
Masala Chai για ζεστασιά, προστασία, μπαχαρένια αρώματα και πολλή ενέργεια.
Το τσάι μασάλα είναι ένα αναμειγνυόμενο με πρόσθετα αρωματισμένο ρόφημα τσαγιού, το οποίο παρασκευάζεται από την ανάμειξη μαύρου τσαγιού με ένα μείγμα αρωματικών Ινδικών μπαχαρικών και βοτάνων. Με προέλευση την Ινδία, το ρόφημα έχει κερδίσει παγκόσμια δημοτικότητα, έχοντας γίνει χαρακτηριστικό σε πολλές εστίες καφέ και τσαγιού. Αν και παραδοσιακά παρασκευάζεται με αφέψημα λοβών πράσινου κάρδαμου, κανέλας, γαρίφαλου, τριμμένης πιπερόριζας και μαύρου πιπεριού μαζί με φύλλα μαύρου τσαγιού, οι εκδόσεις λιανικής περιλαμβάνουν φακελάκια τσαγιού για την έγχυση, στιγμιαία μείγματα σε σκόνη και συμπυκνώματα. Σε ορισμένα μέρη ο όρος «τσάι» («chai») σκέτος, μπορεί να αναφέρεται στο ρόφημα.
Σε πολλές Ευρασιατικές γλώσσες, το τσάι (chai) ή τσα (cha) είναι η λέξη για το τσάι. Αυτή η λέξη προέρχεται από την Περσική λέξη “τσάι” چای (chay) η οποία προέρχεται από την Κινέζικη λέξη για το τσάι 茶 (chá). Η λέξη τσα διαδόθηκε μέσω του δρόμου του μεταξιού στην κεντρική Ασία και στην Περσία (σημερινό Ιράν). Οι Πέρσες πρόσθεσαν την κατάληξη -ι και η λέξη τσάι διαδόθηκε σε πολλές γλώσσες όπως Ούρντου, Αραβική, Τουρκική, Ελληνική, Ρωσική κλπ. Από την άλλη πλευρά η Αγγλική λέξη tea, προέρχεται από το teeh, την διάλεκτο Teochew των Κινέζων.
Στα Αγγλικά, αυτό το καρυκευμένο τσάι, συνήθως αναφέρεται ως τσάι μασάλα (masala chai) ή απλά ως τσάι (chai), αν και ο όρος γενικά, στην γλώσσα προέλευσης αναφέρεται στο τέιον (tea). Πολυάριθμες εστίες στις Ηνωμένες Πολιτείες, χρησιμοποιούν το όρο τσάι λάτε (chai latte) ή τσάι τέιο λάτε (chai tea latte), για την εκδοχή τους να υποδείξουν ότι το γάλα είναι στον ατμό, όπως ένα κανονικό cafè latte, αναμιγνύεται με καρυκευμένο συμπύκνωμα τσαγιού αντί του espresso. Κατά το 1994, ο όρος είχε αποκτήσει αξία στην Αμερικανική σκηνή των εστιών καφέ.
Από την αρχαιότητα, φυτά τσαγιού φύονται άγρια στην φύση της περιοχής Άσαμ (στην βορειοανατολική Ινδία, σήμερα ανάμεσα από Μπουτάν, Μιανμάρ και Θιβέτ-Κίνα), αλλά ιστορικά οι Ινδοί έβλεπαν το τσάι ως φυτικό φάρμακο παρά ως ψυχαγωγικό αφέψημα. Ορισμένα από τα μείγματα μπαχαρικών ή Κάρχα των τσάι μασάλα, που ακόμη εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται, προέρχονται από τα Αγιουρβεδικά ιατρικά κείμενα.
Το 1830, η Βρετανική «Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών» («East India Company») άρχισε να ανησυχεί για το μονοπώλιο του τσαγιού από την Κίνα και την μεγάλη κατανάλωση τσαγιού στην Μεγάλη Βρετανία: κατά βάρος, σχεδόν μία λίβρα (0,45 kg) ανά άτομο ετησίως. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες ανακάλυψαν στην περιοχή Άσαμ της Ινδίας, την ύπαρξη φυτών τσαγιού και ξεκίνησαν τοπικά την καλλιέργεια φυτειών τσαγιού. Το 1870 πάνω από το 90% του τσαγιού το οποίο καταναλωνόταν στην Μεγάλη Βρετανία ήταν Κινέζικης προέλευσης, αλλά από το 1900 αυτό το ποσοστό έπεσε στο 10%, όταν αντικαταστάθηκε κατά μεγάλο ποσοστό με την καλλιέργεια τσαγιού από την Βρετανική Ινδία (50%) και την Βρετανική Κεϋλάνη (σημερινή Σρι Λάνκα – 33%).
