Topics:

ΟΡΓΟΝΗ η πρωταρχική ουσία ΠΥΡ και ΛΟΓΟΣ

Η πρωταρχική ουσία στον κόσμο είναι το Πυρ. (Πυρ είναι η ψυχή, η φλόγα κι όχι η φωτιά όπως λένε οι αδαείς, λειτουργικά αναλφάβητοι). Ο Μέγιστος Ηράκλειτος (6ου-5ου αι. π.κ.ε.), φιλόσοφος από την Έφεσο, ανέφερε...

ΟΡΓΟΝΗ η πρωταρχική ουσία ΠΥΡ και ΛΟΓΟΣ

Η πρωταρχική ουσία στον κόσμο είναι το Πυρ. (Πυρ είναι η ψυχή, η φλόγα κι όχι η φωτιά όπως λένε οι αδαείς, λειτουργικά αναλφάβητοι).

Ο Μέγιστος Ηράκλειτος (6ου-5ου αι. π.κ.ε.), φιλόσοφος από την Έφεσο, ανέφερε ότι ο Λόγος είναι η αιώνια καθολική σχέση που ρυθμίζει την πραγματικότητα. Όλα τα επιμέρους όντα (άβια και έμβια) τα οποία αποτελούν μια αδιάσπαστη ενότητα, ένα συνεχές, εμπεριέχουν και διαρρέονται από την ρυθμιστική αρχή του Λόγου.

Ο κόσμος για τον Ηράκλειτο δεν είναι αποτέλεσμα δημιουργίας ή γένεσης, αλλά προϋπάρχει προαιώνια και περιγράφεται ως ζωντανό ΠΥΡ, η οποία εναλλάξ δυναμώνει κι εξασθενεί, χωρίς ποτέ να σβήνει εντελώς. Το αείζωον Πυρ διανύει μια κυκλική, δινοτροπική τροχιά (όπως η οργόνη) κατά την οποία μεταλλάσσεται σε θάλασσα, κατόπιν σε γη, για να ακολουθήσει η αντίστροφη διαδικασία μεταλλαγής της γης σε θάλασσα και της θάλασσας σε φλόγα. Το Πυρ (ψυχή) του Ηρακλείτου είναι μια κοσμολογική σταθερά που κινείται και μεταμορφώνεται αέναα. Η διαρκής κίνηση και μεταβολή αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της πραγματικότητας, το οποίο εξέφρασε ο φιλόσοφος με την εικόνα ενός ποταμού που παραμένει ίδιος, ενώ το νερό που κυλάει μέσα του αλλάζει διαρκώς.

Η διαρκής κίνηση, η συνεχής και καθολική ροή και μεταβολή, αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό αυτής της πραγματικότητας “τὰ πάντα ῥεῖ κὶ οὐδὲν μένει”. Ταυτόχρονα, όμως, ο Ηράκλειτος τόνιζε και την ενότητα των πάντων (εν πάντα), τα οποία συνέχονται και συγκροτούνται με την λειτουργία του Αιώνιου Λόγου. Η διαρκής μεταβολή συνδεόταν απαρέγκλιτα με σταθερές παραμέτρους που εξασφάλιζαν την αλληλοδιαπλοκή της «ετερότητας» και πολλαπλότητας με την «ταυτότητα» και ενότητα των φαινομένων και κατεύθυναν την σύνθεση αντίθετων δυνάμεων με την ενοποιητική δράση του Λόγου.

Σε ό,τι αφορά την θέση του ως προς τις αντίθετες έννοιες, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Λόγος του «τα ψυχρά θερμαίνονται, τα θερμά ψύχονται, τα υγρά ξηραίνονται, τα ξηρά υγραίνουν», το οποίο υποδεικνύει ότι οι φαινομενικά αντίθετες καταστάσεις, τάσεις και δυνάμεις, συνδέονται με μια συνεκτική σχέση αρμονίας. Η σχέση των αντιθέτων του δεν εκφράζεται μόνον μέσω του  Λόγου, αλλά και ως «πόλεμος» -μια άλλη όψη της αρμονίας, μια κοσμική σταθερά που διέπει τα αντίθετα και παράγει διαρκώς μέσω συγκρούσεων νέες ισορροπίες. Η χρήση του όρου “πόλεμος” ως  «πόλεμος πατήρ πάντων» συνδέεται στην ουσία με το “τὰ πάντα ῥεῖ κὶ οὐδὲν μένει” καθώς τα πάντα στον κόσμο είναι σε συνεχή κίνηση και διεργασία δηλαδή, σε πόλεμο.Αν θέλεις να αντιμετωπίσεις τον Κόσμο και να επιβιώσεις χρειάζεται να το κάνεις με τεχνικές και Λόγο Πολέμου. (Το νερόβραστο “αγάπη και φως” είναι για τους εκ γενετής χαμένους)

