Topics:

Έρωτας ο Πρωτόγονος Δημιουργός

«Με τους απαλούς γοφούς τους καλυμμένους με όμορφα υφάσματα, με τα στήθη τους αρωματισμένα με σανταλόξυλο, στολισμένες με περιδέραια και κοσμήματα και με τα μαλλιά αρωματισμένα από το μπάνιο, οι όμορφες γυναίκες ανάβουν στους εραστές...

Έρωτας ο Πρωτόγονος Δημιουργός

«Με τους απαλούς γοφούς τους καλυμμένους με όμορφα υφάσματα, με τα στήθη τους αρωματισμένα με σανταλόξυλο, στολισμένες με περιδέραια και κοσμήματα και με τα μαλλιά αρωματισμένα από το μπάνιο, οι όμορφες γυναίκες ανάβουν στους εραστές τους καυτή επιθυμία» Ριτουσανχάρα (κλασσικό Ινδικό ποίημα).

«Η ιδέα ότι συνδυάζονται δύο ξεχωριστά αντίθετα στοιχεία στο χαμόγελο της Μόνα Λίζα έχει περάσει από το μυαλό πολλών κριτικών. Αντίστοιχα βρίσκουν στην πανέμορφη έκφραση της Φλωρεντιανής καλλονής την πιο τέλεια αναπαράσταση των αντιθέσεων που κυριαρχούν στην ερωτική ζωή των γυναικών· την αντίθεση ανάμεσα στην συγκράτηση και την αποπλάνηση και ανάμεσα στην πιο αφοσιωμένη τρυφερότητα και σε έναν αισθησιασμό που είναι αδίστακτα απαιτητικός· και καταβροχθίζει άντρες σαν να ήταν εξωγήινα όντα» Σίγκμουντ Φρόυντ στο «Leonardo da Vinci and a Memory of His Childhood»

ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Ο Έρως είναι σύζευξη Πέρατος και Απείρου» Παρμενίδης ο Ελεάτης

Ο Ελληνικός πολιτισμός από τις απαρχές του· που χάνονται στα βάθη του χρόνου, ακόμη και με την Ρωμαϊκή και κατόπιν την Βυζαντινή και Αβρααμική (ιουδαϊκή, χριστιανική, οθωμανική) κατάκτηση του και τους αιώνες υποδούλωσης του· ακόμη και σήμερα, αναπτύχθηκε, ισχυροποιήθηκε και μεγαλούργησε, ωθούμενος από μια Ισχυρότατη (Θεϊκή) Δύναμη που είναι ο Θεός Έρως σε όλες του τις διαστάσεις.

Τα «Περί Έρωτος» είναι φυσικά ένα αληθινά ωκεάνειο θέμα, κοσμογονικών διαστάσεων, που δεν είναι δυνατόν να ξεδιπλωθεί στα περιορισμένα πλαίσια ενός άρθρου, μπορεί όμως να γίνει μια προσέγγιση και με πλήθος πληροφοριών να ξεκινήσει ο καλοπροαίρετος αναγνώστης την προσωπική του αναζήτηση στον φυσικό και μεταφυσικό κόσμο του Αγέννητου Θεού Έρωτα, που με την πλειάδα των επιρροών του στην ζωντανή ζωή, στην πνευματική δημιουργία, φιλοσοφία, τέχνη, ποίηση, επιστήμες· στον πολιτισμό γενικότερα έσωσε τον άνθρωπο από την ολέθρια πορεία του προς την βαρβαρότητα. [Συστήνω τα βιβλία του Παναγή Λεκατσά, Έρως, Η Ψυχή, Μητριαρχία, Διόνυσος και η Καταγωγή της Βασιλείας, για περαιτέρω σοβαρή μελέτη του θέματος. Το βιβλίο «Η Μεταφυσική του Φύλου» του Evola Julius, όπως και το «Wilhelm Reich: Η Λειτουργία του Οργασμού» θα το βρείτε στο terrapapers.com].

Υπάρχουν δεκάδες αναβαθμοί του Έρωτος στον Ελληνικό πολιτισμό, όπως ο Έρως των σωμάτων, ο Έρως των ψυχών και των πνευμάτων, των ιδεών, των αξιών κλπ και γίνεται αντιληπτό ότι ο πολιτισμός των Ελλήνων κι όχι μονάχα ο αρχαίος πολιτισμός είναι υπό κάθε πρίσμα ένας ερωτικός πολιτισμός. Κανένας άλλος πολιτισμός -όπως ο Ινδικός, ο Ιουδαϊκός, ο Κινέζικος, ο Αραβικός, ο Ευρωπαϊκός κλπ- δεν είναι ερωτικός πολιτισμός όπως ο πολιτισμός των Ελλήνων και αυτόν τον ερωτικό χαρακτήρα· τον διατηρεί μέχρι σήμερα παρά τα σημάδια εκφυλισμού του.

Στην Ορφική Θεοκοσμογονία συναφώς προς τον Έρωτα καταγράφεται και η έννοια της Ανάγκης ως μεταφυσικής παραμέτρου. Η δε έννοια της Ανάγκης είναι σημαντικότατη στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφική μεταφυσική γιατί απ΄ αυτήν θεμελιώθηκε στέρεα, ολόκληρο το λαμπρό οικοδόμημα της Λογικής Ερμηνείας του όντος, διάφορα προϊόντα κι εκφράσεις της οποίας είναι η φιλοσοφία, η επιστήμη, ειδικότερα δε η πολιτική έννοια της Δημοκρατίας κλπ γιατί η Δημοκρατία προϋποθέτει την γέννηση και την πρόοδο της Λογικότητας και η Λογικότητα είναι γέννημα του Έρωτα και της Ανάγκης. (Παρεμπιπτόντως αυτό που μιμιδίζουν σήμερα ως ‘δημοκρατία’ απέχει παρασάγγας από κάθε είδους Λογικότητα και γι’ αυτό είναι καθολικά αποτυχημένη ως πολιτικό σύστημα, έννοιες δε όπως Έρως ή Ανάγκη ανήκουν στην σφαίρα του λυκόφωτος για τους σημερινούς άνοους πολιτικάντηδες και τους άβουλους χειροκροτητές τους. Άλλωστε η Λογικότητα απαιτεί Νου)

Πρωτίστως Έρως σημαίνει μεταφυσική αναγνώριση του Άλλου, του Αντικειμένου, έναντι του Εγώ, του υποκειμένου. Ο Έρως καταγράφει πριν απ’ όλα μεταφυσικό δυισμό. Ο χωρισμός του Ανδρόγυνου. Στην κατάσταση όμως του ΕΙΝΑΙ ο δυισμός εξαφανίζεται γιατί δεν υπάρχει αντικείμενο και υποκείμενο.

ΕΡΩΤΑΣ Ο ΑΓΕΝΝΗΤΟΣ ΘΕΟΣ, Ο ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ

Ησίοδος: Η Κοσμική Τριάδα: Χάος – Γαία – Έρως: Στην Θεογονία του Ησίοδου προϋπάρχουν τρεις δημιουργημένες μορφές, το Χάος, η Γαία κι ο Έρως. Αυτές οι τρεις μορφές δεν έχουν γεννηθεί η μία από την άλλη, είναι αυτοδημιουργημένες κι απέχουν μόνο χρονικά στην σειρά της ύπαρξης τους.

Από αυτή την πρώτη Κοσμική Τριάδα· μόνο ο Έρως δε γεννά απογόνους, αυτός ενώνει και ωθεί τις άλλες δυνάμεις σε δημιουργία. Από το Χάος γεννήθηκαν το Έρεβος και η Νύχτα κι από την ένωση των δυο τους γεννήθηκαν ο Αιθέρας και η Ημέρα. Η Γαία χωρίς ερωτική ένωση δημιουργεί μόνη της τον Ουρανό, που έχει όση έκταση έχει κι εκείνη. Δημιούργησε επίσης τα Όρη και τον Πόντο. Έτσι όλη η διαμόρφωση του κόσμου ξεκινά από εκείνη, την Θεά Γαία.

Η Γαία δημιουργεί το Σύμπαν δημιουργώντας (κι όχι γεννώντας) τα συστατικά του. Παραχωρεί μέρος από τις εξουσίες της στον Ουρανό κι εκείνος τεκνοποιεί από το σπέρμα του τον Ωκεανό, τον Κοίο, τον Κρείο, τον Υπερίονα, την Θεία, την Ρέα, την Θέμιδα, την Μνημοσύνη, την Φοίβη, την Τηθύα, τον Κρόνο. Εκτός από τους Τιτάνες γέννησε τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες. Έτσι (ή κάπως έτσι) ξεκίνησε το πάνθεων των Αθάνατων Θεών και των Πρωτόγονων, στην Ελληνική Θεογονία. Στα πολύ κατοπινά χρόνια εμφανίζονται οι πρωτάνθρωποι που δεν ήταν θνητοί και κάποιοι από αυτούς έγιναν οι Ημίθεοι Ήρωες, οι περισσότεροι στην πορεία εκφυλίστηκαν, ξέπεσαν, έχασαν την αθανασία κι έγιναν τα ανθρώπινα ζώα που γνωρίζουμε.

«Θεώρησε τον Έρωτα ως τον πρώτιστον μεταξύ των Θεών» Παρμενίδης ο Ελεάτης

Ορφική Θεοκοσμογονία: Εδώ απαντώνται τρείς τύποι μελέτης. Η αρχαιότερη παρουσιάζει σαν πρώτη κοσμογονική Αρχή, την ΝΥΧΤΑ (οι εκ νυκτός γεννώντες) και την αντιπροσώπευε η Ορφική Θεογονία του περιπατητικού Εύδημου (από δε της νυκτός εποιήσατο την αρχήν) κι αντίλαλο της έχουμε στην παρωδία των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη. Εδώ η Νύχτα γεννά με παρθενογένεση μέσα στο Έρεβος από μόνη της ένα Αυγό, απ’ όπου με τον καιρό βγαίνει ο Έρως, απ’ όπου φτιάχνεται ο Κόσμος και η σειρά Θεών και Πρωτόγονων παραπέρα.