Ωστόσο, η κατανάλωση του μαύρου τσαγιού στο εσωτερικό της Ινδίας ήταν σε χαμηλά επίπεδά, μέχρι την προωθητική καμπάνια του (Βρετανικών συμφερόντων) «Συνδέσμου Ινδικού Τσαγιού» («Indian Tea Association»), στις αρχές του 20ού αιώνα η οποία ενθάρρυνε τα εργοστάσια, ορυχεία και τις κλωστοϋφαντουργίες, να παρέχουν στους εργαζομένους διαλείμματα με τσάι. Παράλληλα, υποστήριξε ανεξάρτητους πωλητές τσαγιών (chai wallahs), κατά μήκος του αναπτυσσόμενου Ινδικού σιδηροδρομικού δικτύου.
Η επίσημη προβολή του τσαγιού ήταν όπως σερβίρεται κατά τον Αγγλικό τρόπο, με μικρές προστιθέμενες ποσότητες γάλακτος και ζάχαρης. Αρχικά, ο «Σύνδεσμος Ινδικού Τσαγιού» αποδοκίμασε την τάση των ανεξάρτητων προμηθευτών να προσθέσουν μπαχαρικά και να αυξήσουν σημαντικά τις αναλογίες γάλατος και ζάχαρης, μειώνοντας έτσι την χρήση (και συνεπώς την αγορά) των φύλλων τσαγιού ανά όγκο υγρού. Ωστόσο, το τσάι μασάλα στην σημερινή του μορφή έχει πλέον καθιερωθεί σταθερά ως ένα δημοφιλές ρόφημα.
Συνήθως, η βάση του τσαγιού είναι ένα μαύρο τσάι όπως αυτό του Άσαμ, έτσι ώστε τα καρυκεύματα και τα γλυκαντικά δεν το εξουδετερώνουν. Συνήθως, χρησιμοποιείται ένας συγκεκριμένος τύπος του Άσαμ που ονομάζεται «mamri». Το τσάι mamri είναι ένα τσάι το οποίο έχει παστωθεί με έναν ιδιαίτερο τρόπο που δημιουργεί κόκκους, σε αντίθεση με το «φύλλο» τσαγιού. Είναι ανέξοδο και το τσάι που χρησιμοποιείται πιο συχνά στην Ινδία. Ωστόσο, μια ευρεία ποικιλία τσαγιών χρησιμοποιούνται για την παρασκευή τσάι (chai). Τα περισσότερα τσάι (chai) στην Ινδία, παρασκευάζονται με δυνατό μαύρο τσάι, αλλά το τσάι Κασμίρ (Kashmiri chai) παρασκευάζεται με τσάι πυρίτιδας (gunpowder tea).
Καρυκεύματα και τεμαχισμένα φύλλα τσαγιού για το τσάι μασάλα.
Το παραδοσιακό τσάι μασάλα είναι ένα καρυκευμένο ρόφημα που παρασκευάζεται με διαφορετικές αναλογίες από θερμαινόμενα μπαχαρικά. Το μείγμα μπαχαρικών, ονομάζεται Κάρχα, χρησιμοποιεί ως βάση την τριμμένη πιπερόριζα και λοβούς πράσινου κάρδαμου. Σε αυτή την βάση ή κάρχα, συνήθως προστίθενται και άλλα μπαχαρικά. Για παράδειγμα, τα περισσότερα τσάι μασάλα που απαντώνται στα πεζοδρόμια, τα εστιατόρια ή τις οικίες ενσωματώνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μαζί με την πιπερόριζα και το κάρδαμο, ήτοι: κανέλα, αστεροειδή γλυκάνισο, σπόρους μάραθου, πιπερόκοκκο, μοσχοκάρυδο και γαρίφαλο.
Στον Δυτικό κόσμο, είναι κοινή η χρήση του μπαχαριού, η οποία είτε αντικαθιστά είτε συμπληρώνει την κανέλα και το γαρίφαλο.
Παραδοσιακά, το καρδάμωμον είναι μια κυρίαρχη νότα, η οποία συμπληρώνεται με άλλα μπαχαρικά, όπως γαρίφαλο, πιπερόριζα ή μαύρο πιπέρι· με τα δύο τελευταία να προσθέτουν στην γεύση μια κάψα. Η παραδοσιακή σύνθεση των μπαχαρικών στην Νότια και Νοτιοδυτική Ασία, συχνά διαφέρει από το κλίμα και την περιοχή.