Στις ρήσεις του Ηράκλειτου αναφέρεται ο «Λόγος», πχ «τα πάντα διέπονται από τον Λόγο» κι έχει γίνει αντικείμενο πολλών ανόητων ερμηνειών καθώς ο θωρακισμένος μαζάνθρωπος αδυνατεί να αντιληφθεί αυτό που λέγει ο Αντισθένης ο Κυνικός “ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις” ότι η προϋπόθεση για την μάθηση είναι η καλή γνώση των λέξεων.

Ακόμη και σήμερα η λέξη «Λόγος» αντανακλά τόσα πολλά νοήματα στην ελληνική που δεν μπορεί να αποδοθεί απλώς λεξικογραφικά, χωρίς συνοδό ερμηνεία από παραδείγματα, ιδίως σε άλλες γλώσσες. Στον Ηράκλειτο η έννοια Λόγος δεν έχει εννοιακές αποχρώσεις. Σημαίνει “Λόγος” και ρυθμιστική αρχή που διέπει το σύνολο της πραγματικότητας και συνδέει με σχέσεις αναλογίας και ποιότητας τα πάντα. Ο Λόγος είναι η αιώνια καθολική σχέση που ρυθμίζει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκφράζεται όχι μόνο γλωσσικά, αλλά καθολικά με όλες τις αισθήσεις.

Μέλημα του φιλόσοφου είναι η καθοδήγησή προς τον Λογικό Λόγο που καθορίζει και συνδέει την φύση των πραγμάτων. Με αυτόν τον τρόπο διακρίνει την «πολυμάθεια» από την ουσιαστική και βαθιά γνώση των πραγμάτων. Κατ’ αυτήν την έννοια, τα αντίθετα είναι ουσιαστικά εναλλασσόμενες και συμπληρωματικές υποστατικές καταστάσεις που συνδέονται μέσω του Λόγου σε μια συνεκτική σχέση ροής κι αρμονίας. Η διδασκαλία αυτή του Ηράκλειτου είναι γνωστή ως «ενότητα των αντιθέτων» και ο μελετητής της οργονομίας του Βίλχμεμ Ράιχ, αναγνωρίζει εύκολα σ’ αυτήν την έρευνα του Ράιχ για την «λειτουργική ταυτότητα και αντίθεση του Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος», καθώς και θεμελιώδεις αρχές του οργονομικού λειτουργισμού, όπως αυτές εκφράζονται στις οργονομετρικές εξισώσεις.

Ο Ηράκλειτος υποδεικνύει ότι δεν αποκαλύπτει την σκέψη του με άμεσο τρόπο, ούτε όμως επιχειρεί να παραπλανήσει τους ακροατές του. Παρέχει τα σημάδια, τα οποία εκείνοι -οι λίγοι, οι εκλεκτοί- καλούνται να εννοήσουν με τον ορθό τρόπο. Η φιλοσοφία του, πάλι με τα λόγια του ίδιου, δεν είναι μια αυθαίρετη και υποκειμενική κατασκευή αλλά μια έκφραση του Λόγου που διέπει τα πάντα. Η δυσκολία κατανόησης του Λόγου, δεν οφείλεται σε δική του ιδιορρυθμία, αλλά στην αδυναμία του μαζάνθρωπου να εννοήσει όχι τα λόγια του αλλά τον ίδιο τον «Λόγο» κι έτσι οι ανόητοι τον αποκαλούν “σκοτεινό” όντας οι ίδιοι σκοτεινοί…

Γιά το Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα ισχύει η κάτωθι οργονομετρική εξίσωση.

Η αντιστοιχία είναι πραγματικά εντυπωσιακή αν ταυτίσει κανείς στην ανωτέρω οργονομετρική εξίσωση την Κοινή Αρχή Λειτουργίας των αντιθετικών, αλλά συμπληρωματικών και εναλλασσόμενων λειτουργιών του Συμπαθητικού και Παρασυμπαθητικού Νευρικού Συστήματος με τον Ηράκλειτο Λόγο που τις ενοποιεί στην αδιάσπαστη και ενοποιημένη αρμονική λειτουργία του Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος. Ο Μέγιστος Ηράκλειτος υπήρξε ο πρώτος Ευρωπαίος στοχαστής που συνέλαβε Λογικά κι ενορατικά μια βασική αρχή του οργονομικού λειτουργισμού, αυτή της λειτουργικής ταυτότητας και αντίθεσης ή ετερότητας των φυσικών διαδικασιών.