Πολύ πιθανό πως την πρώτη ύλη στην ραγδαία αυτή δημιουργία του Έρωτα την προσφέρει το ίδιο το Αυγό που με τα δύο του μισά φτάνει τον Ουρανό και την Γη. Ο δεύτερος τύπος μελέτης είναι η κατά Ιερώνυμον φερομένη και Ελλάνικον Ορφική Θεογονία. Στην Αρχή είναι το Νερό και μία Λάσπη (ύλη, ιλύς) απ’ όπου πηγάζει η Γη, από τα δύο τούτα πηγάζει ο αγήραιος Χρόνος ή Ηρακλής, φτερωτό δρακοντόφιδο με τρία κεφάλια, ταύρου, θεού, λιονταριού· ο Χρόνος σμίγει με την Ανάγκη ή Αδράστεια αρρενόθυλη πλάσμα· απ’ την ένωση τους γεννιέται ο Αιθέρας, το Χάος και το Έρεβος.

Ύστερα ο Χρόνος δημιουργεί ένα πελώριο Αυγό που σχίζεται στα δυό φτιάνοντας με τα δύο του μισά τον Ουρανό και την Γη και μέσα από το Αυγό βγαίνει ένας «δισώματος» Θεός με φτερούγες χρυσές, με κεφάλια ταύρων φυτεμένα στις λαγόνες του και πάνω στο κεφάλι του πελώριο δρακοντόφιδο που αλλαξόψιαζε σε κάθε λογής θεριών μορφές και που λέγεται Πρωτόγονος ή Έρως ή Δίας ή Πάνας.

Ο τρίτος τύπος είναι μια σειρά από ραψωδίες που χαρακτηρίζονται σαν «ιερά λόγοι» (μυστηριακά ευαγγέλια) κι αποκαλούνται συμβατικά ως «Ραψωδική Θεογονία» Ο τύπος αυτός αντιπροσωπεύεται από αποσπάσματα ξεχωριστά των Νεοπλατωνικών και των χριστιανών, που οι πρώτοι πασχίζουν να εξηγήσουν τον Πλάτωνα και την θεολογία των Ορφικών και οι δεύτεροι συγκεντρώνουν την επίθεση τους στις αντίπαλες του χριστιανισμού δοξασίες, ταυτόχρονα όμως κλέβουν και ιδιοποιούνται ότι μπορούν διαστρεβλώνοντας κι εξαφανίζοντας το.

Πρώτη Αρχή και σε αυτόν τον τύπο είναι ο Χρόνος που δημιουργεί τον Αιθέρα και το Χάος ύστερα φτιάχνει ένα ασημόλαμπρο Αυγό που με τα δύο του μισά φτάνει τον Ουρανό και την Γη, σχίζεται και βγαίνει ο ανδρόγυνος Έρως ή Φάνης ή Μήτις ή Ηρικεπαίος, που δημιουργεί τον Κόσμο των υπόλοιπων Θεών και Πρωτόγονων. Ένα επίθετο του Έρωτα που συναντάται σ’ απόσπασμα του Ευριπίδη, διαβάζεται σε «ιερόν λόγον» των Ορφικών και κυριαρχεί στην Θεογονία Ιερωνύμου-Ελλανίκου, ξανάρχεται σαν επίθετο στην Ραψωδική Θεογονία που ξέρει με πολλά ονόματα τον Έρωτα και ξανασυναντιέται σαν όνομα στους Ορφικούς Ύμνους και σαν επίθετο στην εποποιία του Νόννου· είναι ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΣ.

Η ιδιότητα του Πρωτόγονου ή Πρωτοδημιουργού ξαναπροβάλλει στον Ησιόδειο Έρωτα, όπου ανάμεσα στα άλλα ΑΜΟΡΦΑ πλάσματα της Κοσμογονικής Αρχής, είναι το Πρώτο Μορφωμένο. Ο Έρως είναι Πρωτόγονος γιατί είναι ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ. Είναι εκείνος που Δημιούργησε όλα τα πλάσματα, είναι Πρώτος ή Πρωτογέννητος στην σειρά των πλασμάτων. Η θέση του Έρωτα ως Πρωτόγονου Δημιουργού είναι πασιφανής στην Ορφική Θεογονία. Αξίζει εδώ να σημειωθεί η συχνή αναφορά σε αρχαιότερα στάδια θεογονίας ότι ο Δημιουργός του κόσμου είναι το Φεγγάρι, γιατί είναι η αιτία της αναπαραγωγής που γεννά την ζωή κι ο Μεγάλος Μάγος.

Ακόμη και ο ύστερος απολογητής παγανιστικών πίστεων ο Ιουλιανός αναφέρει πως «η Σελήνη είναι ο δημιουργός των όλων». Είναι ο ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΣ ο απολησμονημένος ανδρόγυνος Φεγγαροθεός, ένα Φεγγαρικό Θείο Βρέφος; … ενδιαφέρον θέμα· αλλά σε μεταγενέστερο άρθρο.

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΠΡΙΤΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΡΩΤΑ

Ο Έρως ως κυρίαρχη Δύναμη επικοινωνίας και δημιουργίας, ενώ είναι Άπειρη πηγή και μαζί προϊόν του Απείρου, δηλαδή του χωρίς όρια και πλαίσια Θείου πόθου επαφής, φανερώνεται προς την εκτός Απείρου πραγματικότητα ως δημιουργός μορφών. Γιατί η ζωή είναι αυτό ακριβώς, η παραγωγή μορφών, οντοτήτων με όρια, πλαίσια, πέρατα και σχήματα. Όμως τα όρια, τα πλαίσια, τα πέρατα και τα σχήματα, είναι μεγέθη μετρήσιμα, πραγματικότητες ορατές, λογικά και νοητικά αντιληπτές ταυτοχρόνως. Ο Έρως είναι η Δύναμη που μεταφέρει από το άπειρο στο πέρας, από το άμορφο στο έχων μορφή, από το άμετρο στο μέτριο, στο μετρήσιμο, από το αλογικό στο λογικό, από το ακατανόητο στο λογικά κατανοητό, από το απερίγραπτο στο περιγραφικό κλπ. Εάν δεν υπάρχουν δύο οντότητες Έρως δεν υφίσταται και μάλιστα δύο οντότητες συμπληρωματικές, μεταφυσικής αφετηρίας.

Πριν από κάθε αρχή δεν υπήρχε το γένος των αθανάτων και οι Θεοί άρχισαν να υπάρχουν αφού ο Έρως ανέμειξε άπαντα, δηλ. όλα τα στοιχεία της πραγματικότητας κι αφού έγινε η ανάμειξη των πάντων, επλάσθησαν ο ουρανός, ο ωκεανός, η γη, όπως και το γένος των Μακάρων Θεών.

Οι ερωτικές περιπέτειες του Δία συμβολίζουν την Δύναμη της πρωταρχικής και μεταφυσικής Δυνάμεως της Δημιουργίας. Ο άρχων Θεός του Ολύμπου είναι πλήρης Ερωτικής Δυνάμεως γιατί αυτό είναι το Θεϊκό σύμβολο των φυσικών δυνάμεων και η Φύση – Ζεύς στην ολότητα του είναι πλήρης Ερωτικής Δυνάμεως. Αυτά συμβολίζουν οι Ελληνικές κοσμογονίες και υποδεικνύουν μόνο στους αδαείς ανθρώπους ερωτική αταξία κι αναρχία. Ο Ζευς είναι η Φύση, το Ον, ο Κόσμος στην Ολότητα του είναι πλήρης Έρωτος. Το ίδιο συμβολίζουν και οι έρωτες των άλλων Θεών, όπως του Απόλλωνα με την Δάφνη κλπ. Ο Έρωτας στην ζωή και στο πνεύμα των Ελλήνων είναι κυριαρχική Θεία Δύναμη φυσική και πνευματική.

Σε πολύ μεταγενέστερους χρόνους και με τον συνεπακόλουθο εκφυλισμό που ακολούθησε τον εκτοπισμό της μητριαρχίας (ο Θεός Διόνυσος ως υιός της μητέρας του Σεμέλης- Γαία) από την πατριαρχία (ο Διόνυσος ως υιοθετημένος υιός του Δία) ο Θεός Έρωτας ξέπεσε από την Κοσμική Τριάδα κι από Αγέννητος Θεός έγινε ο γιός της Αφροδίτης και του Άρη. Όταν ένας λαός γλιστρά στην παρακμή, συμπαρασύρει μαζί του και την αντίληψη του για την Θεογονία και τους Θεούς που κυβερνούν την ψυχή και το πεπρωμένο του. Έτσι ο Έρωτας από Αρχέγονη Κοσμική Δύναμη κατάντησε εκεί κοντά στα Αλεξανδρινά χρόνια, ένα γυμνό στρουμπουλό πιτσιρίκι με χρυσά φτερά, φαρέτρα, βέλη και τόξα, που χτυπούσε με αυτά Θεούς κι ανθρώπους που έπεφταν στον δρόμο του, αναστατώνοντας την καρδιά και τον λογισμό τους· ξυπνώντας τους λάγνα διάθεση.

