.
Η σχέση μεταξύ του ουγγρικού και του ιταλικού γοτθικού στυλ ήταν ένας δεύτερος λόγος – η αποφυγή υπερβολικών ανοιγμάτων, προτίμηση σαφών και ελαφρών κατασκευών. Μεγάλης κλίμακας οικοδομικά σχέδια εξασφάλιζαν άφθονη και μακροπρόθεσμη δουλειά στους καλλιτέχνες, για παράδειγμα η ανέγερση του (Νέου) Κάστρου Φρις της Βούδας και των κάστρων Βίσεγκραντ, Tάτα και Βάρπαλοτα. Στην αυλή του Σιγισμούνδου υπήρχαν προστάτες των τεχνών όπως ο Πίπο Σπάνο, απόγονος της οικογένειας Σκολάρι της Φλωρεντίας, που κάλεσε στην Ουγγαρία τον Μανέτο Αμανατίνι και τον Μασσολίνο ντα Πανικάλε.
Η νέα ιταλική τάση σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες εθνικές παραδόσεις δημιούργησε μια ιδιαίτερη τοπική αναγεννησιακή τέχνη. Η αποδοχή της αναγεννησιακής τέχνης ενισχύθηκε από την συνεχή άφιξη της ουμανιστικής σκέψης στην χώρα. Πολλοί νέοι Ούγγροι που σπούδαζαν σε ιταλικά πανεπιστήμια ήρθαν πιο κοντά στο ουμανιστικό κέντρο της Φλωρεντίας, έτσι εξελίχθηκε μια άμεση σύνδεση με αυτή.
Ο αυξανόμενος αριθμός Ιταλών εμπόρων που μετακόμιζαν στην Ουγγαρία, ειδικά στην Βούδα, βοήθησε αυτή την διαδικασία. Νέες ιδέες μεταφέρθηκαν από τους ουμανιστές ιεράρχες, ανάμεσά τους ο Βίτεζ Γιάνος, αρχιεπίσκοπος του Έστεργκομ, ένας από τους ιδρυτές του ουγγρικού ανθρωπισμού. Κατά την μακρόχρονη βασιλεία του Αυτοκράτορα Σιγισμούνδου του Λουξεμβούργου το Βασιλικό Κάστρο της Βούδας έγινε πιθανώς το μεγαλύτερο γοτθικό παλάτι του ύστερου Μεσαίωνα. Ο Βασιλιάς Ματθίας Κορβίνος (1458–1490) ανοικοδόμησε το παλάτι σε ρυθμό πρώιμης Αναγέννησης και το επέκτεινε.
Μετά τον γάμο το 1476 του Βασιλιά Ματθία με την Βεατρίκη της Νάπολης η Βούδα έγινε ένα από τα σημαντικότερα καλλιτεχνικά κέντρα της Αναγέννησης βόρεια των Άλπεων. Οι σημαντικότεροι ουμανιστές που ζούσαν στην αυλή του Ματθία ήταν ο Αντόνιο Μπονφίνι και ο διάσημος Ούγγρος ποιητής Γιάνους Παννόνιους. Ο Αντρας Χες δημιούργησε ένα τυπογραφείο στη Βούδα το 1472.
Η βιβλιοθήκη του Ματθία Κορβίνου Κορβινιανή Βιβλιοθήκη ήταν η μεγαλύτερη συλλογή κοσμικών βιβλίων της Ευρώπης τον 15ο αιώνα: ιστορικά χρονικά, φιλοσοφικά και επιστημονικά έργα. Η βιβλιοθήκη του ήταν δεύτερη μόνο σε μέγεθος μετά από εκείνη του Βατικανού. (Ωστόσο η Βιβλιοθήκη του Βατικανού περιείχε κυρίως Αγιες Γραφές και θρησκευτικό υλικό.) Το 1489 ο Μπαρτολομμέο Φόντε της Φλωρεντίας έγραψε ότι ο Λαυρέντιος των Μεδίκων ίδρυσε την δική του ελληνική/λατινική βιβλιοθήκη, παρακινούμενος από το παράδειγμα του Ούγγρου βασιλιά. Η βιβλιοθήκη του Κορβίνου ανήκει στην Παγκόσμια Κληρονομιά της UNESCO.
