
Ο Όργουελ και ο Χάξλεϊ είναι δύο συγγραφείς που έχουν συζητηθεί όσο λίγοι τις τελευταίες δεκαετίες και αυτό γιατί μέσω του έργου τους διείσδυσαν στον κόσμο του μέλλοντος με τρόπο προφητικό. Η ανθρωπότητα μάλιστα φροντίζει να τους δείξει ότι τους αναγνωρίζει αυτό που έκαναν, γι αυτό και ανά τακτά χρονικά διαστήματα στρέφεται στα βιβλία τους, στα οποία πλάι φιγουράρει συχνά η φράση «πιο επίκαιρα από ποτέ».
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τις αποκαλύψεις Σνόουντεν για το πρόγραμμα παρακολούθησης Prism, από την Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ, το μυθιστόρημα «1984» του Οργουελ ανέβηκε στις πρώτες θέσεις της λίστας με τα βιβλία που πούλησαν τα περισσότερα αντίτυπα στο Amazon.
Ανάλογο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε και για τον «Θαυμαστό, καινούριο κόσμο» του Χάξλεϊ.
Ποιοι ήταν όμως οι δύο συγγραφείς που είδαν το μέλλον πιο διεισδυτικά ακόμα και από τους ανθρώπους που ζουν σε αυτό;
O Τζορτζ Οργουελ (το πραγματικό του όνομα ήταν Έρικ Άρθουρ) γεννήθηκε στο Μοτιάρι της Ινδίας το 1903, γιος κατώτερου διοικητικού υπαλλήλου και η οικογένειά του επέστρεψε στην Αγγλία το 1911.
Τα χρόνια 1917-1921 σπούδασε υπότροφος στο Ήτον, όπου πρωτοδημοσίευσε κείμενά του σε περιοδικά. Το 1922 διορίστηκε αξιωματούχος στην αστυνομία της Βιρμανίας, απ’ όπου παραιτήθηκε έξι χρόνια μετά, αμφισβητώντας το ρόλο του στην αποικιακή διοίκηση, την οποία οι ντόπιοι δεν αποδέχτηκαν ποτέ. Έκτοτε έζησε για καιρό φτωχική ζωή στο Παρίσι και το Λονδίνο, αλλάζοντας περιστασιακά επαγγέλματα και συναναστρεφόμενος με περιθωριακούς. Επρόκειτο για μια συνειδητή από μέρους του απόρριψη του αστικού τρόπου ζωής, που συνοδεύτηκε από την πολιτική του ωρίμανση. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του αναρχικό.
Από τις κορυφαίες στιγμές της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στον Ισπανικό Εμφύλιο. Στρατευμένος αρχικά στην δημοκρατική πολιτοφυλακή, πολέμησε και τραυματίστηκε, για να συγκρουστεί αργότερα και με τους κομμουνιστές.
Με την έκρηξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου τοποθετήθηκε διευθυντής της Ινδικής Υπηρεσίας του BBC, απ’ όπου αποχώρησε το 1943. Ως λογοτεχνικός συντάκτης, εν συνεχεία, στην εφημερίδα Tribune, διαμόρφωσε πολιτικές θέσεις με σοσιαλιστική κατεύθυνση, διαφοροποιημένος ωστόσο από την επίσημη γραμμή των Εργατικών. Στην περίοδο αυτή ανήκουν μερικά από τα καλύτερα δοκίμιά του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραψε τα δύο βιβλία που του χάρισαν την μεγάλη του φήμη. Το 1944 ολοκλήρωσε την Φάρμα των Ζώων, πολιτική αλληγορία εμπνευσμένη από την Ρωσική Επανάσταση και την σταλινική περίοδο της ΕΣΣΔ. Το βιβλίο τον έκανε πλούσιο και διάσημο.
Το 1949 κυκλοφόρησε το τελευταίο του έργο, το περίφημο 1984, κορυφαία ίσως στιγμή του συγγραφέα και πολιτικού στοχαστή. Με την δράση τοποθετημένη στο μελλοντικό τότε έτος 1984, σκιαγραφεί αριστουργηματικά όσο και εφιαλτικά το ολοκληρωτικό αστυνομικό κράτος, όπου τα πάντα εξελίσσονται υπό την παρακολούθηση του Μεγάλου Αδελφού.
Παρότι ο Όργουελ ήταν αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων, η απέχθεια του απέναντι σε όλες τις μορφές ολοκληρωτισμού (και ιδιαίτερα απέναντι στον σταλινισμό), ήταν ευδιάκριτη. Φοβούμενος ότι μέλη του βρετανικού Εργατικού Κόμματος τρέφουν φιλοσοβιετικά αισθήματα ή παρακινούμενος από αισθήματα για νεαρή που δούλευε για τις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας, κατέθεσε στο Τμήμα Ερευνών Πληροφοριών, παρακλάδι του Υπουργείου Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, λίστα με 38 (ή 135) ονόματα στα οποία συμπεριλαμβανόταν επιφανείς προσωπικότητες όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν.
Μετά τον θάνατο της Αϊλίν το 1945, ο Όργουελ περιέπεσε σε περίοδο μοναξιάς. Τον Δεκέμβριο του 1947, οι γιατροί διέγνωσαν πως έπασχε από φυματίωση. Η κατάσταση της υγείας του χειροτέρεψε πολύ έντονα. Τον Οκτώβριο του 1949, ενώ ήταν βαριά άρρωστος, νυμφεύθηκε την Σόνια Μπρονέλ, γραμματέα του φίλου του Σίριλ Κόνολι.