Οι Έλληνες ως γηγενής λαός με αναμφισβήτητες επιστημονικές και πολεμικές επιδόσεις, όπως και αχαλίνωτες πνευματικές ανησυχίες, δεν ήταν δυνατόν να μην ασχοληθούν με τον Έρωτα και τις δέσμιες ερωτικές σκανταλιές που αναπτύσσονται ανάμεσα σε Θεούς κι ανθρώπους. Εξαρχής δεν απέκλεισαν κανενός τύπου σχέση, περιλαμβάνοντας στα ενδιαφέροντά τους την φιλία και τον έρωτα, ομοφυλοφιλικό ή ετεροφυλοφιλικό. Και επειδή από νωρίς διαπίστωσαν πως αυτή είναι μία χονδροειδής κατάταξη, διέκριναν λεπτότερες αποχρώσεις του έρωτα και της φιλίας, μιλώντας για ειδικότερες καταστάσεις όπως η «αγάπη», η «εύνοια», η «στοργή», η «μανία». ‘Έτσι, στα έργα των ποιητών και των φιλοσόφων, από την αρχική εμφάνιση γραπτών πηγών ως και την κορύφωσή τους, ιχνηλατούμε τις δοξασίες κάθε εποχής σχετικά με την αρχέγονη Ερωτική Δύναμη της μαγνητικής έλξης που απασχόλησε και «βασάνισε» Θεούς κι ανθρώπους.

Ο ραψωδός Όμηρος (Διαθέτουμε επτά βίους των Ομήρων που προέρχονται από την αρχαιότητα!! Δηλαδή δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως κάποιος άνθρωπος που λέγεται Όμηρος υπήρξε, πόσο μάλλον να έγραψε τις εν λόγω ραψωδίες. Η σύγχρονη έρευνα και ειδικότερα όσοι δέχονται ότι ο Όμηρος μπορεί να θεωρηθεί πραγματικό πρόσωπο, τοποθετεί την ζωή του στον 8ο αι. π.κ.ε. και θεωρεί πιθανό ότι ήταν Ίωνας αοιδός – ραψωδός συνεχιστής μιας μακραίωνης παράδοσης προφορικών ηρωικών αφηγήσεων, πολλών αιώνων πίσω από τον ίδιο) θεμελίωσε ολόκληρο το έπος της Ιλιάδας σ’ ένα ερωτικό πάθος, αυτό του Πάρι και της Ελένης που έγινε μάλιστα η αφορμή για τον Τρωικό πόλεμο, τον πιο μακροχρόνιο πόλεμο της ελληνικής μυθιστορίας.

Χωρίς αμφιβολία λοιπόν ο Έρωτας δεσπόζει στο κατεξοχήν πολεμικό ποίημα του Ομήρου, ανάμεσα σε ένα πλέγμα κι άλλων μεταφυσικών εννοιών, όπως ο πόλεμος, ο θάνατος, η δύναμη, η πατρίδα, η οικογένεια, η αναπαραγωγή, η κυριαρχία, η θυσία, η ανάγκη, η φιλία κ.α. Στο έπος τούτο κυριαρχεί το μοντέλο των Βασιλέων – Θεών με την επίσημη σύζυγο που έμεινε στην πατρίδα και τις παλλακίδες που έπαιρναν μαζί τους ως σκλάβες από τις πόλεις που λεηλατούσαν.

Κάποιες φορές δεν έλειπε και η συναισθηματική εμπλοκή μαζί τους, όπως συνέβη με την Χρυσηίδα και τον Αγαμέμνονα ο οποίος μάλιστα δήλωνε πως την προτιμά από την γυναίκα του την Κλυταιμνήστρα. Η σχέση αυτή θα σταθεί η αιτία και για τον περίφημο «θυμό του Αχιλλέα» που κυριαρχεί στην πλοκή του έπους, μια και ο βασιλιάς των Μυκηνών θα δεχθεί να δώσει πίσω την Χρυσηίδα «αντικαθιστώντας» την με την αγαπημένη του Αχιλλέα, την Βρισηίδα. Όταν πολύ αργότερα αποκαθίσταται η παρεξήγηση ανάμεσα στο βασιλιά και τον Αχιλλέα, η Βρισηίδα θρηνώντας το νεκρό Πάτροκλο αποκαλύπτει την συναισθηματική σχέση που είχε αναπτυχθεί μεταξύ τους που μάλιστα περιελάμβανε σχέδιο κοινής ζωής στο μέλλον.

Ο Όμηρος δεν παραλείπει να περιγράψει την κυριαρχία του έρωτα και στο απέναντι στρατόπεδο, αυτό των Τρώων. Εδώ από την μία τονίζεται το μέγεθος του χαρεμιού του Πριάμου, ενώ από την άλλη περιγράφεται ο παράφορος συζυγικός έρωτας ανάμεσα στον Έκτορα και την Ανδρομάχη. Το σημείο εκκίνησης πάντως της Ιλιάδας παραμένει η «Ελένη», η προσωποποίηση της ομορφιάς και του ίδιου του Έρωτα.

Δια στόματος του Νέστορα ο ραψωδός εκφράζει την πεποίθηση ότι πρέπει να γίνει ο πόλεμος για να ξεπλυθεί η ντροπή, για ν’ ανταποδοθεί στους Τρώες η προσβολή της αρπαγής κυριεύοντας το Ίλιον και κατακτώντας τις γυναίκες τους. Χωρίς αμφιβολία λοιπόν μπορούμε να πούμε πως ο Όμηρος συνέθεσε ένα ολόκληρο έπος γύρω από την Αρχέγονη Ερωτική Θεία Ομορφιά και το Πάθος. Με την «Οδύσσεια» από την άλλη μεριά, ο Όμηρος υμνεί την συζυγική αγάπη κι αφοσίωση, την σαρκική συνεύρεση για την αναπαραγωγή τέκνων. Για δέκα ολόκληρα χρόνια η Πηνελόπη παραμένει ολοκληρωτικά πιστή στον σύζυγό της, ενώ ο Οδυσσέας ακόμα κι αν πλαγιάζει με άλλες γυναίκες δεν είναι επειδή τις ερωτεύεται αλλά επειδή η ανάγκη τον ωθεί σ’ αυτό. Στην πραγματικότητα πάντα ο στόχος παραμένει ένας και μοναδικός: η επιστροφή στην Ιθάκη και στην σύζυγό του.

Ο Ησίοδος στην «Θεογονία» του, θεωρεί τον Έρωτα ως μία από τις αρχέγονες δυνάμεις που μαζί με το Χάος και την Γη πρωτοεμφανίστηκαν στο Σύμπαν. Ο Ηράκλειτος από την Έφεσο έζησε γύρω στο τέλος του 6ου αι. π.κ.ε. και τις αρχές του 5ου αι. π.κ.ε. αν και ελάχιστα γνωρίζουμε για την ζωή και την φιλοσοφία του, σύμφωνα με την θέση του στην φύση κυριαρχεί η αρμονία και η ομόνοια που παράγεται από την σύνθεση – σύγκρουση των αντιθέτων κι έτσι και το αρσενικό ελκύεται από το θηλυκό και γεννιούνται οι ερωτικές σχέσεις μέσα στις οποίες αναγκαστικά κυριαρχούν οι συγκρούσεις,

«Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί, πάντων δε βασιλεύς. Και τους μεν θεούς έδειξε, τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε, τους δε ελευθέρους»

Κατ’ ανάλογο τρόπο ο Εμπεδοκλής που γεννήθηκε το 490 π.κ.ε. στον Ακράγαντα, πρέσβευε ότι στον κόσμο κυριαρχεί η ανελέητη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο πρωταρχικές δυνάμεις: την Φιλότητα και το Νείκος (Μίσος). Είναι προφανές ότι στις παραπάνω θέσεις ο Έρωτας αντιμετωπίζεται ως μία αρχέγονη δύναμη συστατική της δημιουργίας του σύμπαντος. Από τους πρώτους που υποσκέλισαν το συμπαντικό χαρακτήρα του Έρωτα και του έδωσε μια περισσότερο γήινη κι ασήμαντη υπόσταση ήταν (ποιος άλλος!!) ο δύσμορφος Σωκράτης που γεννήθηκε στην Αθήνα περίπου το 470 π.κ.ε. Μολονότι δεν άφησε κανένα γραπτό κείμενο και ό,τι ξέρουμε για τις ιδέες του το μαθαίνουμε από «το σπασμένο τηλέφωνο» δηλαδή τον Πλάτωνα και τους μαθητές του όπως και τον Ξενοφώντα, μπορούμε να πούμε ότι σχετικά με τον έρωτα αρχικά αμφισβήτησε ότι είναι Θεός και τον προσδιόρισε ως Δαίμονα, μια φύση δηλαδή μεταξύ Θεού και Ανθρώπου.

Έπειτα αμφισβήτησε την λάμψη και την ομορφιά του και είπε πως σαν γιος της Πενίας και του Κόρου, φτωχός και ατημέλητος. Είπε ακόμα πως υπάρχει μία ιεραρχία στον τρόπο που μυείται στον Έρωτα ο άνθρωπος καθώς μεγαλώνει. Δηλαδή, πρώτα ερωτεύεται την εξωτερική εμφάνιση, στην συνέχεια την ψυχή, έπειτα την γνώση και τέλος, στα γεράματά του, την ιδέα του ωραίου. Ακόμα πίστευε πως το αίσθημα του έρωτα είναι θεμιτό αρκεί να μην καταλήγει σε ερωτικό πάθος, γιατί αυτό ταράζει το μυαλό και προκαλεί σύγχυση στην λογική. Επιδοκίμαζε λοιπόν τον έρωτα της Ουρανίας Αφροδίτης και όχι της Πανδήμου, τον έρωτα που αποσκοπεί στην ηθική τελείωση του ατόμου και όχι σ’ εκείνον που αρκείται στην σαρκική ικανοποίηση. Και φυσικά καταδίκαζε την παιδεραστία ως άθλια και εξευτελιστική πράξη του παιδαγωγού προς το νέο.

Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ Η ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΜΑΓΕΙΑ

«Ο πολιτισμός είναι μια λεπτή επιφάνεια πάνω από ένα φλεγόμενο Χάος» Νίτσε

«Η συνάντηση των μαγνητικών πεδίων ενός άνδρα και μιας γυναίκας οδηγεί σε μια ολοκληρωτική μέθη «αστρικού φωτός» σημεία της οποίας είναι ο έρωτας και το πάθος σύμφωνα με τον Eliphas Levi. Ο καταρράκτης του αστρικού φωτός είναι το αντικειμενικό σύστοιχο αυτού που αποκαλούμε «ανάταση». Το αστρικό φώς είναι συνώνυμο με το lux naturae (όρο τον οποίο χρησιμοποιούσε ο Παράκελσος), με την ακάσα της ινδουιστικής παράδοσης, το ορ του Καββαλισμού και το τσι της κινεζικής φιλοσοφίας»

Ιερόδουλες: Ιερόδουλες ήταν ακριβώς αυτό που δηλώνει η ετυμολογία του ονόματος. Θεραπαινίδες (δούλες) σε Ιερό Ναό. Οι ιέρειες έσμιγαν με τους ξένους/επισκέπτες του ιερού, ενασκώντας «ιερή πορνεία». Σκοπός του θρησκευτικού τούτου θεσμού ήταν η προσφορά υπηρεσίας στην Μεγάλη Θεά, η εύνοια της γονιμότητας αλλά και η συγκέντρωση χρημάτων είτε προς όφελος του ναού είτε προς όφελος των ίδιων των κοριτσιών. Το φαινόμενο της θρησκευτικής πορνείας γνώρισε μεγάλη άνθιση στην περιοχή της Κορίνθου όπου, σύμφωνα με την μαρτυρία του Στράβωνα, το συγκεκριμένο Ιερό περιελάμβανε πάνω από χίλιες ιερόδουλες.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την συγκέντρωση πλήθους επισκεπτών και το συνακόλουθο πλουτισμό της πόλης, ώστε να μείνει στην ιστορία η φράση «ου παντός πλειν ες Κόρινθον» που θα πει δεν είναι εύκολο στον καθένα να επισκεφθεί την Κόρινθο. Αυτός ο διττός ρόλος ιέρειας και πόρνης έχει θεωρηθεί ότι εισήχθη από την Φοινίκη και αποτέλεσε την βάση για τις ποικίλες μορφές «έκδοσης» γυναικών.

Στην ουσία της, κάθε παραδοσιακή λατρεία αποσκοπούσε στην εκδήλωση της αληθινής παρουσίας ενός συγκεκριμένου υπεραισθητού όντος και στην λήψη της πνευματικής του επιρροής από ένα άτομο ή μια ομάδα. Αυτή η μεταβίβαση γινόταν μεσ’ από τελετουργίες, θυσίες και μυστήρια. Το σεξ, επίσης, χρησιμοποιείτο συστηματικά γι’ αυτό τον σκοπό σε διάφορους πολιτισμούς.

Μία από τις πιο τυπικές περιπτώσεις εμφανίζεται στα πλαίσια των μυστηρίων της Μεγάλης Θεάς, στα οποία οι ερωτικές πρακτικές αποσκοπούσαν στην επίκληση της θεϊκής θηλυκής αρχής και την αναζωογόνηση της παρουσίας της μέσα στην κοινότητα. Αυτός ήταν ένας από τους αληθινούς σκοπούς των τελετών της Ιεράς Πορνείας μέσα στους ναούς πολλών αφροδισιακών θεαινών του μεσογειακού κύκλου, όπως η Ιστάρ, η Μύλιττα, η Αναίτις, η Αφροδίτη, η Ιννίνι και η Ατάργατις.

Σε αυτές τις πρακτικές διακρίνουμε δύο διαφορετικές όψεις. Από τη μία μεριά, υπήρχε το έθιμο ότι κάθε κορίτσι που έφτανε στην εφηβεία έπρεπε πριν από την πρώτη νύχτα του γάμου του να δώσει την παρθενία του σε ένα ιερό τελετουργικό πλαίσιο και μόνο τότε της επιτρεπόταν να παντρευτεί, έτσι εισερχόταν στον ιερό περίβολο του ναού και προσφερόταν στον πρώτο ξένο ο οποίος θα έκανε μια συμβολική προσφορά και θα επικαλείτο, μέσω αυτής, την Μεγάλη Θεά. Από την άλλη μεριά, υπήρχαν ναοί οι οποίοι διέθεταν ένα θεσμοποιημένο σώμα σκλάβων του ναού οι οποίες ήσαν στην υπηρεσία της Θεάς. Αυτές οι ιέρειες ασκούσαν μια μορφή λατρείας που ο σύγχρονος κόσμος θα την ονόμαζε «πορνεία».

Το μυστήριο του σαρκικού έρωτα δοξαζόταν όχι σε μία τυπική και συμβολική τελετή αλλά σε ένα μαγικό, δραστικό τελετουργικό, προκειμένου να τροφοδοτήσει το ρεύμα του ψυχισμού το οποίο εκδηλωνόταν ως ιεροφάνεια της Θεάς και, ταυτόχρονα, να μεταβιβάσει στον άνδρα που έσμιγε με την ιέρεια την επιρροή ή την χάρη της Θεάς υπό την μορφή μυστηρίου. Αυτές οι νεαρές γυναίκες, που ονομάζονταν «παρθένοι» (παρθένοι ιεραί) «αγνές» ή «ευλογημένες» (καντίστου, μουτζίγκ, τζερμασίτου) εθεωρείτο πως ενσάρκωναν την Θεά και ήταν «φορείς» της Θεάς, από την οποία, στα ειδικά ερωτικά τους καθήκοντα, έπαιρναν το όνομά τους – Ισταρίτου. Η σεξουαλική πράξη την οποία με αυτόν τον τρόπο τελούσαν, είχε τόσο την γενική λειτουργία των θυσιών, οι οποίες αποσκοπούσαν στην επίκληση ή στην αναβίωση θεϊκών παρουσιών, όσο και μια λειτουργία δομικά ταυτόσημη με την Θεία Ευχαριστία.

Το τελετουργικό σεξ ήταν το μέσον της συμμετοχής του ανθρώπου στο sacrum, το οποίο σε αυτή την περίπτωση πήγαζε και κατευθυνόταν από την γυναίκα, επρόκειτο για μια τεχνική που αποσκοπούσε στο να έρθει ο άνθρωπος σε βιωματική σχέση με την Θεότητα και να την δεχθεί μέσα του. Το τραύμα της συνουσίας, με το ρήγμα στην ατομική συνείδηση που αυτό προκαλούσε, συνιστούσε μια εξαιρετικά ευνοϊκή συνθήκη για μία τέτοια επαφή.

Μια παρόμοια χρήση της γυναίκας, η οποία δεν περιοριζόταν στα μυστήρια της Μεγάλης Θεάς του αρχαίου μεσογειακού κόσμου, την συναντάμε επίσης στην Ανατολή. Η τελετουργική προσφορά των παρθένων, που ήταν θεσμός στους Ινδικούς ναούς του Jaggernaut, γινόταν για να «τροφοδοτήσει» την θεότητα, δηλαδή να προκαλέσει δραστικά την ιεροφάνεια της. Σε πολλές περιπτώσεις οι χορεύτριες είχαν τα ίδια ιερατικά καθήκοντα με τις σκλάβες του ναού της Ιστάρ και της Μύλλιτας και οι χοροί τους, κατάστικτοι από μούντρας, συμβολικές επικλητικές χειρονομίες, είχαν γενικά έναν ιερό χαρακτήρα. Το ίδιο και η «πορνεία» τους.

Ακόμα και οικογένειες με καλό όνομα, θεωρούσαν τιμή τους οι θυγατέρες τους να αφιερωθούν σε αυτήν την υπηρεσία του ναού από τα πολύ νεαρά τους χρόνια. Φέροντας το όνομα ντεβαντάσι, εθεωρούντο σύζυγοι του Θεού. Σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν οι φορείς του θηλυκού sacrum οι οποίες μυούσαν τους άνδρες στα μυστήρια της Θεάς, αλλά χρησίμευαν γενικά ως φωτιά στην σεξουαλική ένωση. Τα παραδοσιακά Ινδουιστικά κείμενα το θεωρούσαν αυτό ισοδύναμο με την θυσία στην φωτιά.

Υπάρχουν ακόμα λόγοι να πιστέψουμε ότι και έξω από αυτά τα λατρευτικά και θεσμικά πλαίσια, ο εταιρισμός, στην αρχαιότητα όπως και στην Ανατολή είχε πλευρές οι οποίες δεν ήταν απλώς κοσμικές, γιατί αυτές οι γυναίκες είχαν διδαχθεί πώς να μεταγγίζουν στην πράξη του έρωτα διαστάσεις οι οποίες σήμερα έχουν χαθεί. Η γνώση αυτού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε υπερβιολογική και λεπτή φυσιολογία ήταν βαθιά εδραιωμένη στις εταίρες της Άπω Ανατολής, οι οποίες συχνά σχημάτιζαν συντεχνίες, με δικά τους ερωτικά όπλα, συμβολικά εμβλήματα και αρχαίες παραδόσεις.

Σε πολλές περιπτώσεις η κοσμική «ερωτική τέχνη» γεννήθηκε ως προϊόν βαθμιαίου εκφυλισμού ορισμένων εξωτερικών χαρακτηριστικών μια ειδικής γνώσης η οποία βασιζόταν στην παραδοσιακή ιερατική σοφία δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το ενδεχόμενο ανάμεσα στις χειρονομίες οι οποίες επιδεικνύονται σε έργα όπως οι σαράντα οκτώ figurae Veneris του Forberg να είναι μερικές οι οποίες είχαν αρχικά το νόημα μούντρα, δηλαδή μαγικών και τελετουργικών χειρονομιών που χρησιμοποιούνταν κατά την σεξουαλική πράξη, δεδομένου ότι αυτές οι σημασίες έχουν διατηρηθεί ως και στις πρακτικές της σεξουαλικής μαγείας σε σύγχρονους μαγικούς μυστικούς κύκλους.