Ο Ματθίας ξεκίνησε τουλάχιστον δύο μεγάλα οικοδομικά έργα. Οι εργασίες στη Βούδα και στο Βίσεγκραντ ξεκίνησαν περίπου το 1479. Δύο νέες πτέρυγες και ένας κρεμαστός κήπος χτίστηκαν στο βασιλικό κάστρο της Βούδας και το παλάτι στο Βίσεγκραντ ξαναχτίστηκε σε αναγεννησιακό ρυθμό. Ο Ματθίας ανέθεσε στον Ιταλό Κιμέντι Καμίτσια και τον Δαλματό Τζοβάνι Νταλμάτα να διευθύνουν αυτά τα έργα και στους κορυφαίους Ιταλούς καλλιτέχνες της εποχής του να διακοσμήσουν τα ανάκτορά του: για παράδειγμα ο γλύπτης Μπενεντέτο ντα Μαϊάνο και οι ζωγράφοι Φιλιππίνο Λίππι και Αντρέα Μαντένια εργάστηκαν γι ‘αυτόν.

Ο Ματθίας Κορβίνος, γνωστός επίσης ως Ματθίας Α΄ (1443-1490), ήταν βασιλιάς της Ουγγαρίας και της Κροατίας από το 1458 μέχρι το 1490.
Σώζεται ένα αντίγραφο πορτρέτου του Ματθία από τον Μαντένια. Ο Ματθίας προσέλαβε επίσης τον Ιταλό στρατιωτικό μηχανικό Αριστοτέλη Φιοραβάντι για να διευθύνει την ανοικοδόμηση των οχυρών κατά μήκος των νότιων συνόρων. Έφτιαξε νέα μοναστήρια σε ύστερο γοτθικό ρυθμό για τους Φραγκισκανούς στο Κόλοζβαρ, το Σέγκεντ και το Χούνιαντ και για τους Παυλιανούς στο Φέγιερεγκιχαζα. Την άνοιξη του 1485 ο Λεονάρντο ντα Βίντσι ταξίδεψε στην Ουγγαρία για λογαριασμό του Σφόρτσα για να συναντήσει τον Βασιλιά Ματθία Κορβίνο, που του ανέθεσε να ζωγραφίσει μια Μαντόνα.
Ο Ματθίας απολάμβανε την συντροφιά των ανθρωπιστών και είχε ζωηρές συζητήσεις για διάφορα θέματα μαζί τους. Η φήμη της μεγαλοψυχίας του ενθάρρυνε πολλούς λόγιους -κυρίως Ιταλούς- να εγκατασταθούν στη Βούδα. Ο Αντόνιο Μπονφίνι, ο Πιέτρο Ραντσάνο, ο Μπαρτολομέο Φόντσιο και ο Φραντσέσκο Μπαντίνι πέρασαν πολλά χρόνια στην αυλή του. Αυτός ο κύκλος των μορφωμένων ανδρών εισήγαγε στην Ουγγαρία τις ιδέες του νεοπλατωνισμού. Όπως όλοι οι διανοούμενοι της εποχής του ο Ματθίας ήταν πεπεισμένος ότι οι κινήσεις και οι συνδυασμοί των άστρων και των πλανητών ασκούσαν επιρροή στην ζωή των ατόμων και στην ιστορία των εθνών.
Ο Γκαλεότο Μάρτσιο τον περιέγραψε ως “βασιλιά και αστρολόγο” και ο Αντόνιο Μπονφίνι είπε ότι “ποτέ δεν έκανε τίποτα χωρίς να συμβουλευτεί τα αστέρια”. Κατόπιν αιτήματός του οι διάσημοι αστρονόμοι της εποχής Ιωάννης Ρεγιομοντάνος και Μάρτσιν Μπίλιτσα δημιούργησαν ένα παρατηρητήριο στην Βούδα και το εξόπλισαν με αστρολάβους και ουράνιες σφαίρες. Ο Ρεγιομοντάνος αφιέρωσε στον Ματθία το βιβλίο του για την ναυσιπλοΐα που χρησιμοποίησε ο Χριστόφορος Κολόμβος.
Άλλες σημαντικές προσωπικότητες της Ουγγρικής Αναγέννησης είναι οι Μπάλιντ Μπάλασι (ποιητής), Σέμπεστιεν Τίνοντι Λάντος (ποιητής), Μπάλιντ Μπάκφαρκ (συνθέτης και λαουτίστας) και Mάστερ M.Σ. (τοιχογράφος).