Ο Τζορτζ Όργουελ πέθανε από πνευμονική αιμορραγία στο Νοσοκομείο του Γιουνιβέρσιτι Κόλετζ του Λονδίνου τον Ιανουάριο του 1950, σε ηλικία 46 ετών.Λίγο πριν τον θάνατό του, ο λογοτέχνης απαγόρευσε ρητά την συγγραφή της βιογραφίας του, κάτι που τελικά δεν τηρήθηκε από τους πολυάριθμους βιογράφους του.
Το 1958 η χήρα του Σόνια, σε συνεργασία με τον Ίαν Άνγκους, επιμελήθηκε και εξέδωσε σε τέσσερις ογκώδεις τόμους το σύνολο σχεδόν των δοκιμίων, άρθρων, βιβλιοκρισιών, επιστολών και ημερολογίων που κρατούσε κατά καιρούς ο Όργουελ.
Ο Άλντους Χάξλεϋ γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1894 στο Ηνωμένο Βασίλειο και πέθανε στις 22 Νοεμβρίου του 1963 σε ηλικία 69 ετών. Ο Άλντους Χάξλεϋ γεννήθηκε στο Godalming στην επαρχία Surrey της Αγγλίας. Η οικογένειά του παρουσιάζει γενικότερο ενδιαφέρον γιατί από τους κόλπους της αναδείχτηκαν πολλοί αξιόλογοι επιστήμονες, γιατροί, λογοτέχνες και εκπαιδευτικοί. Παππούς του ήταν ο διάσημος Τόμας Χάξλεϋ βιολόγος και αγνωστικιστής ο οποίος υπήρξε και ενεργός υποστηρικτής του Δαρβίνου, εξ ου και το παρατσούκλι του “το μπουλντόγκ του Δαρβίνου” (Darwin’s Bulldog).
Ο Άλντους ήταν το τρίτο παιδί του Λέοναρντ Χάξλεϋ και της Τζούλια Άρνολντ. Ο πατέρας του ήταν συγγραφέας και εκδότης του περιοδικού “Cornhill Magazine”. Η μητέρα του εκπαιδευτικός η οποία το 1902 ίδρυσε το σχολείο Prior’s Field School. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Τζούλιαν Χάξλεϋ (γεν. 1887), ήταν βιολόγος, φιλόσοφος, εκπαιδευτικός και συγγραφέας που συνέβαλε στην ανάπτυξη της Εμβρυολογίας και της μελέτης της συμπεριφοράς και της εξέλιξης. Διετέλεσε επίσης πρώτος γενικός διευθυντής της Ουνέσκο (1946-1948) και ιδρυτικό στέλεχος της WWF. Ο μεσαίος κατά σειρά αδελφός του, Νόελ Τρεβέλυαν Χάξλεϋ (γεν. 1891) αυτοκτόνησε σε ηλικία 23 ετών. Ο Σερ Άντριου Χάξλεϋ (γεν.1917), ετεροθαλής αδελφός του, πήρε το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1963
Μέλος διάσημης οικογένειας επιστημόνων, έμεινε σχεδόν τυφλός κατά την διάρκεια των σπουδών του στο Ήτον, αλλά συνέχισε τις σπουδές του στην Οξφόρδη. Το 1916 άρχισε την συγγραφική του σταδιοδρομία. Έζησε για μεγάλο διάστημα στην Ιταλία και το 1930 εγκαταστάθηκε στην Καλιφόρνια όπου και πέθανε το 1963.
Το περιφημότερο έργο του είναι ο «Θαυμαστός καινούριος κόσμος», μια εφιαλτική, προφητική ενατένιση ενός τέλειου τεχνοκρατικά πολιτισμού που βασίζεται στον φυσικό και ψυχολογικό καταναγκασμό.
Αυτοί οι δυο συγγραφείς προσπάθησαν να φανταστούν το μέλλον ωστόσο μεταξύ τους είχαν τεράστιες διαφορές και αυτές αποτυπώνονται με τον καλύτερο τρόπο μέσω ενός κόμικ στο διάσημο βιβλίο του Neil Postman για την τηλεόραση «Διασκέδαση μέχρι θανάτου».
Όπως δείχνει το κόμικ, ο Οργουελ φοβόταν εκείνους που θα απαγόρευαν την ανάγνωση βιβλίων, ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι ο κόσμος δεν θα διάβαζε καθόλου βιβλία. Ο Οργουελ φοβόταν εκείνους που θα μας στερούσαν την ενημέρωση, ο Χάξλεϊ εκείνους που θα μας έδιναν τόση πολλή ώστε να μας καταντήσουν ζώα παθητικά κι εγωκεντρικά. Ο Οργουελ φοβόταν πως θα μας έκρυβαν την αλήθεια, ο Χάξλεϊ ότι η αλήθεια θα πνιγόταν σε μια θάλασσα από άσχετα πράγματα. Ο Οργουελ φοβόταν πως ο πολιτισμός μας θα πιανόταν αιχμάλωτος, ο Χάξλεϊ ότι ο πολιτισμός μας θα χανόταν μέσα στην κοινοτοπία.
Ή αλλιώς, ο Οργουελ φοβόταν πως ό,τι μισούμε θα μας καταστρέψει ενώ ο Χάξλεϊ πως θα μας καταστρέψει ό,τι αγαπάμε.
Αλήθεια… πιο επίκαιροι από ποτέ!!
***
@GYPAS /miastala.com / 2011