Εταίρες: Ιδιαίτερη και πολύ σπουδαία κατηγορία γυναικών αποτελούσαν οι εταίρες, ανώτερης τάξης πόρνες που δεν εκδίδοντο μαζικά, αλλά διατηρούσαν μακροχρόνιες σχέσεις με άνδρες, συχνά επιφανείς. Η σχέση των ανδρών αυτών μαζί τους, σε καμιά περίπτωση δεν στόχευε στην απλή σαρκική ικανοποίηση, αλλά σε ένα συνδυασμό ψυχαγωγίας σωματικής και ψυχικής μια και οι περισσότερες απ’ αυτές διέθεταν πνευματική καλλιέργεια και εξυπνάδα αρκετή, ώστε ακόμα και να ασκούν σημαντική επιρροή στους επιφανείς εραστές τους. Οι γνώσεις μουσικής, χορού και καλών τρόπων συμπεριφοράς, σε συνδυασμό με την ομορφιά και την χάρη, συχνά αποτελούσαν για τα κορίτσια τούτα το διαβατήριο προς μία πολυτελέστερη ζωή που στην Αθήνα τουλάχιστον κάποτε άγγιζε τα όρια της εξουσίας.

Πολλές και πικάντικες είναι οι ιστορίες που μαρτυρούνται για ορισμένα από τα πιο γνωστά ζευγάρια εταίρων με διάσημους άνδρες όπως ήταν η Ασπασία με τον Περικλή, η Λαϊδα με τον Απελλή, η Φρύνη με τον Υπερείδη, η Φρύνη με τον Πραξιτέλη, η Τιμάνδρα με τον Αλκιβιάδη, η Λεόντιον με τον Επίκουρο κ.α. Λεγόταν λοιπόν πως όταν ο Αλκιβιάδης θανατώθηκε από τους Τριάκοντα, ο μόνος άνθρωπος που τον περιποιήθηκε ήταν η εταίρα Τιμάνδρα, μια και η γυναίκα του Ιππαρέτη ήταν βαθιά δυσαρεστημένη από τις οργίλες απιστίες που της έκανε όσο ζούσε.

Κόρη της Τιμάνδρας ήταν και η πανέμορφή εταίρα Λαϊδα που την θαύμαζε ο ζωγράφος Απελλής και την ερωτεύθηκε τρελά ο φιλόσοφος Αρίστιππος ο Κυρηναίος. Δυστυχώς το τέλος της ήταν πολύ δυσάρεστο. Όταν κάποτε η ίδια ερωτεύθηκε, αποσύρθηκε στην Θεσσαλία, όπου όμως ο φθόνος των εκεί γυναικών προκάλεσε το θανάσιμο λιθοβολισμό της. Μια άλλη ξακουστή εταίρα ήταν ασφαλώς η Φρύνη, η σύντροφος του Πραξιτέλη. Ήταν τόσο όμορφη, ώστε ενέπνεε τον Αθηναίο γλύπτη στην φιλοτέχνηση των αγαλμάτων της Αφροδίτης κι απέκτησε τόσο πλούτο, ώστε έλεγαν γι’ αυτήν πως όταν ο Αλέξανδρος κατέστρεψε την Θήβα, η Φρύνη προσφέρθηκε να την ξαναχτίσει· δωρεά που δεν έγινε δεκτή από φόβο μήπως μια εταίρα αποτελέσει είδωλο και παράδειγμα για τις γυναίκες της περιοχής.

Όταν αυτή η περήφανη πανέμορφη γυναίκα έδειξε το κορμί της γυμνό μέσα στο δικαστήριο, αφηγείται ο Αθήναιος, οι συνήγοροί της δεν τόνισαν τόσο την αισθητική πλευρά της εγκόσμιας ομορφιάς της αλλά την ιερή και αφροδισιακή της πλευρά και «Οι δικαστές κατελήφθησαν από ιερό φόβο απέναντι στη θεότητα· δεν τόλμησαν να καταδικάσουν την προφήτιδα και ιέρεια της Αφροδίτης». Γυμνή εμφανίστηκε επίσης στους μυούμενους των Ελευσίνιων και αμέσως μετά στην Ποσειδωνιακή γιορτή των «Υδάτων» όπου η βαθιά, μαγική και ιλιγγιώδης όψη της γυναικείας γυμνότητας είναι αναμφίβολα αυτό που τονίζεται εδώ. Αρχικά τα καθήκοντα των εταιρών κάλυπταν τον συντονισμό και την οργάνωση των γυναικείων μυστηρίων, τα οποία ενεργοποιούσαν δυνατότητες της γυναίκας, είτε φυσικές είτε παραδοσιακά καλλιεργημένες, στο μέτρο που σε αυτές μπορούσε να πραγματώσει μια θεμελιώδη όψη της αρχής της οποίας αυτή η ίδια, ως ανθρώπινο ον, ήταν η ενσάρκωση, η εξατομίκευση και το ζωντανό σύμβολο του Θείου Έρωτα.

Φτάνουμε στην διασημότερη εταίρα της αρχαιότητας την Ασπασία, την εταίρα που περισσότερο απ’ όλες τις άλλες απασχόλησε πλήθος αρχαίων συγγραφέων. Καταγόταν από την Μίλητο της Μικράς Ασίας και από το 450/440 π.κ.ε. ζούσε ως μέτοικος στην Αθήνα. Αυτό ήταν και η αιτία που δεν μπόρεσε ποτέ να επισφραγίσει με γάμο την σχέση της με τον Περικλή, μια και σύμφωνα με νόμο που εφάρμοσε ο ίδιος, νόμιμοι ήταν μόνο οι γάμοι μεταξύ Αθηναίων πολιτών. Οι δυο τους παρέμειναν μαζί ισόβια, γεγονός που θα την χαρακτήριζε περισσότερο ως «παλλακίδα» παρά ως εταίρα, μια και μιλάμε για μια μόνιμη σύντροφο με την οποία μάλιστα απέκτησε ένα γιο.

Ο νεαρός Περικλής ως παιδί παράνομης σχέσης, κατάφερε ν’ αποκτήσει τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη μόνο με ειδικές ρυθμίσεις που επέβαλε ο πατέρας του. Χωρίς αμφιβολία η στάση του Περικλή εναντίον της Σάμου στην κόντρα της με την Μίλητο πυροδότησε απειράριθμα σχόλια σχετικά με την ερωτική επιρροή που ασκούσε επάνω στον ισχυρό άνδρα η αλλοδαπή παλλακίδα. Τι ήταν όμως αυτό που προκάλεσε τόσους συγγραφείς της αρχαιότητας ν’ ασχοληθούν μαζί της; Προφανώς δεν ήταν μόνο η ομορφιά, αλλά ο συνδυασμός της με την εξυπνάδα, την ισχυρή προσωπικότητα και κυρίως την μόρφωση που το εκτός Αθηνών περιβάλλον της επέτρεψε ν’ αποκτήσει.

Ο Δημοσθένης πολύ συνοπτικά κάνει το διαχωρισμό των ρόλων ανάμεσα στους διάφορους τύπους γυναικών. Λέει λοιπόν ότι «οι εταίρες προορίζονται για την ηδονή, οι παλλακίδες για τις καθημερινές σωματικές ανάγκες και οι σύζυγοι για την τεκνοποίηση νόμιμων παιδιών» Σε ποια από τις περιπτώσεις υπάρχει και μεγαλουργεί ο Θεός Έρωτας!! Μα στην πρώτη φυσικά, αφού ο Έρωτας είναι συνώνυμο της Ελευθερίας. Ναι, κάθε έννοια Ελευθερίας, ειδικά των γυναικών είναι δυσβάστακτη στα μηχανιστικά μυαλά.

ΕΡΩΤΑΣ Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ

Η γυναίκα (έρωτας, μήτρα, έμμηνα, θηλυκή ενέργεια) θεωρείται η Πύλη μέσω της οποίας μπορεί να εισέλθει κανείς είτε στην σφαίρα του θανάτου, είτε σε αυτή της ζωής. Με την πτώση, «η σεξουαλική ηδονή έγινε ο μαγνήτης που έλκει ακατάπαυστα τον άνδρα προς την γυναίκα, όχι για την κατάκτηση της ζωής (η οποία εξισώνει με τον Θεό) αλλά για την κατάκτηση του θανάτου (που εξισώνει με τον Σατανά) και η Εύα… έγινε το πεδίο της μάχης ανάμεσα στην ζωή και τον θάνατο» M. De. Naglowska «Lumiere du sexe»

Στο κρίσιμο σημείο αυτής της δοκιμασίας, ο άνδρας αντικρίζει και πάλι το άλλο του μισό και καλείται να βυθιστεί μέσα της, μέσα στο θηλυκό, για μία ακόμη φορά, όχι τώρα όμως για να μπει στον κύκλο του θανάτου και του γίγνεσθαι αλλά για να εγκαταλείψει αυτήν την σφαίρα και ν’ αποκτήσει επίγνωση του ΕΙΝΑΙ, αντί να διαλυθεί. Εδώ η γυναίκα παρουσιάζεται ως ή Θύρα των Ουρανών και είναι το ουσιώδες μέσον της απελευθέρωσης μέσω του μαγικού Έρωτα. Δεν θα μπορούσαν ποτέ να αφήσουν ανεξέλεγκτη μια τόσο Δυνατή Κοσμική Δύναμη όπως ο Έρωτας κι έτσι την εκφύλισαν, την διαστρέβλωσαν στην αγάπη και στο σεξ, για να μπορεί να γεμίζει το μαντρί υπηκόους και να μην βρίσκει ποτέ ο άνθρωπος το ΕΙΝΑΙ του, την αρχέγονη Θεία, Ερωτική, Αθάνατη Φύση του.