ΠΟΛΩΝΙΑ.
Ένας πρώιμος Ιταλός ουμανιστής που ήρθε στην Πολωνία στα μέσα του 15ου αιώνα ήταν ο Φίλιπο Μπουονακόρσι. Πολλοί Ιταλοί καλλιτέχνες ήρθαν στην Πολωνία με την Μπόνα Σφόρτσα του Μιλάνου, όταν παντρεύτηκε τον βασιλιά Σιγισμούνδο το 1518. Αυτό υποστηρίχθηκε από προσωρινά ενισχυμένες μοναρχίες και στις δύο περιοχές, καθώς και από νεοσύστατα πανεπιστήμια. Η Πολωνική Αναγέννηση διήρκεσε από τα τέλη του 15ου ως τα τέλη του 16ου αιώνα και ήταν η Χρυσή Εποχή του πολωνικού πολιτισμού.
Κυβερνούμενο από τη δυναστεία των Γιαγκελλόνων, το Βασίλειο της Πολωνίας (από το 1569 γνωστό ως Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία) συμμετείχε ενεργά στην ευρεία Ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Το πολυεθνικό πολωνικό κράτος γνώρισε μια ουσιαστική περίοδο πολιτιστικής ανάπτυξης, εν μέρει χάρη σε έναν αιώνα χωρίς μεγάλους πολέμους – εκτός από τις συγκρούσεις στα αραιοκατοικημένα ανατολικά και νότια σύνορα. Η Μεταρρύθμιση εξαπλώθηκε ειρηνικά σε όλη την χώρα (γεννώντας τους Πολωνούς Αδελφούς), ενώ οι συνθήκες διαβίωσης βελτιώθηκαν, οι πόλεις μεγάλωσαν και οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων πλούτισαν τον πληθυσμό, ειδικά τους ευγενείς (σλάχτα) που κυριάρχησαν στο νέο πολιτικό σύστημα της Χρυσής Ελευθερίας.
ΠΟΡΤΟΓΑΛΊΑ.
Αν και η Ιταλική Αναγέννηση είχε μέτριο αντίκτυπο στις τέχνες στην Πορτογαλία, η χώρα επηρέασε την διεύρυνση της ευρωπαϊκής κοσμοθεωρίας, δραστηριοποιούμενη στην ουμανιστική έρευνα. Η Αναγέννηση έφτασε μέσω της επιρροής των πλούσιων Ιταλών και Φλαμανδών εμπόρων που επένδυσαν στο κερδοφόρο υπερπόντιο εμπόριο. Ως πρωτοπόρα βάση των ευρωπαϊκών εξερευνήσεων η Λισαβόνα άκμασε στα τέλη του 15ου αιώνα, προσελκύοντας ειδικούς που έκαναν πολλές ανακαλύψεις στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη ναυτική τεχνολογία, όπως οι Πέντρο Νούνες, Ζοάο ντε Κάστρο, Αβραάμ Ζακούτο και Μάρτιν Μπεχάιμ.
Οι χαρτογράφοι Πέντρο Ρέινελ, Λόπο Χόμεμ, ΕστεβάοΓκόμεζ και Ντιόγκο Ριμπέιρο έκαναν σημαντικές προόδους στη χαρτογράφηση του κόσμου. Ο φαρμακοποιός Τομέ Πίρεζ και οι γιατροί Γκαρσία ντε Ορτα και Κριστοβάο ντα Κόστα συνέλεξαν και δημοσίευσαν έργα για φυτά και φάρμακα, που σύντομα μεταφράστηκαν από τον Φλαμανδό πρωτοπόρο βοτανολόγο Κάρολους Κλούσιους.
ΡΩΣΊΑ.
Δεν υπήρξε Αναγέννηση στη Ρωσία με την αρχική έννοια του όρου. Οι τάσεις της Αναγέννησης από την Ιταλία και την Κεντρική Ευρώπη επηρέασαν την Ρωσία με πολλούς τρόπους. Ωστόσο η επιρροή τους ήταν μάλλον περιορισμένη, λόγω των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ της Ρωσίας και των κύριων ευρωπαϊκών πολιτιστικών κέντρων και της ισχυρής προσκόλλησης των Ρώσων στις ορθόδοξες παραδόσεις τους και στην βυζαντινή κληρονομιά.