Ο Wilhelm Reich ως οργόνη ονόμασε ένα άυλο και ενεργειακής υπόστασης συμπαντικό, πρωτογενές και πρωταρχικό «υπόστρωμα» από το οποίο προέρχονται τόσο όλες οι γνωστές και δευτερογενείς μορφές της ενέργειας που περιγράφει η σύγχρονη φυσική, όσο και η μάζα. Ο όρος οργόνη προήλθε από την κοινή ρίζα των λέξεων οργανισμός και οργασμός, επειδή στο συμπέρασμά της ύπαρξής της κατέληξε με αφετηρία τις μελέτες του περί της φύσης και σημασίας του οργασμού στη λειτουργικότητα του ανθρώπινου οργανισμού. Θεώρησε ότι η λίμπιντο του Φρόιντ δεν είναι απλώς μια θεωρητική ιδέα αλλά μια υπαρκτή βιολογική ενέργεια που μπορούσε να μετρηθεί και πως η λειτουργία του οργασμού έπαιζε τον καθοριστικό ρόλο του ενεργειακού ρυθμιστή της ισορροπίας της. Ο ίδιος έλεγε πως η πιο σημαντική ανακάλυψή του ήταν η λειτουργία του οργασμού και πως όλα τα υπόλοιπα ήταν λογική απόρροια της ανακάλυψης του αυτής.

Στην προσπάθειά του να αποδείξει τους ισχυρισμούς του κατέγραψε πειραματικά τις υποκειμενικές αισθήσεις άγχους και ηδονής και απέδειξε την λειτουργική τους ταύτιση με τηn ροή της βιολογικής ενέργειας του οργανισμού, (οργόνη) καταδεικνύοντας έτσι την βιοφυσική προέλευση των αισθήσεων και των συναισθημάτων και την σύνδεσή τους με το αυτόνομο νευρικό σύστημα (ΑΝΣ) που διαχειρίζεται και εξισορροπεί την βιολογική ενέργεια του οργανισμού (βιοενέργεια) και την λειτουργικότητά της μέσω του οργασμού.  Αντιλήφθηκε την σεξουαλική ενέργεια ως μια «ειδική» έκφραση της βιοενέργειας του οργανισμού και όταν, τέλος, παρατήρησε την ακτινοβολία των βιόντων, που εξουδετέρωνε βακτήρια και καρκινικά κύτταρα, και λίγο αργότερα (1940) την παρουσία ενέργειας στην ατμόσφαιρα θεώρησε ότι πρόκειται για εκδηλώσεις της ίδιας ενέργειας (οργόνης) που διαρρέει και περιβάλλει τόσο την άβια όσο και τη ζώσα ύλη και διέπει τις λειτουργίες τους.

Ο επιστημονισμός της διαψευσιμότητας

Η επιστήμη, κατά τον Αριστοτέλη, βασίζεται σε αρχές που προσδιορίζουν την μέθοδό της. Το ζήτημα που τίθεται είναι πώς συλλαμβάνονται αυτές οι αρχές ή αξιώματα; Κατά τον Popper αρχικά αυτές συλλαμβάνονται ενορατικά ως υποθέσεις ενώ στην συνέχεια ελέγχονται επαγωγικά, αλλά όχι μόνο, αν είναι αληθείς ή ψευδείς. Η γνώση είναι ορθολογική και επομένως επιστημονική, υποστηρίζει ο Popper, μόνο όταν μπορεί να υποβάλλεται σε διυποκειμενικό και πειραματικό έλεγχο. Η δυνατότητα κριτικού ελέγχου εξασφαλίζει το ενδεχόμενο διάψευσής της με αποτέλεσμα κάθε γνήσια ή αληθής επιστημονική πρόταση, να μπορεί μελλοντικά να αντικατασταθεί από μια νέα, η οποία με την σειρά της κάποια στιγμή θα έχει την ίδια τύχη με εκείνη που αντικατέστησε, αυτό αποκαλείται ως αρχή διαψευσιμότητας. (LOL)