Η σεξουαλική μαγεία με την ακριβή, δηλαδή την πρακτική έννοια του όρου ορίζεται ως η ικανότητα να επιδρά κάποιος σε άλλους ανθρώπους ή στο περιβάλλον του σε βάση διαφορετική από εκείνη των φυσικών νόμων και της υλικής ή ψυχικής αιτιότητας. Από την μεταφυσική σκοπιά, εάν είναι αλήθεια ότι το μυστήριο του Τρία, ή της ανασύστασης του ενιαίου είναι με τον τρόπο που ορίζεται από την Δυάδα, τείνει να εκπληρωθεί μέσω του έρωτα, τότε μόνο ένα βήμα λείπει για να φτάσουμε στην θεωρία της μαγικής δύναμης. Εκείνο που παραλύει τον άνθρωπο από αυτήν την άποψη είναι η διχασμένη του ύπαρξη.

Ο χωρισμός των φύλων είναι μια ειδική μορφή εκδήλωσης της αρχής της Δυάδας, η οποία επίσης διέπει τον χωρισμό μεταξύ πνεύματος και φύσης, εγώ και μη εγώ. Αν μπορεί να υπάρξει εδώ μια μεταφυσική σχέση ταύτισης ή εξομοίωσης όπως το αναγνώριζε ο Σκώτος Εριγένης, τότε είναι εξίσου πιθανή μια σχέση ανάμεσα στην εμπειρία της υπέρβασης μέσω του φύλου και σε μια μη δυαδική κατάσταση η οποία επιτρέπει μιαν ασυνήθιστη και υπερφυσική δράση πάνω στο μη εγώ, στην εξωτερική μήτρα των γεγονότων. Να θυμηθούμε ότι στην κλασική πλατωνική εκδοχή του μύθου του αρχικού ΑΝΔΡΟΓΥΝΟΥ, το πλάσμα εκείνο πριν διαιρεθεί από τον Δία είχε μια τρομακτική Θεοκτόνα Δύναμη που την έτρεμαν οι Θεοί. Αυτή η ολότητα, η ένωση του δυισμού γίνεται μέσω τις ερωτικής ένωσης των ψυχών. Μόνο που δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι ψυχή (δεν διαθέτουν το κατάλληλο DNA) κι έτσι ξεπέφτουν σε παγίδες του κατώτατου ζωώδους εαυτού, όπως θα δούμε παρακάτω.

Ο Aleister Crowley πέθανε το 1947 μετά από μια πολυτάραχη και περιπετειώδη ζωή με την σκόπιμη μυστικοποίηση κι ένα επιδεικτικό «σατανισμό». Ο Crowley ήθελε να τον αποκαλούν το Μεγάλο Θηρίο 666 και ο όρκος του προσήλυτου ήταν:

«Εγώ [όνομα] στην παρουσία του Θηρίου 666, αφιερώνω επισήμως τον εαυτό μου στο Μέγα Έργο, που είναι να ανακαλύψω την αληθινή μου θέληση και να την πραγματώσω. Ο έρωτας είναι ο νόμος, ο έρωτας υποταγμένος στην θέληση»

Ο Crowley έκανε μια συλλογή «μυήσεων», είχε πιθανότατα αληθινές επαφές μ’ ένα είδος Άραβα γιόγκι, τον Σολιμάν Μπεν Αϊφά και με δύο Ινδούς εκπροσώπους της «Ταντρικής Οδού της Αριστεράς Χειρός» τον Μπριμάσεν Πρατάμπ και τον Σρι Αγκάμια Παραμχάμσα. Πέρα από τα σκοπίμως «σατανικά» παγανιστικά και εσκεμμένα σκανδαλιστικά στοιχεία, ο λεγόμενος «Νόμος του Θελήματος» τον οποίον ασπαζόταν ο Crowley ήταν στην πραγματικότητα κοπιαρισμένος από τον μαγικό Ταντρισμό. Σύνθημά του ήταν «Ο έρωτας είναι ο νόμος, ο έρωτας υποταγμένος στην θέληση».

«Έρωτας» εδώ σήμαινε το σαρκικό σεξ (καμία σχέση με τον Έρωτα Ψυχή και Πνεύμα) και σκοπός ήταν να ανακαλύψει κανείς την πραγματική του φύση μέσα από ειδικές ακόλαστες ερωτικές εμπειρίες. Σχεδίαζε μια θρησκεία της σεξουαλικότητας στην οποία προσέθετε μια ιδέα θανάτου ως μυητικής δοκιμασίας. Το σύμπλεγμα «σεξ- θανάτου» παρουσιάζεται και πάλι εδώ σύμφωνα με τις αξίες του μονοπατιού της μαγικής Αφροδίτης. Ο Crowley μιλούσε επίσης για δηλητήρια που πρέπει να μεταστοιχειωθούν σε θείες τροφές, ωθούσε τους μυημένους ν’ αναζητήσουν εκείνα τα πράγματα που ήταν γι’ αυτούς δηλητήρια -κάποτε ισχυρά δηλητήρια- προκειμένου να τα αφομοιώσουν μέσω του έρωτα, με σκοπό να καταστρέφουν τα «συμπλέγματα» στην ίδια τους την φύση.

Γενικά, ο σκοπός ήταν να υπερβαθεί η ένταση της Δυάδας μέσα από τον γάμο των αντιθέτων και να επέλθει μια αλυσίδα ολοκληρώσεων της ανθρώπινης φύσης μέσω «διαδοχικών ζευγαρωμάτων» σε όλα τα δυνατά επίπεδα του είναι. (Αυτό μοιάζει με τις υπερφυσικές ενώσεις που αναφέρουν ο Παράκελσος και ο Kremmertz). Ο Crowley έγραφε ότι αποτελούμαστε από διαφορετικά και αντιτιθέμενα πράγματα και πρέπει να τα υποχρεώσουμε να ενωθούν σε ένα και μόνο πράγμα· κάθε ένωση είναι εκστατική επειδή σε αυτήν το κατώτερο στοιχείο διαλύεται μέσα στο ανώτερο. Κάθε σεξουαλική ένωση έχει σκοπό να διαλύσει ένα υλικότερο σύμπλεγμα και να δημιουργήσει ένα περισσότερο εξυψωμένο: αυτός είναι και ο δρόμος του «έρωτα» που οδηγεί από έκσταση σε έκσταση.

Η αρχή του Crowley, ότι όσο μεγαλύτερη είναι η πόλωση, τόσο πιο άγρια είναι η δύναμη του μαγνητισμού και η ποσότητα της ενέργειας που ελευθερώνεται από την συνουσία, φαίνεται ότι είχε μια ειδική εφαρμογή στην χρήση της σεξουαλικότητας γιατί στο ίδιο απόσπασμα αναφέρει τις αρνητικές συνέπειες τις οποίες έχει για τον άνδρα η ερωτική πρόσδεση σε μία και μόνη γυναίκα.

Ο Crowley υποδείκνυε τις γυναίκες και τα ναρκωτικά ως μέσα για να επιφέρει κανείς ρωγμές ή ανοίγματα στην κοινή συνείδηση και να εμπλακεί σε πραγματικές ή επικλητικές σχέσεις με υπεραισθητά όντα. Ο Symonds, ο βιογράφος του Crowley, αναφέρει:

«Το σεξ έγινε γι’ αυτόν το μέσο για να φτάσει τον Θεό. Ήταν το όχημα της ιεροποίησής του… Τελούσε την σεξουαλική πράξη όχι για να πάρει συγκινησιακή ανακούφιση ούτε βέβαια γι’ αναπαραγωγικούς σκοπούς, αλλά για να προκαλέσει ένα καινούργιο ρεύμα, να ανανεώσει την δύναμή του… Στα μάτια του κάθε σεξουαλική πράξη ήταν μια ιερή μαγική τελετή, ένα μυστήριο, ένα παρατεταμένο όργιο προς τιμήν του μεγάλου θεού Πανός, όλα στην θαυμαστή τους τάξη και αναλογία».

«Opus» ήταν η λέξη που χρησιμοποιούσε ο Crowley για την σεξουαλική πράξη, αναφερόμενος στην ερμητική ιδέα του Opus Magnum [το «Μέγα Έργο»] μέρος του οποίου θεωρούσε την πράξη του. Στο αποκορύφωμα αυτού του «Έργου» της σεξουαλικής εμπειρίας, επιτυγχάνοντας μια συνειδησιακή ρήξη επιπέδου, βρισκόταν μερικές φορές «πρόσωπο με πρόσωπο με τους θεούς». «Πράξη εντατική και παρατεινόμενη. Πολλαπλός οργασμός… Οι θεοί καθαρά οραματισμένοι και ζωντανοί».

Υπάρχει η υποψία πως η ομοφυλοφιλική σεξουαλική μαγεία του Crowley δεν ήταν τόσο μια αληθινή τεχνική αλλά μάλλον οφειλόταν στις έμφυτες προσωπικές του προδιαθέσεις, μέσω της οποίας ο σεξουαλικός οργασμός (όπως άλλωστε και η επίδραση των παραισθησιογόνων) οδηγούσε σε άνοιγμα της συνείδησης στο υπεραισθητό. Εν τοιαύτη περιπτώσει πρέπει να προϋπέθετε κάτι παρόμοιο, μια εξαιρετική, προσωπική, ψυχική προδιάθεση και στις θηλυκές του συντρόφους. Η χρήση τέτοιων συντρόφων ακόμη και ως πανίσχυρων μέντιουμ -πράγμα που θυμίζει τις πρακτικές του Καλιόστρο και του Kremmerz- φαίνεται πως ήταν κάτι το συνηθισμένο.