Η Θεοτόκος και το Παιδί, ρωσική εικόνα του τέλους του 17ου αιώνα του Καρπ Ζολοταριόφ, με ιδιαίτερα ρεαλιστική απεικόνιση προσώπων και ενδυμάτων.
Ο Πρίγκιπας Ιβάν Γ’ εισήγαγε την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική στην Ρωσία προσκαλώντας αρκετούς αρχιτέκτονες από την Ιταλία, οι οποίοι έφεραν μαζί τους νέες τεχνικές κατασκευής και μερικά στοιχεία αναγεννησιακού ρυθμού, ενώ σε γενικές γραμμές ακολούθησαν τα παραδοσιακά σχέδια της ρωσικής αρχιτεκτονικής. Το 1475 ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Φιοραβάντι από την Μπολόνια ήρθε για να ανοικοδομήσει τον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο της Μόσχας, που είχε καταστραφεί από σεισμό. Του δόθηκε ως πρότυπο ο Καθεδρικός ναό του Βλαντίμιρ του 12ου αιώνα και δημιούργησε ένα σχέδιο που συνδύαζε το παραδοσιακό ρωσικό ύφος με την αναγεννησιακή αίσθηση ευρυχωρίας, αναλογίας και συμμετρίας.
Το 1485 ο Ιβάν Γ’ ανέθεσε την κατασκευή της βασιλικής κατοικίας, του Παλατιού Tέρεμ, εντός του Κρεμλίνου, με αρχιτέκτονα των τριών πρώτων ορόφων τον Αλοίζιο ντα Μιλάνο. Αυτός και άλλοι Ιταλοί αρχιτέκτονες συνέβαλαν επίσης στην κατασκευή των τειχών και των πύργων του Κρεμλίνου. Η μικρή αίθουσα δεξιώσεων των Ρώσων Τσάρων, που ονομάζεται Παλάτι των Οψεων λόγω των όψεων του πάνω ορόφου της, είναι έργο δύο Ιταλών, των Μάρκο Ρούφο και Πιέτρο Σολάριο, και δείχνει ένα πιο ιταλικό στυλ.
Το 1505 ένας Ιταλός γνωστός στη Ρωσία ως Αλεβιζ Νόβι ή Αλεβιζ Φριάζιν έφτασε στην Μόσχα. Μπορεί να ήταν ο Ενετός γλύπτης Αλεβίζιο Λαμπέρτι ντα Μοντάνιε. Έκτισε δώδεκα εκκλησίες για τον Ιβάν Γ΄μεταξύ αυτών τον Καθεδρικό Ναό του Αρχαγγέλου, ένα κτίριο αξιοσημείωτο για την επιτυχημένη ανάμειξη της ρωσικής παράδοσης, των ορθόδοξων αναγκών και του αναγεννησιακού ρυθμού. Πιστεύεται ότι ο καθεδρικός ναός του Μητροπολίτη Πέτρου της Μονής Βισοκοπετρόφσκι, ένα άλλο έργο του Αλεβιζ Νόβι, λειτούργησε αργότερα ως έμπνευση για την λεγόμενη αρχιτεκτονική μορφή οκτάγωνου σε τετράγωνο του Μπαρόκ της Μόσχας στα τέλη του 17ου αιώνα.
Μεταξύ των αρχών του 16ου και του τέλους του 17ου αιώνα αναπτύχθηκε στην Ρωσία μια πρωτότυπη αρχιτεκτονική παράδοση πέτρινης σκηνόμορφης στέγης. Ήταν αρκετά μοναδικό και διαφορετικό από την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική της εποχής σε άλλα μέρη της Ευρώπης, αν και ορισμένοι μελετητές ονομάζουν το ύφος «ρωσικό γοτθικό» και το συγκρίνουν με την ευρωπαϊκή γοτθική αρχιτεκτονική της προηγούμενης περιόδου.
Οι Ιταλοί με την προηγμένη τεχνολογία τους μπορεί να επηρέασαν την εφεύρεση της πέτρινης σκηνόμορφης στέγης (οι ξύλινες σκηνές ήταν γνωστές στη Ρωσία και την Ευρώπη πολύ πριν). Σύμφωνα με μια υπόθεση ένας Ιταλός αρχιτέκτονας ονόματι Πέτροκ Μάλι μπορεί να ήταν δημιουργός της Εκκλησίας της Ανάληψης στο Κολομένσκογιε, μιας από τις παλαιότερες και πιο εξέχουσες εκκλησίες με σκηνόμορφη στέγη.