Για παράδειγμα, στη Δυτική Ινδία, το γαρίφαλο και το μαύρο πιπέρι αποφεύγονται ρητά. Στην εκδοχή του τσαγιού από το Κασμίρ (που ονομάζεται «kahwah»), παρασκευάζεται με πράσινο τσάι αντί του μαύρου τσαγιού και έχει ένα πιο λεπτό μείγμα αρωματικών: αμύγδαλα, καρδάμωμον, κανέλα, γαρίφαλα και ενίοτε σαφρόν. Στο Μποπάλ, συνηθίζεται η προσθήκη μιας πρέζας από αλάτι.
Άλλα πιθανά συστατικά περιλαμβάνουν μοσχοκάρυδο, μασίς, μαύρο κάρδαμο, τσίλι, κόλιανδρο, άρωμα τριαντάφυλλου (όπου τα ροδοπέταλα βράζουν μαζί με τα σκόρπια φύλλα τσαγιού) ή ρίζα γλυκόριζας. Επίσης, ορισμένοι άνθρωποι προτιμούν μια μικρή ποσότητα κύμινου.
Είναι πολύτιμο αφέψημα, ειδικά στο χειμερινό κρύωμα και τις ιώσεις που μας ταλαιπωρούν. Το αυθεντικό ινδικό τσάι μασάλα τα προσφέρει όλα και είναι πανεύκολο, αρκεί να έχετε τα σωστά, ολόφρεσκα μπαχαρικά στο σπίτι. Στην Ινδία το δυναμωτικό τσάι γίνεται πάντοτε με γάλα και άφθονη ζάχαρη. Θα βρείτε και έτοιμο μείγμα σε φακελάκια σε ενηµερωµένα µπαχαράδικα, µεγάλα σούπερ µάρκετ και ενηµερωµένα καταστήµατα µε προϊόντα βιολογικής γεωργίας ή e-shops.
Υγρά “συμπυκνώματα τσάι” έχουν γίνει πολύ δημοφιλή για την εξυπηρέτησή τους, καθώς αυτά τα καρυκευμένα, ζαχαρωμένα σιρόπια με βάση το τσάι απλώς απαιτούν την αραίωση με το γάλα, το νερό ή αμφότερα για την δημιουργία ενός γευστικού ζεστού ή κρύου ροφήματος. Οι περισσότερες Αμερικανικές αλυσίδες, χρησιμοποιούν εμπορικά υγρά συμπυκνώματα, αντί της παρασκευής του δικού τους τσάι (chai) από το μηδέν. Ξηρά μείγματα κονιορτοποιημένα ή κοκκώδη μείγματα παρόμοια με αυτά του στιγμιαίου καφέ, είναι επίσης εμπορικά διαθέσιμα.
Αμφότερα τα ξηρά μείγματα και τα υγρά συμπυκνώματα, μπορούν να αναπαραχθούν στο σπίτι. Το υγρό συμπύκνωμα, μπορεί να γίνει από την παρασκευή ενός ασυνήθιστα συμπυκνωμένου δοχείου, με υψηλά καρυκευμένο τσάι, έτσι ώστε η αραίωση μιας μικρής ποσότητας σε ένα φλιτζάνι ζεστό νερό ή ένα ποτήρι κρύο γάλα, έχει σαν αποτέλεσμα περίπου την ίδια συγκέντρωση τσαγιού, όπως και σε μια παρασκευή με τις κανονικές αναλογίες· π.χ. να κάνει ένα σιρόπι από το οποίο μία ουγγιά αρκεί όταν αραιώνεται, να κάνει ένα κύπελλο οκτώ-ουγγιών κανονικού τσάι (chai), να παρασκευάσει τσάι (και την ανάλογη ποσότητα των μπαχαρικών) κατά οκτώ φορές την κανονική συγκέντρωση.
Ομοίως, το χωρίς ζάχαρη παγωμένο τσάι σε σκόνη, μπορεί να προσαρμοστεί στις ατομικές γεύσεις, με σκόνη μπαχαρικών, ζάχαρη και (αν είναι επιθυμητό για την ευκολία και την υφή) ξηρό άπαχο γάλα και στεγνή μη-λιπαρή κρέμα· το αποτέλεσμα μπορεί να αναμιγνύεται με ζεστό νερό για να παραχθεί μια μορφή στιγμιαίου τσάι μασάλα. Αυτή η μορφή του ξηρού μείγματος έχει ορισμένα μειονεκτήματα, ωστόσο: τα κονιοποιημένα μπαχαρικά μπορεί να αφήσουν ένα κοκκώδες υπόλειμμα στον πυθμένα του φλιτζανιού και μπορεί να διαλυθεί με δυσκολία στο κρύο νερό, ειδικά με την παρουσία σκονών ξηρού γάλακτος / κρέμας.