Στην πραγματικότητα, αναφέρονται γυναίκες στις οποίες μια ξέφρενη σχεδόν ερωτική κατάσταση έδινε την θέση της, εντελώς ξαφνικά και χωρίς κάποιο προφανές σημείο, σε μια βαθιά γαλήνη δύσκολα διακρινόμενη από την προφητική έκσταση, κατά την οποία άρχιζαν να περιγράφουν τα οράματά τους. Αλλά η τεχνική που συχνότερα αναφέρεται είναι αναμφίβολα αυτή της υπερβολής, μέσ’ από τον πόνο ή την ηδονή, το σεξ ή την νάρκωση, ήταν απαραίτητο η κατάσταση να οδηγηθεί ως τα ακρότερα όρια της εξάντλησης που ήταν συμβατά με την επιβίωση. Το μαγικό στιλέτο, που χρησιμοποιούσε μαζί με όλα τα υπόλοιπα παραφερνάλια (εμβλήματα, επικλητικές φόρμουλες, πεντάλφες, μανδύες, κοκ.), συμβόλιζε την ετοιμότητα να θυσιάσει τα πάντα.

Στην απόκρυφη τελετή του ΟΤΟ, που είχε τον τίτλο De arte magica, συναντάμε στο άρθρο IV μία αναφορά στον «θάνατο μέσα στον οργασμό», τον αποκαλούμενο morsjusti. Το όριο της εξάντλησης και της παραφοράς ή του ακραίου ιλίγγου υποδεικνυόταν ταυτόχρονα ως η στιγμή της μαγικής κάθαρσης του νου, της πανίσχυρης έκστασης στον άνδρα όσο και στην γυναίκα.

Ο Crowley συμμεριζόταν την ιδέα πως η σεξουαλική μαγεία, αν δεν θέλουμε να μας οδηγήσει στην απώλεια και την κατερείπωση, προϋποθέτει μια ειδική ενδυνάμωση της βούλησης και μια ειδική πρακτική ασκητισμού· ο ίδιος έλεγε ότι είχε δοκιμάσει τα πάντα, ακόμη και τα πιο αποκρουστικά πράγματα για την φύση του και είχε αναμετρηθεί με την δύναμη ναρκωτικών ικανών να αλλάξουν το πεπρωμένο της ζωής του και να προκαλέσουν βαριές βλάβες στο σώμα του. Είχε κυριαρχήσει σε κάθε έξη του πνεύματός του και θέσει στον εαυτό του έναν κώδικα ηθικής αυστηρότερο απ’ οποιουδήποτε άλλου στον κόσμο, παρ’ όλο που είχε απόλυτη ελευθερία απέναντι σε κάθε συγκεκριμένο κώδικα συμπεριφοράς.

Αλλά εάν ο Crowley τελείωσε την ζωή του στα εβδομήντα δυο με όλες του τις ικανότητες άθικτες, ακούμε για άλλους οι οποίοι είχαν επαφές μαζί του και κυρίως γυναίκες, που τελείωσαν την ζωή τους σε ψυχιατρεία ή οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία και αυτό επιβεβαιώνει όσα οι μυστικές παραδόσεις διδάσκουν για τους κινδύνους της «Οδού της Αριστερός Χειρός». Ειδικά μέσ’ από την χρήση παραισθησιογόνων (αλλά το ίδιο ισχύει και για την χρήση των γυναικών) ο Crowley διείδε, ωστόσο, τον κίνδυνο να εξαρτηθεί. Έλεγε ότι τα παραισθησιογόνα πρέπει να είναι τροφή των «ισχυρών και βασιλικών ανδρών». Αλλά υπάρχει και πάλι το ενδεχόμενο τέτοιοι άνδρες να μην μπορούν να στερήσουν τον εαυτό τους από μια τέτοια τροφή, γιατί ακόμη και αν χρησιμοποιούμε τα παραισθησιογόνα ως μέσο για να επιτύχουμε επαφές με το υπεραισθητό, μπορούμε επίσης να γίνουμε δούλοι τους.

Το γεγονός ότι αυτά είχαν στον Crowley και σε ορισμένους από τους οπαδούς του, τις ίδιες συνέπειες που είχαν τα «ιερά φίλτρα» της αρχαιότητας ή τα μίγματα που χρησιμοποιούνταν στις εμπειρίες του Σαββάτου, οφειλόταν όχι μόνο στον τελετουργικό παράγοντα και τον πιθανό του δεσμό με κάποια αληθινή μυητική αλυσίδα, αλλά οπωσδήποτε και στην ιδιαίτερη χαρακτηροδομή του.

ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΙΟ ΕΡΩΤΑ ΣΤΗΝ ΣΑΒΟΥΡΟΠΟΙΗΣΗ

«Όσο προχωρά κανείς τόσο πιο εύκολος και γλυκός γίνεται ο δρόμος του· υποχρεώνεται πρώτα να είναι υπάκουος (=υπήκοος) γλυκός, καλός κι ύστερα συνηθίζει τόσο πολύ σε αυτά, που δεν του στοιχίζει τίποτα πια το να υπακούει» Comtesse De Segur

[…] Θέλω να γράψω για τους ανθρώπους που αγαπώ και να τους τοποθετήσω σε έναν μυθιστορηματικό κόσμο επινοημένο από εμένα τον ίδιο· κι όχι στον κόσμο στον οποίο ζούμε, γιατί αυτός ο κόσμος δεν ανταποκρίνεται στα δεδομένα μου. Μήπως λοιπόν θα έπρεπε να αναθεωρήσω τα δεδομένα μου; Μήπως θα έπρεπε να ενδώσω στην πραγματικότητα; Ποτέ μου δεν ενέδωσα στην πραγματικότητα. Αυτό ακριβώς είναι και η επιστημονική φαντασία. Αν θέλεις να ενδώσεις στην πραγματικότητα, πήγαινε και διάβασε Φίλιπ Ροθ. Διάβασε τους συγγραφείς του νεοϋορκέζικου κατεστημένου που δημοσιεύουν το ένα μπεστ σέλερ μετά το άλλο. Όμως διαβάζεις επιστημονική φαντασία, κι εγώ γράφω για σένα. Γράφω για σένα και για να δείξω μέσα από τα γραπτά μου τι αγαπώ (τους φίλους μου) και τι μισώ (όσα άσχημα τους συμβαίνουν). Γράφω για μας. Γράφω, εντέλει, για να προκαλέσω το γέλιο. Γιατί η κατάστασή μας, η ανθρώπινη κατάσταση, δεν είναι σε τελική ανάλυση ούτε ζοφερή ούτε χωρίς νόημα, αλλά αστεία. Πώς αλλιώς να την δεις; Οι πιο σοφοί άνθρωποι είναι οι κλόουν, όπως ο Χάρπο Μαρξ, (The Marx Brothers) που δεν μιλούν. Θυμηθείτε, ο Χάρπο μπορούσε να μιλήσει, αλλά δεν το έκανε. Ίσως δεν είχε τίποτα να πει, τα πάντα είχαν ήδη ειπωθεί ή ίσως αν μιλούσε να μας έδειχνε κάτι τρομερό, κάτι που δεν είχαμε αντιληφθεί ως τότε […] Φίλιπ Ντικ, ένας άνθρωπος πολύ ανθρώπινος για να προσποιηθεί κάτι άλλο από αυτό που ήταν.

Ο προγραμματισμός των ανδροειδών στους φουτουριστικούς όσο και τρομακτικά αληθινούς κόσμου του, όπως δηλώνει με το συνολικό έργο του ο Ντικ, δεν διαφέρει και πολύ από τον προγραμματισμό και την υποτέλεια των σύγχρονων ανθρώπινων ζώων στις πολιτισμένες τσιμεντουπόλεις τους. Παράλληλα, όσο πιο τεχνολογική γίνεται μια ανώριμη κι αδιάφορη κοινωνία, τόσο εντείνεται η υβριδοποίηση των πάντων· με την αυξανόμενη σύμμειξη οργανικού και μηχανικού, όπου κάθε υποψία διάκρισης, κάθε δυισμός (κι ο Έρως είναι κατ εξοχή δυικός) δυσχεραίνεται κι εξαφανίζεται.

Αν προσθέσουμε την γενικευμένη παράνοια, την μοναξιά και την αποξένωση, την αυξημένη εντροπία («σαβουροποίηση» την ονομάζει ο Ντικ) που καταρρίπτει κάθε σχέδιο απόλυτου εξορθολογισμού του κόσμου, την μονοπωλιακή γιγάντωση των πολυεθνικών εταιρειών, εις βάρος όλων, ακόμα κι εκτός Γης (θέμα με το οποίο ασχολήθηκε και το κυβερνοπάνκ, από την δεκαετία του 1970) τότε έχουμε μια συνολικότερη εικόνα της προβληματικής κάθε λογικού ανθρώπου, σχετικά με τον δυσώδη, στρεβλό, δυστοπικό περιβάλλον που καλείται να γλιστρήσει το ανθρώπινο ζώο. Μελετώντας τον Ντικ και τους κόσμους της φαντασίας, ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε φαντάζει τόσο εξωπραγματικός που …πονούν τα σωθικά μου. Που βρίσκεται κρυμμένη η Ελπίδα για τον άνθρωπο, πως θα μπορέσει να ανατρέψει αυτήν την έξωθεν επιβεβλημένη πραγματικότητα, που ούτε πραγματική είναι, ούτε καν υποφερτή ή ανθρώπινη.

Ο Μισέλ Πωλ Φουκώ στο δοκίμιο η «ιστορία της σεξουαλικότητας» περιγράφει με οξυδερκή τρόπο την καταπίεση και την ελευθέρια, παρότρυνση της σεξουαλικότητας με σκοπό τον έλεγχο από την βιοεξουσία και με ποιόν τρόπο μπορεί να επέλθει μια αντίσταση των σωμάτων σε αυτήν την βιοεξουσία.