Τον 17ο αιώνα η επιρροή της αναγεννησιακής ζωγραφικής είχε ως αποτέλεσμα οι ρωσικές εικόνες να γίνονται ελαφρώς πιο ρεαλιστικές, αν και ακόμη ακολουθούσαν τους περισσότερους παλιούς κανόνες της εικονογραφίας, όπως φαίνεται στα έργα των Μπογκντάν Σαλτάνοφ, Σιμόν Ουσάκοφ, Γκιούρι Νικίτιν, Καρπ Ζολοταριόφ και άλλων Ρώσων καλλιτεχνών της εποχής. Σταδιακά εμφανίστηκε ο νέος τύπος κοσμικής ζωγραφικής πορτρέτων, που ονομαζόταν parsúna (από το πρόσωπο), που ήταν ύφος μεταβατικό μεταξύ αφηρημένης εικονογραφίας και ρεαλιστικής ζωγραφικής.
Στα μέσα του 16ου αιώνα οι Ρώσοι υιοθέτησαν την τυπογραφία από την Κεντρική Ευρώπη, με πρώτο γνωστό Ρώσο τυπογράφο τον Ιβάν Φιοντόροφ. Τον 17ο αιώνα η τυπογραφία διαδόθηκε ευρέως και οι ξυλογραφίες έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλείς. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη μιας ειδικής μορφής λαϊκής τέχνης γνωστής ως τυπογραφία λούμποκ, που επιβίωσε στην Ρωσία μέχρι τον 19ο αιώνα.
Ορισμένες τεχνολογίες της περιόδου της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης υιοθετήθηκαν από τη Ρωσία αρκετά νωρίς και στη συνέχεια τελειοποιήθηκαν για να γίνουν μέρος μιας ισχυρής εγχώριας παράδοσης. Κυρίως επρόκειτο για στρατιωτικές τεχνολογίες, όπως η χύτευση κανονιών που υιοθετήθηκαν τουλάχιστον από τον 15ο αιώνα. Το Κανόνι του Τσάρου, που είναι το μεγαλύτερο σε διαμέτρημα κανόνι στον κόσμο, είναι ένα αριστούργημα της ρωσικής κατασκευής κανονιών. Χυτεύθηκε το 1586 από τον Αντρέι Τσόκοφ και είναι αξιοσημείωτο για το πλούσιο, διακοσμητικό του ανάγλυφο.
Μια άλλη τεχνολογία, που σύμφωνα με μια υπόθεση αρχικά έφεραν από την Ευρώπη οι Ιταλοί, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της βότκας, του εθνικού ποτού της Ρωσίας. Ήδη από το 1386 οι Γενοβέζοι πρεσβευτές έφεραν το πρώτο aqua vitae («νερό της ζωής») στην Μόσχα και το παρουσίασαν στον Μέγα Δούκα Ντμίτρι Ντονσκόι. Οι Γενοβέζοι πιθανότατα ανέπτυξαν αυτό το ποτό με την βοήθεια των αλχημιστών της Προβηγκίας, που χρησιμοποίησαν μια συσκευή απόσταξης που είχε εφευρεθεί από τους Άραβες για να μετατρέπουν τον μούστο των σταφυλιών σε αλκοόλ. Ένας μοσχοβίτης μοναχός ονόματι Ισίδωρος χρησιμοποίησε αυτή την τεχνολογία για να παράγει την πρώτη αυθεντική ρωσική βότκα γύρω στα 1430.
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΊΑ.
Ο όρος «Αναγέννηση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά αναδρομικά από τον Ιταλό καλλιτέχνη και κριτικό Τζόρτζιο Βαζάρι (1511-1574) στο σύγγραμμά του με τίτλο «Vite de’ più eccellenti architetti, pittori, et scultori Italiani» («Βίοι των εξοχότερων Ιταλών αρχιτεκτόνων, ζωγράφων και γλυπτών»), που εκδόθηκε το 1550. Σε αυτό ο Βαζάρι προσπάθησε να προσδιορίσει εκείνο που ο ίδιος θεωρεί ρήξη με τις βαρβαρότητες της γοτθικής τέχνης: οι τέχνες είχαν παρακμάσει μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μόνο οι καλλιτέχνες της Τοσκάνης Τσιμαμπούε (περ. 1240–1302) και Τζιόττο (1267-1337) αποπειράθηκαν να αντιστρέψουν την διαδικασία αυτή. Σύμφωνα με το Βαζάρι η αρχαία τέχνη κατείχε κεντρική θέση στην αναγέννηση των τεχνών στην Ιταλία.