Έτσι η διαψευσιμότητα της επιστημονικής γνώσης γίνεται κριτήριο της ορθολογικότητας και αντικειμενικότητάς της και λένε πως αυτό την διαχωρίζει από τις ψευδοεπιστήμες και την μεταφυσική, που δεν μπορούν ούτε να την πατεντάρουν, ούτε να την διαψεύσουν. Οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει, συνεχίζει ο Popper, να παραμένουν πάντα υποθέσεις γιατί δεν υπάρχουν επαρκείς λόγοι στις εμπειρικές επιστήμες (θετικές) που να πείθουν ότι οι αποδείξεις που διαθέτουμε επιβεβαιώνουν τελεσίδικα την αλήθεια μιας θεωρίας. Αυτό που σίγουρα υπάρχει είναι οι αναιρέσεις της, ενώ όταν αυτές εκλείπουν τότε η θεωρία δεν είναι επιστημονική. Η επιστημονική έρευνα προχωρά αναγκαστικά με δοκιμές και απατηλές πεποιθήσεις, με εικοτολογικές υποθέσεις και κυρίως μέσα από επαναλαμβανόμενες διαψεύσεις και ως εκ τούτου η διαψευσιμότητα οφείλει να αντικαταστήσει την επαληθευσιμότητα ως αληθές κριτήριο της επιστημονικά έγκυρης γνώσης. Έτσι καταλήγουμε σήμερα να θεωρούμε την επιστήμη περισσότερο ως μια μέθοδο ατέρμονης αναζήτησης της αντικειμενικής γνώσης παρά ως ένα τελεσίδικο σύστημα γνώσης.

Ο Ξενοφάνης (περίπου 565 π.κ.ε.) υποστήριζε ότι η γνώση δεν αποκτάται ούτε με αποκάλυψη, ούτε με ενόραση, αλλά είναι αποτέλεσμα μιας επίμονης και υπομονετικής ερευνητικής προσπάθειας η οποία με το πέρασμα του χρόνου οδηγηγεί τον άνθρωπο σε κάτι «καλύτερο», αλλά πάντα ατελές και αποσπασματικό σε σχέση με το «ενιαίο, αδιαφοροποίητο και απεριόριστο» που ταύτιζε με το σύνολο του φυσικού κόσμου. Βέβαιη γνώση μπορεί να έχουν μόνο οι Θεοί, ενώ ο άνθρωπος περιορίζεται στην απατηλή εικόνα των πραγμάτων, στην διερεύνηση της φαινομενικότητας, σε αντιδιαστολή με την πραγματικότητα που μονίμως του διαφεύγει.

Παρόμοια, ο Ηράκλειτος αναφέρει ότι ακόμη και των πιο σοφών ανθρώπων οι γνώσεις δεν είναι παρά γνώμες. Και οι δύο φιλόσοφοι αναγνωρίζουν ότι το ίδιο ισχύει και για τις δικές τους φιλοσοφικές τοποθετήσεις, δηλαδή ότι και αυτές δεν είναι παρά δοξασίες. Η συλλογιστική αυτή προσέγγιση αμφισβητεί κάθετα και τελεσίδικα την ουσία του “ορθολογισμού της επιστήμης” και μεταλλάσσει σε ψευδαίσθηση την βεβαιότητά μας ότι ο άνθρωπος ως έλλογο ον έχει την δυνατότητα να αποκτήσει την απόλυτη και τελεσίδικα ολοκληρωμένη γνώση της πραγματικότητας. Η εμπιστοσύνη μας μετατίθεται στην αδιάκοπη και δυναμική πρόοδό μας στην γνώση, μέσω της έρευνας και της κριτικής χρήσης του ορθού Λόγου.

Ζήσε λοιπόν και βάσισε την ζωή και την υγεία σου, σε υποθέσεις και θεωρίες, στο ατέρμονο και διαψεύσιμο μπλα μπλα … του χρυσοπληρωμένου επιστημονισμού.

Εμείς εδωνά στο terrapapers προτιμούμε την φυσική του Πυρ και του Λόγου του Θείου Ηράκλειτου και την οργόνη του Μέγιστου Βίλχελμ Ράιχ…

@Ηω Αναγνώστου /orgonodrome.gr

Γράψε την άποψη σου ελεύθερα με ευπρέπεια κι ορθό λόγο.
Δεν επιτρέπεται η προπαγάνδα ή το κουτσομπολιό.

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.
Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

*