«Ανάμεσα στην εξουσία και στο σεξ δεν καθιερώνεται ποτέ σχέση, παρά μονάχα με τρόπο αρνητικό: απόρριψη, αποκλεισμός, άρνηση, φραγμός ή ακόμα απόκρυψη ή προσωπείο. Η εξουσία δεν έχει την δύναμη ούτε την ικανότητα να κάνει τίποτε στο σεξ και στις ηδονές, εκτός από το να του λέει ΟΧΙ. Αν φτιάχνει κάτι, είναι απουσίες και κενά. Εξαφανίζει στοιχεία, εισάγει ασυνέχειες, χωρίζει ότι είναι ενωμένο, χαράζει σύνορα. Οι ενέργειες της παίρνουν την γενική μορφή του ορίου και της έλλειψης. Η εξουσία είναι, βασικά, εκείνο που υπαγορεύει στο σεξ τον νόμο του. Πράγμα που σημαίνει πρώτα-πρώτα ότι το σεξ βρίσκεται τοποθετημένο απ’ αυτήν κάτω από ένα καθεστώς δυαδικό: θεμιτό και αθέμιτο, επιτρεπόμενο και απαγορευμένο. Πράγμα που σημαίνει, παραπέρα, ότι η εξουσία ορίζει στο σεξ μια “τάξη” που λειτουργεί ταυτόχρονα σαν μορφή νοητότητας: το σεξ αποκρυπτογραφείται με βάση την σχέση του προς το νόμο. Πράγμα που σημαίνει, τέλος, ότι η εξουσία δρα ορίζοντας τον κανόνα: η ενέργεια της εξουσίας πάνω στο σεξ γίνεται με την γλώσσα ή μάλλον με μια πράξη Λόγου που, απ’ αυτό το ίδιο το γεγονός ότι εκφέρεται, δημιουργεί μια κατάσταση δικαίου.

Μιλάει και είναι ο κανόνας. Την καθαρή μορφή εξουσίας τη βρίσκει κανείς στο λειτούργημα του νομοθέτη. Και ο τρόπος ενέργειάς της αναφορικά προς το σεξ είναι νομικο-διασκεπτικού τύπου. Δεν θα πλησιάσεις, δεν θ’ αγγίξεις, δεν θα αναλώσεις, δεν θα δοκιμάσεις ηδονή, δεν θα μιλήσεις, δεν θα φανείς. Σε τελευταία ανάλυση, δεν θα υπάρχεις παρά μόνο στην σκιά και στην μυστικότητα. Πάνω στο σεξ, η εξουσία εφαρμόζει μόνο ένα νόμο απαγορευτικό. Σκοπός της είναι ν’ απαρνηθεί το σεξ τον εαυτό του.

Μέσα της η απειλή της τιμωρίας που δεν είναι άλλη από την εξάλειψή του. Απαρνήσου τον εαυτό σου, αλλιώς βγαίνεις από την μέση. Μην εμφανίζεσαι, αν δεν θες να εξαφανιστείς. Η ύπαρξη σου δεν θα διατηρηθεί παρά μόνο με το τίμημα της εκμηδένισης της. Η εξουσία δεν περιορίζει το σεξ, παρά με μια απαγόρευση που παίζει με την εναλλαγή ανάμεσα σε δυό ανυπαρξίες. Αυτή η απαγόρευση υποτίθεται ότι παίρνει τρεις μορφές: να βεβαιώνει πως αυτό δεν επιτρέπεται, να εμποδίζει αυτό να ειπωθεί, να αρνιέται ότι αυτό υπάρχει»

ΚΕΡΑΥΝΟΒΟΛΗΜΑ -Η ΦΛΟΓΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

«Εκείνος που μπορεί να διακρίνει που ακριβώς αρχίζει η ψυχή και που τελειώνει η σάρκα δεν γνωρίζει τι είναι έρωτας»

Είναι γνωστή η εικόνα του Stendhal γύρω απ’ αυτό που ονόμαζε «αποκρυστάλλωση του έρωτα» Όπως μερικές φορές τα γυμνά κλαδιά ενός δένδρου εμφανίζονται στεφανωμένα με κρύσταλλα μέσα στην αλμυρή ατμόσφαιρα του Στρασβούργου, έτσι και η επιθυμία του εραστή, όταν συγκεντρώνεται στην εικόνα της αγαπημένης του, κρυσταλλώνει, κατά κάποιο τρόπο, μια αύρα αποτελούμενη από κάθε είδους ψυχικά φαινόμενα.

Αυτό που από μιαν αντικειμενική σκοπιά ονομάζουμε μαγνητική γοητεία, με ψυχολογικούς όρους μπορεί να αποδοθεί ως αποκρυστάλλωση, μονοϊδεασμός ή ενσφηνωμένη εικόνα. Αυτή η τελευταία παίζει πολύ ουσιώδη ρόλο σε κάθε ερωτική σχέση. Ο ένας καταλαμβάνεται περισσότερο ή λιγότερο έμμονα απ’ την σκέψη του άλλου κατά τρόπο που μοιάζει με περιορισμένη σχιζοφρένεια (η οποία εκφράζεται με φράσεις όπως «είμαι τρελός για σένα», «τρελά ερωτευμένος» κτλ). Αυτό το φαινόμενο νοητικής συγκέντρωσης, όπως είπε αρκετά εύστοχα ο Pin, «συνιστά ένα σχεδόν αυτοματικό γεγονός, εντελώς ανεξάρτητο από την προσωπικότητα και την βούληση. Καθένας ο οποίος ερωτεύεται, με ασθενική θέληση ή ενεργητικός, αργόσχολος ή δραστήριος, ανυποψίαστος ή γνώστης, φτωχός ή πλούσιος, αισθάνεται ότι μια ορισμένη στιγμή η σκέψη του είναι κυριολεκτικά αλυσοδεμένη σ’ ένα συγκεκριμένο πρόσωπο χωρίς καμία δυνατότητα απόδρασης.

Στο Επιψυχίδιον ο Shelley έγραφε «Κοίταξε εκεί όπου μια θνητή θεϊκή μορφή αναδύεται, ζωή, έρωτας και φως της ανήκουν και μία κίνηση που μπορεί να μεταμορφωθεί μα όχι και να σβηστεί, εικόνα μιας φλογερής αιωνιότητας».

Υπάρχει μια συνέχεια ανάμεσα σε ό,τι συμβαίνει σε έναν ορισμένο βαθμό στον ισχυρό κοσμικό έρωτα και σ’ εκείνο το οποίο ανήκει στην περιοχή της ιερής και μυστικής επίκλησης. Ονομάστηκε αρκετά εύστοχα «κεραυνοβόλημα» ερωτική αναλαμπή και ανδρογυνικό κλείσιμο του κύκλου που έχει την δύναμη να μας μεταφέρει πέρα, σε μια υψηλότερη θεϊκή συνείδηση, όπως ακριβώς ορισμένες μυήσεις.

Ο Carpenter το εκφράζει πολύ εύστοχα: «Ο νεαρός άνδρας κοιτάζει το κορίτσι μπορεί να είναι ένα συνηθισμένο πρόσωπο, μια τυχαία φιγούρα με την πιο κοινή προέλευση. Αλλά τα πράγματα προχωρούν το δρόμο τους. Μια ανάμνηση, μια συγκεχυμένη εικόνα ξυπνάει. Το εξωτερικό, θνητό πρόσωπο διαποτίζεται από το εσωτερικό και αθάνατο και τότε μία λαμπρή και ένδοξη μορφή αναδύεται μέσα στην συνείδηση η οποία δεν ανήκει σ’ αυτόν τον κόσμο. Η αφύπνιση αυτής της εικόνας μεθάει τον άνδρα και φωτοβολεί και φλέγεται μέσα τον. Μια θεά, ίσως η ίδια η Αφροδίτη, στέκει στο ιερό της τέμπλο· ένα αίσθημα μεγαλείου και φρίκης τον διαπερνάει και ο κόσμος μεταμορφώνεται γι’ αυτόν. Έρχεται σ’ επαφή με την απόλυτα αληθινή παρουσία μιας δύναμης και νιώθει αυτήν την απέραντη ζωή μέσα του, υποκειμενική και την ίδια στιγμή τόσο αντικειμενική.

Στην πραγματικότητα, είναι επίσης φανερό ότι αυτή η γυναίκα, η θνητή γυναίκα που του ξύπνησε ένα τέτοιο όραμα, έχει μαζί του ένα στενό δεσμό που είναι κάτι περισσότερο από μια απλή μάσκα ή μια κενή φόρμουλα η οποία προκαλεί στην ψυχή του αυτό το όραμα. Μέσα της, όπως και μέσα στον άνδρα, ενεργούν βαθιές ασυνείδητες δυνάμεις, και αυτή η εκστατική εμφάνιση του ιδεώδους στον άνδρα συνδέεται με την δύναμη η οποία (σαν ένα αντικειμενικό αρχέτυπο) έχει τόσο ακαταμάχητα δράσει μέσα στην κληρονομικότητα της γυναίκας συμβάλλοντας στον σχηματισμό της μορφής της, της εικόνας της.

Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει που η μορφή της του το θυμίζει. Στην πραγματικότητα, όταν ο άνδρας κοιτάζει μέσα στα μάτια της, βλέπει μια ζωή βαθύτερη απ’ όσο μπορεί εκείνη να συνειδητοποιήσει και η οποία του ανήκει εξίσου, μια αιώνια, θαυμαστή ζωή. Εκείνο που είναι αθάνατο μέσα του αντικρίζει εκείνο που είναι αθάνατο μέσα της και οι Θεοί κατεβαίνουν για να σμίξουν μαζί τους»

©Ηώ Αναγνώστου