Ωστόσο μόνο τον 19ο αιώνα η γαλλική λέξη renaissance έγινε δημοφιλής για την περιγραφή του αυτοσυνείδητου πολιτιστικού κινήματος που βασίστηκε στην αναβίωση των ρωμαϊκών προτύπων, που ξεκίνησε στα τέλη του 13ου αιώνα. Ορίστηκε έτσι για πρώτη φορά από τον Γάλλο ιστορικό Ζυλ Μισλέ (1798–1874), στο έργο του «Histoire de France» («Ιστορία της Γαλλίας», 1855) ως μια ολόκληρη ιστορική περίοδος, ενώ μέχρι τότε χρησιμοποιείτο με πιο περιορισμένη σημασία.
Για το Μισλέ η Αναγέννηση υπήρξε περισσότερο βήμα στην εξέλιξη της επιστήμης κι όχι τόσο σε εκείνη της τέχνης και του πολιτισμού. Υποστήριξε ότι κάλυπτε την περίοδο από τον Κολόμβο ως τον Κοπέρνικο και τον Γαλιλαίο, δηλαδή από τα τέλη του 15ου μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα. Επιπλέον τόνισε τη διαφορά ανάμεσα σε αυτά που αποκαλούσε «παράξενα και τερατώδη» χαρακτηριστικά του Μεσαίωνα και στις δημοκρατικές αξίες που εκείνος, δηλωμένος δημοκρατικός, επέλεξε να δει στην περίοδο αυτή. Ως Γάλλος εθνικιστής ο Μισλέ προσπάθησε επίσης να διεκδικήσει την Αναγέννηση ως γαλλικό κίνημα.
Ο Ελβετός ιστορικός Γιάκoμπ Μπούρκχαρντ (1818-1897) στο έργο του «Die Cultur der Renaissance in Italien» («Ο Πολιτισμός της Αναγέννησης στην Ιταλία» / 1860), αντιθέτως, οριοθέτησε την Αναγέννηση ως την περίοδο ανάμεσα στον Τζόττο και τον Μιχαήλ Άγγελο στην Ιταλία, δηλαδή, από τον 14ο ως τα μέσα του 16ου αιώνα. Είδε στην Αναγέννηση την ανάδυση του νεότερου πνεύματος της ατομικότητας, που είχε καταπνιγεί τον Μεσαίωνα. Το βιβλίο του διαβάστηκε ευρέως και άσκησε μεγάλη επιρροή στην ανάπτυξη της σύγχρονης ερμηνείας της Ιταλικής Αναγέννησης. Πιο πρόσφατα ορισμένοι ιστορικοί τείνουν πολύ λιγότερο να προσδιορίζουν την Αναγέννηση ως ιστορική εποχή, η ακόμη κι ως πολιτιστικό κίνημα με κάποια συνοχή. Ο Ράντολφ Σταρν, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ, υποστηρίζει:
«Αντί για μία περίοδο με ακριβώς καθορισμένη αρχή και τέλος και συνεχές περιεχόμενο στο μεταξύ, η Αναγέννηση μπορεί να (και μερικές φορές έχει πράγματι) θεωρηθεί ως ένα κίνημα πρακτικών και ιδεών στο οποίο ανταποκρίθηκαν ποικιλοτρόπως συγκεκριμένες ομάδες και αναγνωρίσιμα πρόσωπα σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους. Θα ήταν με αυτή την έννοια ένα δίκτυο από ποικίλες, συχνά συγκλίνουσες, μερικές φορές αντικρουόμενες κουλτούρες, όχι μια ενιαία και χρονικά οριοθετημένη κουλτούρα».
Υπάρχουν διχογνωμίες αναφορικά με τον βαθμό που η Αναγέννηση βελτίωσε τον πολιτισμό του Μεσαίωνα. Τόσο ο Μισελέ όσο και ο Μπούκχαρντ περιέγραψαν με θέρμη τα βήματα προόδου που συντελέστηκαν κατά την Αναγέννηση προς την σύγχρονη εποχή. Ο Μπούκχαρντ παρομοίωσε την αλλαγή με ένα πέπλο το οποίο αφαιρέθηκε από τα μάτια των ανθρώπων, επιτρέποντάς τους να δουν καθαρά.