Δεν υπάρχει σταθερή συνταγή ή μέθοδος προετοιμασίας για το τσάι μασάλα και πολλές οικογένειες έχουν τις δικές τους εκδοχές του τσαγιού. Τα περισσότερα τσάγια περιέχουν καφεΐνη συνήθως το 1⁄3 εκείνου του καφέ (αν γίνουν με βάση το μαύρο τσάι). Τα φύλλα τσαγιού μουσκεύονται στο καυτό νερό για αρκετό χρόνο ώστε να εξαγάγουν την έντονη γεύση, χωρίς να απελευθερώσουν τις πικρές τανίνες. Λόγω του μεγάλου εύρους των παραλλαγών, το τσάι μασάλα μπορεί να θεωρηθεί μια κατηγορία τσαγιού, παρά ένα συγκεκριμένο είδος.
Φτιάξτε το μόνοι σας
Για 2 φλιτζάνια κλασική συνταγή θα χρειαστείτε:
1 κ.γ. τριμμένο τζίντζερ,
2 λοβούς καρδάμωμο (κακουλέ),
1/2 ξυλάκι κανέλας σπασμένο,
2 γαρίφαλα ολόκληρα,
1/8 κ.γ. μοσχοκάρυδο τριμμένο,
3-4 κόκκους μαύρο πιπέρι,
(εγώ προσθέτω μισό κουταλάκι καγιέν σε σκόνη)
1 κούπα ζωντανό νερό,
2 κ.γ. τσάι μαύρο,
1 κούπα γάλα, (αμυγδάλου)
4 κ.γ. ζάχαρη καστανή (προαιρετικά)
(εναλλακτικά μισό κουταλάκι κουρκουμά για χρυσαφένια υφή)
Ένα είναι το μυστικό για επιτυχημένο τσάι μασάλα, η φρεσκάδα των μπαχαρικών. Μην τα αγοράζετε και τα ξεχνάτε στο ντουλάπι, ξεθυμαίνουν τα αρώματά τους. Φροντίστε να έχετε έναν μύλο που αλέθει τους σπόρους σε σκόνη για να έχετε φρεσκοκομμένα μπαχαρικά.
Σε μια μικρή κατσαρόλα βάζετε το νερό με τα μπαχαρικά. Μόλις πάρουν μια βράση, ανακατεύετε και προσθέτετε το τσάι. Κλείνετε με το καπάκι και αφήνετε να πάρουν πάλι βράση τα υλικά. Χαμηλώνετε την φωτιά σε μέτρια, προσθέτετε το γάλα και αφήνετε να βράσουν για άλλα 3′ επιπλέον. Αφήνετε το τσάι για 1′ εκτός φωτιάς, ανακατεύετε καλά, σουρώνετε σε 2 φλιτζάνια, ρίχνετε αν θέλετε, όση ζάχαρη καστανή ή μέλι σας αρέσει και απολαμβάνετε!
Το τσάι μασάλα είναι ένα πολύ δημοφιλές ρόφημα στη Νότια Ασία (Ινδία, Πακιστάν, Μπαγκλαντές και Νεπάλ). Ο κόσμος ξεκινά την ημέρα του πίνοντας ένα φλιτζάνι τσάι. Το πρώτο φλιτζάνι του τσαγιού ονομάζεται στοργικά «τσάι κρεβατιού». Καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας, οι άνθρωποι καταναλώνουν πολλά φλιτζάνια τσάι. Κάθε γωνιά του δρόμου στους χώρους των επιχειρήσεων έχει από έναν «Chai Walla», έναν παρασκευαστή τσαγιού, ο οποίος πηγαίνει ζεστό τσάι στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων είτε πρόκειται για επιχειρήσεις λιανικής πώλησης είτε εμπορικής. Το τσάι είναι τρόπος ζωής και προσφέρεται σε όλους τους επισκέπτες στις οικίες, αλλά και σε πολλούς πελάτες που επισκέπτονται τα καταστήματα λιανικής πώλησης.
Το τσάι μασάλα προσφέρεται φρέσκο και πολύ ζεστό.
Πίνεται δε ρουφώντας το ηχηρά και όχι σιγοπίνωντάς το. Να βροντάει!!!
Καλή σας απόλαυση!
@Aliki Alisa / miastala.com 1998