«Κατά τον Μεσαίωνα αμφότερες οι πλευρές της ανθρώπινης αντίληψης -εκείνη που στράφηκε προς τα μέσα κι εκείνη που στράφηκε προς τα έξω- παρέμεναν σε όνειρο ή μισοκοιμισμένες κάτω από ένα κοινό πέπλο. Το πέπλο είχε υφανθεί με την πίστη, την αυταπάτη και την παιδιάστικη προκατάληψη, δια μέσου των οποίων ο κόσμος και η ιστορία φαίνονταν επενδυμένα με περίεργα χρώματα». –Γιακόμπ Μπούκχαρντ, «Ο Πολιτισμός της Αναγέννησης στην Ιταλία»
*****
Πίνακας της Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου, γεγονότος των Γαλλικών Θρησκευτικών Πολέμων, του Φρανσουά Ντυμπουά.
«Η Αικατερίνη των Μεδίκων ατενίζει τα πτώματα των προτεσταντών που σφαγιάστηκαν κατά την Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου (1572) στο Παρίσι», έργο του Εντουάρ Ντεμπά – Πονσάν, 1880.
*****
Από την άλλη πλευρά, πολλοί ιστορικοί σήμερα τονίζουν πως πολλοί από τους αρνητικούς κοινωνικούς παράγοντες που είθισται να συσχετίζονται με τη μεσαιωνική εποχή – π.χ. φτώχεια, πόλεμος, θρησκευτικοί και πολιτικοί διωγμοί – κατά τα φαινόμενα χειροτέρεψαν κατά την Αναγέννηση, η οποία υπήρξε μάρτυρας της ανόδου της μακιαβελικής πολιτικής, των θρησκευτικών πολέμων, των δολοπλοκιών που άσκησαν οι Βοργίες και της εξάπλωσης των κυνηγιών μαγισσών κατά τον 16ο αιώνα.
Πολλοί από τους ανθρώπους που έζησαν κατά την Αναγέννηση δεν την αντιμετώπιζαν ως τη «χρυσή εποχή» που φαντάστηκαν ορισμένοι συγγραφείς του 19ου αιώνα, αλλά αντίθετα εξέφραζαν την ανησυχία τους για τις κοινωνικές αυτές ασθένειες. Χαρακτηριστικά, ωστόσο, οι καλλιτέχνες, συγγραφείς και μαικήνες των τεχνών που υπήρξαν κομμάτι της πολιτιστικής αυτής επανάστασης, θεωρούσαν πως ζούσαν σε μια νέα εποχή, που ήταν σε πλήρη αντιδιαστολή με τον Μεσαίωνα.
Ορισμένοι μαρξιστές ιστορικοί προτιμούν να περιγράφουν την Αναγέννηση με υλικούς όρους, υιοθετώντας την άποψη πως οι αλλαγές στην τέχνη, την γραμματεία και την φιλοσοφία υπήρξαν κομμάτι μιας γενικότερης οικονομικής τάσης από τον φεουδαλισμό προς τον καπιταλισμό, που είχε ως αποτέλεσμα την άνθηση μιας αστικής τάξης με αρκετό ελεύθερο χρόνο για ενασχόληση με τις τέχνες.
Ο Γιόχαν Χουιζίνγκα (1872–1945) αναγνώριζε την ύπαρξη της Αναγέννησης μα αμφέβαλλε κατά πόσο επρόκειτο για θετική αλλαγή. Στο βιβλίο του «Herfsttij der Middeleeuwen» («Η Παρακμή του Μεσαίωνα») (1919) υποστήριξε πως η Αναγέννηση ήταν περίοδος παρακμής από τον Υψηλό Μεσαίωνα, οπότε και καταστράφηκαν πολλά σημαντικά πράγματα. Η λατινική γλώσσα, για παράδειγμα, είχε εξελιχθεί σημαντικά από την κλασική εποχή και ήταν ακόμη ζωντανή γλώσσα, η οποία χρησιμοποιούταν στην εκκλησία και αλλού.
Η εμμονή της Αναγέννησης με την κλασική καθαρότητα παρεμπόδισε την περαιτέρω εξέλιξή της με αποτέλεσμα να επανέλθει στην κλασική της μορφή. Ο Ρόμπερτ Σ. Λόπεζ ισχυρίστηκε πως επρόκειτο για εποχή βαθιάς οικονομικής κρίσης. Στο μεταξύ, οι Τζωρτζ Σάρτον και Λυν Θόρννταϊκ υποστήριξαν πως η επιστημονική πρόοδος ίσως και να ήταν λιγότερο καινοτόμος από ό,τι παραδοσιακά θεωρείται. Τέλος, η Τζοάν Κέλλυ πως οδήγησε σε βαθύτερο χάσμα ανάμεσα στα φύλα, μειώνοντας τα μέσα που κατείχαν οι γυναίκες τον Μεσαίωνα.
Ορισμένοι ιστορικοί έχουν αρχίσει να θεωρούν πως η λέξη «Αναγέννηση» τείνει να φορτίζεται άσκοπα, υπονοώντας μια αναμφισβήτητα θετική αναγέννηση από την υποτιθέμενη πιο πρωτόγονη «Σκοτεινή Εποχή». Πολλοί ιστορικοί πλέον προτιμούν τον όρο «Πρώιμη Σύγχρονη» για αυτή την περίοδο, μια πιο ουδέτερη φράση που τονίζει τον ρόλο της ως μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στον Μεσαίωνα και το σήμερα. Άλλοι, όπως ο Ρότζερ Όσμπορν, θεωρούν πως η Ιταλική Αναγέννηση υπήρξε αποθήκη των μύθων και ιδανικών του δυτικού κόσμου γενικότερα, και πως αντί για μια αναβίωση του αρχαίου κόσμου επρόκειτο για μια εποχή μεγάλων καινοτομιών. Ο ιστορικός της τέχνης Erwin Έρβιν Πανόφσκι παρατήρησε αυτή την αντίδραση στην έννοια της Αναγέννησης:
“Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η πραγματικότητα της Ιταλικής Αναγέννησης αμφισβητήθηκε πιο έντονα από εκείνους που δεν είναι υποχρεωμένοι να ενδιαφέρονται επαγγελματικά για τις αισθητικές πτυχές του πολιτισμού -ιστορικούς των οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων, των πολιτικών και θρησκευτικών καταστάσεων και, οι περισσότεροι ιδιαίτερα, οι φυσικές επιστήμες- αλλά μόνο κατ’ εξαίρεση από φοιτητές της λογοτεχνίας και σχεδόν ποτέ από ιστορικούς της τέχνης.”
Ο όρος Αναγέννηση έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να ορίσει περιόδους εκτός του 15ου και 16ου αιώνα. Ο Τσαρλς Χ. Χάσκινς (1870-1937), για παράδειγμα, έκανε μια υπόθεση για μια Αναγέννηση του 12ου αιώνα. Άλλοι ιστορικοί έχουν υποστηρίξει μια Καρολίγγεια Αναγέννηση τον 8ο και 9ο αιώνα, Οθωνική Αναγέννηση τον 10ο αιώνα και την Αναγέννηση των Τιμούριδων του 14ου αιώνα. Η Χρυσή Εποχή του Ισλάμ έχει επίσης οριστεί μερικές φορές ως Ισλαμική Αναγέννηση.
Άλλες περίοδοι πολιτιστικής αναγέννησης ονομάστηκαν επίσης «αναγεννήσεις», όπως η Αναγέννηση της Βεγγάλης, η Αναγέννηση των Ταμίλ, η Αναγέννηση της Νεβάρι του Νεπάλ, ή η Αναγέννηση του Χάρλεμ. Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί και στον κινηματογράφο. Στα κινούμενα σχέδια η Αναγέννηση της Ντίσνεϊ είναι μια περίοδος που διήρκησε από το 1989 έως το 1999 που το στούντιο επέστρεψε στο επίπεδο ποιότητας της Χρυσής Εποχής του.
*****
@Ηώ Αναγνώστου / 2020 /terrapapers.com
Μελέτησε επίσης:
Ρομαντική Αντίσταση vs Θανατηφόρος Διαφωτισμός
***
ΠΟΛΛΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ -ΓΙΑ ΝΑ ΚΟΥΝΗΘΕΙ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΝΑΡΜΟΓΗΣ-
ΓΙΑ ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ
ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΤΡΙΛΟΓΙΑ
Η ΥΨΗΛΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗΣ
ΗΩ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